Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: οι μπότες ξέρουν

παράξενο σκετς

Αφηγητής

Σκηνικό βραδινού δρόμου. Δυο τρεις κομπάρσοι περνούν. Ο ένας εκ των πρωταγωνιστών στέκει κάτω από ένα ντροπαλό φανάρι. Τα ρούχα του είναι φθαρμένα, εμπρός του έχει αραδιασμένα μερικά ζευγάρια παπούτσια, ρούχα, μερικά, βαριά τσόχινα πανωφόρια απ’εκείνα που φορούν οι ναυτικοί, κειμήλια στρατιωτικά, με φαγωμένους γιακάδες. Ο δεύτερος πρωταγωνιστής περνά με τους κομπάρσους και ξάφνου σταματά. Από εδώ και πέρα και όσο κρατήσει ο άσχημος καιρός, είναι καλύτερα να φυλαχτείτε. Είπε ο αφηγητής.

(Ο αφηγητής ανοίγει μια ομπρέλα και το σκηνικό μεταμορφώνεται όπως ακριβώς το ‘πε.) Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: οι μπότες ξέρουν»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Καμφορά

φάρσα, σχεδόν μεταφυσική

  ριστοκρατικό κοιμητήριο με εξαίσια μνήματα, δείγματα γραφής μιας γλυπτικής αποτύπωσης προικισμένης με άφθαστο λυρισμό. Παίζουν ρόλο φυσικά και οι παραγγελίες των τεθλιμμένων συγγενών που ζητούν απελπιστικά ρεαλιστικά συμπλέγματα. Παράδειγμα το ταφικό μνημείο της δασκάλας με την έδρα, το κονδύλι και την βέργα της, με φούστα λίγο πάνω από το γόνατο και έκφραση ψυχικής αφοσίωσης ως τα όρια του λειτουργήματος. Η πομπή φτωχή, πάει να πει οι τέσσερις βαστάζοι με κατάμαυρα κοστούμια και άσπρα γάντια, σαν χελιδόνια. Πίσω δυο τρεις συγγενείς που κοιτάζουν επίμονα τα ρολόγια τους, που συζητούν και γελούν διακριτικά. Και πάνω πουλιά και δέντρα και κλαδιά αρχαία, σαν αυτήν εδώ την υπόθεση. Ο νεκρός ταλαντεύεται μες στο κασόνι του, σε κάθε βηματισμό κουνάει το κεφάλι του, σαν να λέει, «όχι, όχι, όχι, είναι ένα κακό όνειρο, ένας εφιάλτης». Ο νεκρός μοιάζει τόσο απελπισμένος που επιδίδεται σε έναν ύστατο μονόλογο, με την πικρή βεβαιότητα που έχει αφήσει πια πίσω του να διασώζεται σε αυτό το γλυκόπικρο σκετσάκι.

 Η σειρά του νεκρού τώρα.] Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Καμφορά»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Η γέμιση

 

Φινάλε χριστουγεννιάτικου έργου

 ουζίνα προσεγμένου σπιτιού κάπου στα ακριβά προάστια. Η κυρία τριγυρνάει κόβοντας, επιθεωρώντας, δοκιμάζοντας, τακτοποιώντας. Πάντα στο πλάι της ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. Το δωμάτιο είναι στολισμένο με λαμπιόνια και ακροβάτες Άγιους Βασίληδες που ισορροπούν επιδέξια παρέα με τον σάκο τους στην μεσιανή κολόνα. Όλα γυαλίζουν και όλα αστράφτουν και όλα παραμένουν με τόση επιμέλεια στην θέση τους. Είναι παραμονή Χριστουγέννων και η Εύα – αυτό είναι το όνομα της καθώς πρέπει Αγγλίδας κυρίας – , κάνει ότι μπορεί για να αντέξει την μελαγχολία και την αθεράπευτη μοναξιά της. Σε κάποιο διπλανό δωμάτιο ακούγονται γέλια, φασαρίες, ποτήρια που τσουγκρίζουν, ευχές και σύντομα, χορευτικά βήματα που μεταφράζουν ως επιτυχημένη την βραδιά που οργάνωσε η Εύα. Όσο για εκείνη, νιώθει στους ολόλευκους ώμους της που απομένουν γυμνοί, όλο το βάρος του μολυβένιου κόσμου.] Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Η γέμιση»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: chrysanthemum

