Θανάσης Τοτόμης: Νίκος Γκάτσος, Η τέμνουσα αισθαντικότητα της νεώτερης ελληνικής ποίησης

  • Τριάντα τρία χρόνια συμπληρώθηκαν προχθές από την απώλεια του ποιητή, στιχουργού και μεταφραστή, Νίκου Γκάτσου. Έφυγε από τη ζωή στις 12 Μαΐου 1992.

Η ποιητική γραφή του Νίκου Γκάτσου, είναι η τέμνουσα αισθαντικότητα της νεώτερης ελληνικής ποίησης.

Με αφορμή την επέτειο της απώλειας του αισθαντικού ποιητή και στιχουργού, «ακουμπούμε» στο αναγνωστικό κοινό, με σιωπηλή εξάρτηση, τους πιο κάτω στίχους:

Οδύσσεια

«Ακούμπησα το πρόσωπό μου
στα δυό της χέρια·
δεξί κι αριστερό·
Με πλησίασε· μ’ έφερε κοντά της Συνεχίστε την ανάγνωση του «Θανάσης Τοτόμης: Νίκος Γκάτσος, Η τέμνουσα αισθαντικότητα της νεώτερης ελληνικής ποίησης»

Αικατερίνη Κουμαριανού, Ξαναδιαβάζοντας Θανάση Βαλτινό

Αρχείο Θανάση Βαλτινού. ©Isolde Ohlbaum

Το κείμενο αυτό είναι το τελευταίο που έγραψε η αείμνηστη Αικατερίνη Κουμαριανού (1919-2012), και μας το έδωσε δύο μέρες πριν από τον θάνατό της. Δημοσιεύθηκε στο τεύχος αρ. 32 (Σεπτέμβριος 2012) της Athens Review of Books το οποίο ήταν αφιερωμένο στον Θανάση Βαλτινό.

Ξαναδιαβάζω Θανάση Βαλτινό. Με αμέριστο ενδιαφέρον, μεγάλη περιέργεια και, τελικά, απόλαυση. Σκέφτομαι συνεχώς αυτά τα συναρπαστικά κείμενα, όπου θαυμάζω την πρόσμιξη ιστορίας – συλλογικής μνήμης – και μυθοπλασίας με πολλά άλλα καίρια στοιχεία μιας απόλυτα επιτυχούς ροής. Κείμενα που τα διακρίνει εμβέλεια, προδίδουν ευαισθησία και γνώση, αφήνοντας εντέλει έκθαμβο τον αναγνώστη.

Το ατομικό μετασχηματίζεται σε συλλογικό, σ’ ένα πεδίο όπου το αμφίβολο, οδυνηρό παρόν συνυπάρχει με ένα« δυσπρόσιτο και αδιάγνωστο μέλλον, πηγαίνοντας εκ παραλλήλου εις βάθος χρόνου, για να ανακαλέσει τα δράματα και τις συγκρουσιακές καταστάσεις ή συμπεριφορές του παρελθόντος. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Αικατερίνη Κουμαριανού, Ξαναδιαβάζοντας Θανάση Βαλτινό»

Αλέξανδρος Αδαμόπουλος, Οι ‘Πύρινες Γλώσσες’ του Γιάννη Χρήστου στη Βαρσοβία και ο Κριστώφ Πεντερέτσκι

Ad MemoriamΓιάννης Χρήστου (8 Ιανουαρίου 1926 — 8 Ιανουαρίου 1970)

