Μαίρη Γουέμπ, Νοέμβρης ―μετάφραση Ασημίνα Λαμπράκου

Μαίρη Γουέμπ, Νοέμβρης

Στη φίλη Γεωργία Νόνα η μετάφραση
Ότι εκείνη με συνέδεσε με το έργο της Mary Webb

Όταν ψυχρές ομίχλες στον χαρωπό μου τον κήπο ευδοκιμούν
Κι άνθη από τούτα τα δέντρα πέφτουν, τα χρυσά·
Όταν στους ψεύτικα χρωματισμένους ουρανούς του πρωινού
Γλυκά πουλιά δεν κελαηδούνε πια·
Όταν πεθαίνει η μουσική, σκοτεινό το χρώμα θολώνει,
Και μ’ έναν λυγμό το γέλιο γλιστρά, αστοχεί·
Όταν όλη των ονείρων μου η παρέα, γαλήνια και ζωηρή, Συνεχίστε την ανάγνωση του «Μαίρη Γουέμπ, Νοέμβρης ―μετάφραση Ασημίνα Λαμπράκου»

Ambrose Bierce, Ένας αγώνας που δεν τελείωσε ποτέ

Ο Τζέιμς Μπερν Γουόρσον ήταν υποδηματοποιός και ζούσε στο Λίμινγκτον του Γουόρκσιαα της Αγγλίας. Είχε ένα μικρό κατάστημα σε μία από τις παρόδους που οδηγούσαν στο Γουόρκ. Στους ταπεινούς του κύκλους θεωρούνταν έντιμος άνθρωπος, αν και, όπως και πολλοί άλλοι της τάξης του στις αγγλικές πόλεις, ήταν κάπως εθισμένος στπ ποτό. Όταν έπινε, έβαζε ανόητα στοιχήματα. Σε μία από αυτές τις πολύ συχνές περιπτώσεις, καυχιόταν για τις ικανότητές του στο βάδισμα και το τρέξιμο, και το αποτέλεσμα ήταν ένας αγώνας. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ambrose Bierce, Ένας αγώνας που δεν τελείωσε ποτέ»

William Blake, Ο καπνοδοχοκαθαριστής

Μετάφραση: Γιῶργος Μπλάνας
William Blake (1757-1827)―The Chimney Sweeper: When my mother died I was very young

source: The Institute of Cancer Research

Ὁ καπνοδοχοκαθαριστής

«Ὅταν πέθανε ἡ μαμά μου, ἤμουνα πολὺ μικρὸ
καὶ μὲ πούλησε ὁ μπαμπάς μου, πρὶν ἀρχίσω νὰ τσιρίζω.
Τζάκια τώρα καθαρίζω
καὶ κοιμᾶμαι ὅπου βρῶ
στάχτη, σκόνη καὶ καπνό!»

Τσίριζε ὁ μικρὸς ὁ Δάκρης ποὺ τοῦ κόβαν τὰ μαλλιά.
«Εἶναι ὄμορφα» τοῦ εἶπα, «καὶ σγουρά, μὰ μὴ σὲ νοιάζει. Συνεχίστε την ανάγνωση του «William Blake, Ο καπνοδοχοκαθαριστής»

James Joyce, Από τα βάθη της θάλασσας που πλημμύριζε την καρδιά της

Η ΕΒΕΛΙΝ

Καθόταν μπροστά στο παράθυρο, παρακολουθώντας τη νύχτα ν’ απλώνεται σταδιακά σε όλη τη λεωφόρο. Το κεφάλι της ακουμπούσε πάνω στις κουρτίνες του παραθυριού και στα ρουθούνια της ανέβαινε η μυρωδιά του σκονισμένου υφάσματος. Ήταν κουρασμένη.

Λίγοι άνθρωποι περνούσαν. Ο κάτοικος του κτιρίου, που βρισκόταν στο τέλος του δρόμου, πέρασε πηγαίνοντας σπίτι του. Άκουσε τα βήματά του να χτυπούν το σκληρό λιθόστρωτο και πιο κάτω να συνθλίβουν τη σκόνη του λιγνίτη που είχαν ρίξει για το χιόνι πάνω στο μονοπάτι προς τα κόκκινα σπίτια. Συνεχίστε την ανάγνωση του «James Joyce, Από τα βάθη της θάλασσας που πλημμύριζε την καρδιά της»

Ingrid Jonker, σ’ ενός μεγάλου πλοίου τον χαιρετισμό ―μετάφραση: Ασημίνα Λαμπράκου

Η ποιητική τέχνη

Σαν μυστικό σε κάποιου
αμνών και μόσχων τρυφερό τους ύπνο
——να κρυφτώ
Να σωθώ
σ’ ενός μεγάλου πλοίου τον χαιρετισμό

Σε μιας μνήμης απλής την ένταση
μακριά να φυλάξω
μέσα στα πνιγμένα χέρια σου
τον λόγο μου για να κρυφτώ

*

Η αγκαλιά μου με αιφνιδίασε

Με σάστισε τ’ αγκάλιασμά μου
Το ένα τ’ άλλο τα στήθη μου καλούν
Δυο φίλοι που με τα κεφάλια τους ερωτοτροπούν
Και τα μυστικά τα χέρια μου περιστοιχίζουν

Σ’ ένα δωμάτιο πέρα μακριά
Πίσω από το διαχυμένο φθινόπωρο
Τα μάτια σου ξετρελαμένα ατενίζουν
Στου κορμιού σου τον καθρέφτη.