αραμονή Χριστουγέννων στην έπαυλη  «Χρυσάνθεμο» στην Κηφισιά. Για όσους θέλουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την όψη της πολυτελούς οικίας θα πρέπει να γυρέψουν λεπτομέρειες στα λευκώματα του Σκοπελίτη. Η έπαυλη είναι φωτισμένη και ο κήπος φροντισμένος με επίσημα ντυμένο το προσωπικό που σερβίρει τα ποτά και φροντίζει για κάθε αίτημα των καλεσμένων. Σε λίγο οι πρώτοι θα καταφτάσουν. Η κυρία «Χρυσάνθεμο» τριγυρνά με την τουαλέτα της να σαρώνει τις μαρμάρινες επιφάνειες. Δίνει εντολές και επιβλέπει ώστε όλα να είναι καθώς πρέπει σαν φανούν οι καλεσμένοι. Η κυρία «Χρυσάνθεμο» περπατά με περίσσια χάρη και επάνω της συνοψίζονται όλα τα χαρακτηριστικά της ευγενούς της τάξης. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: chrysanthemum»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Το τσεκούρι

Έργάκι που τελειώνει κάπως γρήγορα, 
όπως οι ζωές στο μέσον κάποιου πολέμου. 

αν σήμερα, πριν από επτά δεκαετίες περίπου ο Μπλέηκ, ο ξανθός γίγαντας κάνει την εμφάνισή του στο ομώνυμο κόμικ. Επτά δεκαετίες μετά ο «Il Grande Blek» δίνει κουράγιο σε κάποιο παιδί στα καταφύγια του Κιέβου. Είναι κάπως στραπατσαρισμένος γιατί η ελπίδα χάθηκε από αυτόν τον κόσμο. Τα ρούχα του είναι φθαρμένα, έχει πάρει κάμποσα κιλά από τότε που φιγουράριζε στις σελίδες του περιοδικού Cagliostro. Δείχνει νικημένος μα ακόμη κάτι κρατά ατόφιο από τον καιρό της ακμής του. Στέκει στο σκοτάδι των καταφυγίων του Κιέβου, κάτω από τόνους ΤΝΤ και τάγματα εφόδου.  Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Το τσεκούρι»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Για όλα φταίει ο Ρίτσαρντ Κάριγκτον*

Richard Christopher Carrington

Έργο με τέλος πικρό μα και δίκαιο, 
όπως οι μεγάλες ιστορίες της αγάπης

εράντα σπιτιού κάπου στο μακρινό Σαντιάγο της Χιλής. Ο πατέρας στην πολυθρόνα του, η μητέρα λίγο πιο πέρα σε έναν πάγκο κυκλωμένο από ανθισμένα, εποχιακά φυτά. Στα ξύλινα σκαλοπάτια καθισμένο ένα κορίτσι, όχι πάνω από είκοσι χρονών. Οι τρεις του είναι ντυμένοι φτωχικά μα με τον πιο αξιοπρεπή τρόπο που θα μπορούσε να φανταστεί ένας άνθρωπος της εποχής μας. Η οροφή της σκηνής αναπαριστά τον απογευματινό ουρανό του Σαντιάγο. Απόψε είναι κατακόκκινος, τα άστρα φαίνονται με γυμνό μάτι, ακόμη και τα πιο μακρινά. Ένα φαινόμενο σαν εκείνα τα απόκοσμα, χρωματικά νερά που σχηματίζει το βόρειο σέλας χιλιάδες μίλια από το Σαντιάγο της Χιλής, μονοπωλεί το ενδιαφέρον του κοινού. Οι τρεις του είναι ανήσυχοι. Το κορίτσι περισσότερο από τους υπόλοιπους. Σκουπίζει με το μαντήλι το πρόσωπό της και κάθε τόσο ανοίγει το ραδιόφωνο στον τοπικό σταθμό, αλιεύοντας ότι καινούριο μπορεί για αυτήν την απόκοσμη κατάσταση. Μα είναι την ίδια ώρα φανερό πως κάτι άλλο την απασχολεί, κάτι άλλο είναι εκείνο που ανάβει την αγωνία της. Είναι ίσως έρωτας, μια μεγάλη αγάπη ή μια μεγάλη προδοσία για την Μαρία του Σαντιάγο.] Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Για όλα φταίει ο Ρίτσαρντ Κάριγκτον*»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Λευκές Ποδιές