Αρχείο Αλέξανδρου Αδαμόπουλου

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1991, στο 34ο Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής στη Βαρσοβία,  με την πολύτιμη βοήθεια τότε τού μουσικολόγου Απόστολου Κώστιου οργανώσαμε και παίχτηκε το  ορατόριο του Γιάννη Χρήστου οι ‘Πύρινες γλώσσες’, με την Ορχήστρα τής Σιλεσίας, σολίστες τη Μαρκέλλα Χατζιάννο τον Σπύρο Σακκά και τον Βαγγέλη Χατζησίμο, υπό τη διεύθυνση του Πολωνού μαέστρου Jerzy Svoboda. Με είχαν καλέσει, ήμουν παρών και ξέρω από πρώτο χέρι τι εξαιρετικήν εντύπωση άφησε στο κοινό το έργο αυτό. Έδωσε τον τόνο και ο πολύς Κριστώφ Πεντερέτσκι, ο οποίος όχι μόνον ήρθε εκείνο το βράδυ στη συναυλία, και μάλιστα κάθισε ακριβώς δίπλα μου, μα στο τέλος σηκώθηκε απ’ τη θέση του και χειροκροτούσε ενθουσιασμένος. Δεν υπερβάλλω καθόλου· απλώς κυριολεκτώ: Οι ευγενείς Πολωνοί -που μού έκανε εξαιρετικά θετική εντύπωση πόσο πολύ σέβονται τους δημιουργούς και ό,τι έχει σχέση με θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας- θεωρώντας με κατά κάποιο τρόπο ως εκπρόσωπο τού συνθέτη, μ’ έβαλαν να καθίσω στην τιμητική θέση· εκεί δηλαδή όπου θα καθόταν ο ίδιος ο δημιουργός αν ζούσε.  Συνεχίστε την ανάγνωση του «Αλέξανδρος Αδαμόπουλος, Οι ‘Πύρινες Γλώσσες’ του Γιάννη Χρήστου στη Βαρσοβία και ο Κριστώφ Πεντερέτσκι»

Ανδρέας Εμπειρίκος, Κάθε μαργαριτάρι είναι μια σταγών

(02/09/1901- σαν σήμερα 03/08/1975)

Καρπός ελαίου

Επάνω από τη δοσοληψία των μιασματικών υδάτων μιας νόσου που κατεδικάσθη οριστικώς
Η άχνα της υγείας μεσουρανεί και μέλπει
Η πίστις της περιπετείας δε χαλαρώθηκε.
Τα μάτια της είναι πράσινα και κατοπτρίζονται μες στα νερά της νεότητος
Ένας νέος συναντά μια νέα και τη φιλεί
Από τα χείλη της αναπηδούν οι λέξεις μεθυσμένες
Όλη η ζωή τους μοιάζει με λιβάδι
Επαύλεις εδώ κι εκεί κοσμούν την πρασιά του Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ανδρέας Εμπειρίκος, Κάθε μαργαριτάρι είναι μια σταγών»

Ερνέστο Σάμπατο, Ελπίδα

Ερνέστο Σάμπατο (γεννήθηκε σαν σήμερα 24 Ιουνίου 1911 – 30 Απριλίου 2011)

«Είναι μέρες που σηκώνομαι από το κρεβάτι με μια τρελή ελπίδα, στιγμές που νιώθω ότι οι δυνατότητες για μια πιο ανθρώπινη ζωή είναι κοντά μας, φτάνει ν’ απλώσουμε το χέρι μας. Μια τέτοια μέρα είναι η σημερινή. Κι έτσι, κάθισα το χάραμα να γράψω σχεδόν ψηλαφιστά, βιαστικά, σαν κάποιος που βγαίνει στο δρόμο να ζητήσει βοήθεια μπροστά στην απειλή μιας πυρκαγιάς ή σαν πλοίο που, λίγο πριν βυθιστεί, στέλνει έναν ύστατο, φλογερό μήνυμα σε κάποιο λιμάνι που ξέρει που βρίσκεται εκεί κοντά, αλλά έχει κουφαθεί από το θόρυβο της πόλης και από την ποσότητα των επιγραφών που θολώνουν τη ματιά.  Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ερνέστο Σάμπατο, Ελπίδα»

Μίκης Θεοδωράκης (Χίος, 29 Ιουλίου 1925 – Αθήνα, 2 Σεπτεμβρίου 2021)

Ο Μίκης (Μιχαήλ) Θεοδωράκης (Χίος, 29 Ιουλίου 1925 – Αθήνα, 2 Σεπτεμβρίου 2021) ήταν Έλληνας συνθέτης και πολιτικός, κρητικής και μικρασιάτικης καταγωγής. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες μουσικοσυνθέτες και ως μια από τις μεγαλύτερες ελληνικές προσωπικότητες όλων των εποχών. Ως πολιτικός υπήρξε υπουργός και τέσσερις φορές εκλεγμένος βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου με το Κ.Κ.Ε και τη Ν.Δ, ενώ παράλληλα ήταν ακτιβιστής τιμημένος με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν το 1983.