*

Έφευγα ψάχνοντας για την καρδιά μου

Έφευγα για την καρδιά μου ψάχνοντας
Και πολύ μετά αφότου χάθηκα
Στις μέρες που πέρασαν με τη φυλλωσιά τους
Σε γαλανούς ουρανούς, μακρινούς κι ακατάδεκτους
Είχα νομίσει ότι την καρδιά μου θα έβρισκα
Όπου τα μάτια σου κράτησα δυο πεταλούδες καφετιές
Και το χελιδόνι είδα πέρα να πετά
Και σκιερά ψαρόνια

*

Όταν γελάς

Ολάνοικτο ένα ρόδι είναι το γέλιο σου
Γέλα πάλι
Τότε μπορώ κι εγώ ν’ ακούσω τα ρόδια να γελούν

*

Όταν ήσουν μωρό

Μωρό όταν ήσουν
Σίγουρα ευωδίαζες
Σαν ένα μικρό αρσενικό κατσίκι
Και άνθη

*

Όταν κοιμάσαι

Όταν κοιμάσαι
Το μέτωπό σου είναι σαν ένα βουνό
Και οι κρόταφοί σου
Σαν αρνιά κόντρα στις πλαγιές

✳︎

Ingrid Jonker (19 Σεπτεμβρίου 1933 – 19 July 1965)

Η Jonker γεννήθηκε σε ένα αγρόκτημα στο Ντάγκλας, Βόρειο Ακρωτήριο. Ήταν κόρη του Αβραάμ Jonker και της Βεατρίκης Cilliers. Οι γονείς της χώρισαν πριν γεννηθεί.

Το 1943, η μητέρα Jonker πέθανε . Η Ingrid και η μεγαλύτερη αδελφή της Άννα αποστέλλονται στο Wynberg, Γυμνάσιο Θηλέων στο Κέιπ Τάουν, όπου άρχισε να γράφει ποίηση για το σχολικό περιοδικό. Αργότερα μετακόμισε με τον πατέρα τους και την τρίτη σύζυγό του και τα παιδιά τους. Εκεί οι δυο αδελφές αντιμετωπίστηκαν ως παρείσακτες, πράγμα που επέφερε οριστική ρήξη με τον πατέρα τους.

Η ενασχόληση της Jonker με την γραφή ποιημάτων ξεκίνησε όταν ήταν έξι χρονών. Στην ηλικία των δεκαέξι ετών άρχισε να αλληλογραφεί με τον DJ Opperman, συγγραφέα και ποιητή της Νότιας Αφρικής, οι απόψεις του οποίου  φαίνεται να επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό το έργο της. Έγραψε στα Αφρικάανς και ποιήματά της έχουν ευρέως μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες. Η Jonker συχνά αποκαλείται η Νοτιοαφρικανή Σύλβια Πλαθ, λόγω της έκτασης της δουλειάς της, τη θεματολογία και την τραγική πορεία της ζωής της

Η Jonker παντρεύτηκε τον Pieter Venter το 1956, και γέννησε την κόρη τους Simone το 1957. Το ζευγάρι μετακόμισε στο Γιοχάνεσμπουργκ, αλλά τρία χρόνια αργότερα χώρισαν. Η Jonker και η κόρη της, στη συνέχεια μετακόμισαν πίσω στο Κέιπ Τάουν.

Κατά τη διάρκεια της νύχτας της 19ης Ιουλίου 1965, η Jonker φέρεται να έχει πάει στην παραλία στο Three Anchor Bay στο Κέιπ Τάουν, όπου μπήκε στη θάλασσα και πνίγηκε

Ο πρώην Πρόεδρος της Ν Αφρικής, Νέλσον Μαντέλα, σε ομιλία του όπου ανέγνωσε το ποίημα της Γιόνκερ: The Child, είπε μεταξύ άλλων αναφερόμενος στην ίδια:

[…] με αυτό το θαυμάσιο όραμα, η Γιόνκερ μας δείχνει πως η προσπάθειά μας πρέπει να είναι προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης της γυναίκας, του ανθρώπου, του παιδιού. Η Jonker υπήρξε και ποιήτρια και νοτιοαφρικανή, λευκή Αφρικανή και Αφρικάνερ. Υπήρξε καλλιτέχνης και ανθρώπινο ον. Στη μέση της απελπισίας, εξύμνησε την ελπίδα. Αντιμέτωπη με τον θάνατο, διεκδικούσε την ομορφιά της ζωής.