Έργο στην αυγουστιάτικη σκηνή της πόλης
με έκδηλη την αγωνία

κηνικό αδειανής πλατείας μες στην καρδιά του Αυγούστου. Από κάπου φθάνει μια μουσική, κάτι λίγα αυτοκίνητα διασχίζουν την έρημη λεωφόρο. Βαθιά μες στην αστική βλάστηση που πνίγει την πλατεία ο ήρωας καπνίζει και γελά μονάχος του, σαν τους ευαίσθητους τρελούς αυτού του κόσμου. Κάθε τόσο βγάζει ένα χαρτί και διαβάζει δυνατά, σαν εκείνη η μικρή πλατεία να είναι ένα θέατρο με ακροβολισμένους θεατές. Θειάφι και χρυσόσκονη τριγύρω και αρκετή σιωπή, από εκείνο το είδος που φύεται στην πόλη τις πιο σκληρές μέρες του Αυγούστου. Κάθε τόσο ο ήρωας χάνει το κέφι του, κλαίει λυγμικά και ονειρεύεται πως η αποψινή νύχτα συνιστά απομεινάρι ενός κακού εφιάλτη.  Διαβάζει στο χαρτί, κάνοντας την ίδια ώρα κινήσεις σαν να διώχνει τον χρόνο που πετά τριγύρω με άγριες διαθέσεις.] Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Λευκές Ποδιές»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Σκοτώνουν τα γκαρσόνια όταν γερνά το καλοκαίρι

Σκηνή με εφήμερους συσχετισμούς και την μελαγχολία που ώρες ώρες μας δικάζει
κάτω από τον ήλιο του θερισμού

[Δειλινό σε μαγευτική αμμουδιά. Το πλήθος που κάποτε συνέρρεε τώρα έχει πια  σκορπίσει, άγνωστο σε ποιες κατευθύνσεις, σε ποιους προορισμούς. Ένα ολομόναχο μαγαζί με αναμμένους φωτισμούς, πολύχρωμα λαμπιόνια και μεταλλικά τραπεζάκια παλιώνει εμπρός στο κύμα. Ένας νεαρός, ντυμένος με την χαρακτηριστική αμφίεση του σερβιτόρου αγναντεύει τον θαλασσινό ορίζοντα. Όλα μοιάζουν μπακιρένια, φωτισμένα με εκείνη την μελαγχολική αίσθηση που αφήνουν τα καλοκαίρια σαν ξεφτίζουν. Πάνω στα τραπέζια αφημένα τα ποτήρια, οι αδειανές μποτίλιες του κρασιού, τα σημάδια από τα παγωμένα ποτήρια που κάποτε ξεδίψασαν, ποιος ξέρει πόσους καταγοητευμένους ταξιδιώτες. Ο νεαρός μιλά δίχως να στρέψει το πρόσωπό του.]

ΝΕΟΣ: Το καλοκαίρι πάντα τελειώνει δίχως φασαρία, δίχως προειδοποίηση. Μεμιάς, το ξεπλένουν οι πρώτες βροχές του φθινοπώρου, γρήγορα σβήνουν τα ίχνη του. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Σκοτώνουν τα γκαρσόνια όταν γερνά το καλοκαίρι»