Είχε ασχοληθεί με πολλά είδη της μουσικής, ενώ είχε συνθέσει τον ίσως πιο αναγνωρίσιμο ελληνικό ρυθμό διεθνώς, το συρτάκι «Ζορμπάς» (1964), βασισμένο σε παραδοσιακή κρητική μουσική. Επίσης είχε ασχοληθεί με την κλασική μουσική γράφοντας συμφωνίες, ορατόρια, μπαλέτα, όπερες και μουσική δωματίου. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Μίκης Θεοδωράκης (Χίος, 29 Ιουλίου 1925 – Αθήνα, 2 Σεπτεμβρίου 2021)»

Βασίλης Αλεξάκης (1943-2021), Τάλγκο ―αποσπάσματα

In Memoriam

Είχα ξεχάσει τι ωραία που νιώθεις όταν κάνεις έρωτα. Το σώμα μου είχε καταντήσει σαν κάτι παλιά επαρχιακά σαλόνια, θλιβερά και βουβά, με τα παντζούρια μονίμως κλειστά, τα έπιπλα σκεπασμένα μ’ άσπρα σεντόνια, σαν κάτι σαλόνια όπου δεν φαίνεται να κατοικούν παρά μόνο φαντάσματα επίπλων. Εσύ άνοιξες τις πόρτες και τα παράθυρα κι ένιωσα να με διαπερνά ένα γλυκύτατο καλοκαιρινό αεράκι. Ήταν μεσημέρι. Ανακάλυψα γύρω μου ένα θεόρατο κήπο με μυριάδες πουλιά.
Θυμάσαι τι γέλια κάναμε; Ίσως γι’ αυτό να γράφω, για να επιζήσει κάτι απ’ όλα αυτά, για να μην τ’ αρπάξει όλα ο χρόνος. Προσπαθώ κάτι να του κλέψω, έστω μερικές στιγμές. Ό,τι θυμάμαι. Στο τέλος θα μας πάρει ως και τις αναμνήσεις μας. Θα είναι σαν να μην έχουμε ζήσει καν. Ίσως δεν θα ’πρεπε να βασίζομαι τόσο στις λέξεις… Τα πλήκτρα της γραφομηχανής, σε τέσσερις σειρές όπως είναι, μοιάζουν με κερκίδες σταδίου όπου κάθονται φρόνιμα τα γράμματα.[…] Συνεχίστε την ανάγνωση του «Βασίλης Αλεξάκης (1943-2021), Τάλγκο ―αποσπάσματα»

Νίκος Εγγονόπουλος, Πολυξένη

Γεννήθηκε σαν σήμερα 21 Οκτωβρίου 1907 ―πέθανε 31 Οκτωβρίου 1985

Βρυκόλακες αλαλάζοντες και σιδηροπαγείς αύραι μού έφεραν χτες, περί το μεσονύκτιον, μεσουρανούντος του ηλίου της δικαιοσύνης, το μήνυμα του Nτάντε Γκαμπριέλ Pοσσέτη, του Isidore Ducasse και του Παναγή του Kουταλιανού. H πίκρα μου στάθηκε μεγάλη ! Mέχρι της στιγμής εκείνης επίστευα εις τα προφητικά οράματα των τορναδόρων, πρόσμενα τους χρησμούς των αλλοφρόνων ιππέων, προσδοκούσα τας μεταφυσικάς επεμβάσεις των αγαλμάτων. Mε γαλήνευε η ιδέα του πτώματός μου. H μόνη μου χαρά ήτανε οι πλόκαμοι των μαλλιών της. Έσκυβα ευλαβικά και φιλούσα την άκρια των δακτύλων της. Παιδί ακόμα, στην δύσιν του ηλίου, έτρεχα ωσάν τρελλός να προφτάσω να κλέψω, πριν νυχτώση, τα λησμονημένα σκιάχτρα μέσ’ απ’ τα χωράφια. Kαι όμως την έχασα, μπορώ να πω μέσ’ απ’ τα χέρια μου, ωσάν να μην ήταν ποτές παρά ένα απατηλόν όραμα, παρά ένα κοινότατο σφυρί. Στη θέση της βρέθηκε μονάχα ένας καθρέπτης. Kι’ όταν έσκυψα να δω μέσα σ’ αυτόν τον καθρέφτη, δεν είδ’ άλλο τίποτες παρά μόνο δύο μικρά λιθάρια : το ένα ελέγετο Πολυξένη, και το άλλο, Πολυξένη επίσης.

*

Από τα Ποιήματα, A΄, Ίκαρος 1977