Το έργο της Γιόνκερ και η ίδια αναγνωρίστηκαν και αποτελούν πλέον οδηγό για τις νέες γενιές Αφρικανών και Νοτιοαφρικανών.

Η Κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής απέδωσε στην Ingrid Jonker το βραβείο  Ikhamanga in Silver at the National Orders awards on 19 October 2004, αναγνωρίζοντας την εξαιρετική συμβολή της τόσο στη Λογοτεχνία όσο και στη μάχη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Δημοκρατία.

Πηγές: South African History Online, allpoetry, Carlijn Cober, Kelwyn Sole, Wikioedia

Το ποίημα η αγκαλιά μου με αιφνιδίασε, στηρίχτηκε σε μετάφραση στα Αγγλικά από τα Αφρικάανς του καθηγητή Πανεπιστημίου στο Κέιπ Τάουν, Kelwyn Sole

Τα ποιήματα Έφευγα ψάχνοντας για την καρδιά μου, όταν γελάς, Όταν ήσουν μωρό,  Όταν κοιμάσαι, ανήκουν στη συλλογή: Rook en Oker (1964) και μεταφράστηκε στα αγγλικά από τα Αφρικάανς από τον William Stewart

*

Μετάφραση ©Ασημίνα Λαμπράκου

✳︎

 

Susan Sontag, Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων ―κυκλοφορεί

από τις εκδόσεις Gutenberg ―μτφρ.: Χριστίνα Παπαδοπούλου, 1η έκδοση, Ιούνιος 2025. Σελ. 187

Πώς επιδρούν μέσα μας οι σκηνές βίας, πολέμου, πόνου που βλέπουμε σε

φωτογραφίες και βίντεο; Μας βοηθούν να νιώσουμε τον πόνο των άλλων ή μας

κάνουν όλο και πιο απαθείς; «Σε έναν κόσμο όπου η φωτογραφία εξυπηρετεί την καταναλωτική χειραγώγηση», λέει η Σούζαν Σόνταγκ, «καμία αντίδραση δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη». Συνεχίστε την ανάγνωση του «Susan Sontag, Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων ―κυκλοφορεί»

Alan Finlay, Μια θύελλα είναι το κορμί μου―μετάφραση Ασημίνα Λαμπράκου

Alan Finlay

ΕΙΣΑΙ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟΣ

Είσαι πιο δυνατός από τις ειδήσεις
Ή αυτό το τσιγάρο
Ή τον άντρα που κουβαλάει
Την εξαντλημένη σάρκα των ξένων
Σαν ένα σκοτεινό δέντρο
Με ακυρώνει

Είσαι πιο δυνατός από τον άνεμο
Που περνά επάνω από το σπίτι μας Συνεχίστε την ανάγνωση του «Alan Finlay, Μια θύελλα είναι το κορμί μου―μετάφραση Ασημίνα Λαμπράκου»

Μάριο Βάργκας Λιόσα, Σας αφιερώνω τη σιωπή μου ―κυκλοφορεί

Μυθιστόρημα, Μετάφραση Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδόσεις Καστανιώτη

Ο Τόνιο Ασπιλκουέτα μοιράζει τις μέρες του ανάμεσα στη δουλειά, στο σπίτι και στο ακαταμάχητο πάθος του: στην κρεολική μουσική. Η απρόσμενη πρόσκληση να πάει να ακούσει έναν άγνωστο κιθαρίστα, τον Λάλο Μολφίνο, του αλλάζει τη ζωή. Ο αινιγματικός και εξαιρετικά ταλαντούχος καλλιτέχνης επιβεβαιώνει αυτό που ο Τόνιο ήδη διαισθανόταν: Η δική του αγάπη για την περουβιανή παραδοσιακή μουσική οφείλεται σε κάτι περισσότερο από την απλή τέρψη που προσφέρει. Σε ένα Περού κατακερματισμένο και ισοπεδωμένο από τη βία του Φωτεινού Μονοπατιού, θα μπορούσαν άραγε οι βαθύρριζες λαϊκές μελωδίες να προκαλέσουν μια κοινωνική επανάσταση, να ανατρέψουν τις προκαταλήψεις και να ενώσουν τη χώρα σε μια αγκαλιά συμπερίληψης και αδελφοσύνης; Συνεχίστε την ανάγνωση του «Μάριο Βάργκας Λιόσα, Σας αφιερώνω τη σιωπή μου ―κυκλοφορεί»