Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: el plan quinquenal*

Σκηνή από εργάκι θεατρικό,
παραδομένο στον παραλογισμό
της εποχής μας

κριβό σαλονάκι και πιο πίσω το θάμπος της βεράντας και η καρδιά του μεσημεριού που χτυπά. Πανάκριβα έπιπλα και ανθοστήλες πάνω στα σεκρεταίρ της εποχής του Λουδοβίκου, πάει να πει με γυριστά πόδια και ένα σορό διακοσμήσεις. Επιμελώς ατημέλητα ριγμένα τα καλύμματα πάνω στα πανάκριβα τ’ανάκλιντρα. Καθρέφτες με ολόχρυσες κορνίζες και παντού πίνακες μεγάλων δημιουργών. Σε έναν από τους καναπέδες μια κυρία κάπου στα σαράντα, ντυμένη με ριχτό φουστάνι, όλο μινωικές υπομνήσεις στο γιακά και στα μανίκια και ως κάτω στη δαντέλα που φέρνει γύρο το ύφασμα. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: el plan quinquenal*»

Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Θερμοπύλαι

αυγουστιάτικα φωσάκια

Νίκη

Ανταπόκριση από ένα ταξίδι στην Σαμοθράκη

Το βράδυ έφυγε το πλοίο. Κυρίως παρέες, οικοδομικά υλικά και κάτι βαριά φορτηγά της εφοδιαστικής αλυσίδας. Έτσι σκοτεινά που ‘ταν τριγύρω η θάλασσα μου φάνηκε πως ξάφνου βρεθήκαμε στο πουθενά και για λίγο, η καρδιά μου σφίχτηκε. Γρήγορα συνήλθα και αποφάσισα να τριγυρίσω στο πλοίο. Να διαβώ και εγώ μέσα από τα σαλόνια, να κατευθυνθώ στην πλώρη, στο κατάστρωμα να σταθώ, σαν του Νέου Κόσμου τους καπετάνιους.

Είχε δυναμώσει ο αέρας και ήταν καλύτερα να βρει κανείς λίγο απάγκιο. Οι περισσότεροι κατέκλυσαν το σαλόνι και μερικοί στοιβάχτηκαν κατά μήκος του διαδρόμου που διατρέχει εξωτερικά το πλοίο. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Θερμοπύλαι»

Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: από την Βαστίλη

Ισμαήλ, να μια επανάσταση
14/7/1789 

[… ο ντε Λωναί σφαγιάστηκε και η Βαστίλη σωριάστηκε πάνω στο κουφάρι της Γαλλίας…]

[…Τίποτε δεν απομένει από τις επαναστάσεις. Τις σαρώνουν άλλες, μεγαλύτερες και πιο φιλόδοξες. Τα γεγονότα και τα πρόσωπα περνούν μες στις καταγραφές της ιστορίας και έτσι σφραγίζουν τον κύκλο που άνοιξαν. Κάποιοι λένε πως πέρασε πια ο καιρός που μπορούν μαζικές και συλλογικές επαναστάσεις να αλλάξουν τον καταιγιστικό ρυθμό του παρόντος, μιας εποχής που σηματοδοτεί ήδη το μέλλον.

Σαν σήμερα, γύρω στις πέντε το απόγευμα ο μαινόμενος όχλος εισβάλλει στην Βαστίλη. Οι πολύωρες διαπραγματεύσεις, οι διάφορες εγγυήσεις, υπήρξαν κενό γράμμα. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: από την Βαστίλη»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Άγ(ρ)ια πρόβατα

εργάκι
αγροτο – ποιμενικόν

αράπηγμα στη μέση της εξοχής. Χτισμένο από τσιμεντόλιθους και δίχως σοβάτισμα. Έχει μια μοναχική κεραία στην οροφή του, άγνωστο  ποιο σήμα προορίζεται να συλλάβει. Έτσι όπως προβάλλει στη σκηνή, πρέπει κανείς να φανταστεί πως τρεμοπαίζει όπως όλα τα πράγματα στο φόντο του καυτού μεσημεριού. Ένας άνδρας εμφανίζεται στη σκηνή, φοράει λινό κοστούμι και καθώς πρέπει καπέλο τύπου παναμά. Κάτι προσπαθεί να ξεχωρίσει, ίσως εκείνο το παράπηγμα στο πουθενά του οροπεδίου. Το λιοπύρι τον έχει καταβάλλει, κάθε τόσο σκουπίζει το μέτωπό του με ένα μαντίλι, έπειτα ισιώνει τον παναμά του και βάζει μπρος του, σαν πρώτα, τον κακοτράχαλο ανήφορο. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Άγ(ρ)ια πρόβατα»

Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Ποιος είδε την Μάλβα Μαρίνα Πέρεζ

Μαδρίτη, Αύγουστος του ‘34

[…Ο Νερούδα ποτέ δεν την αποδέχτηκε. Της γύρισε την πλάτη σαν είδε πως έπασχε από κάποια δυσμορφία. Και δεν την συλλογίστηκε ποτέ, μόνο την αρνήθηκε και μήτε που την επισκέφτηκε ποτέ εκεί όπου είχε ταφεί. Την κόρη του εκείνη την έλεγαν Μάλβα Μαρίνα Πέρεζ και πέθανε στα οκτώ της μόλις χρόνια. Καρπός ενός σκληρού έρωτα. Ο ίδιος γράφει: “«Ήταν η συνεύρεση ενός άνδρα και ενός αγάλματος. Κρατούσε τα μάτια της ορθάνοιχτα όλη την ώρα, εντελώς αδιάφορη. Είχε δίκιο που με περιφρόνησε”…]

Κανείς δεν παίζει με την Μάλβα. Όλοι τη δείχνουν και γελούν και της λένε πως είναι άσχημη πολύ. Και πως δεν έχει για πατέρα της κανένα. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Ποιος είδε την Μάλβα Μαρίνα Πέρεζ»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Στάνλεϊ ή Μετά τον πόθο

[…θεατρικό έργο, χιλιοπαιγμένο
και όμως…] 

ραδινό λεωφορείο στην έρημη πόλη με τα βαριά, πέτρινα σπίτια, κάτι μεγάλους ίσκιους, μια τάξη διαυγής, μια ζωή τόσο φυσική και κατανοητή. Ένας απροσδιόριστος δρόμος και η νύχτα και ίσως μια αίσθηση υγρασίας βραδινή, έτσι που πίσω από το τζάμι του λεωφορείου, να μοιάζουν όλα γυάλινα. Δυο τρεις φιγούρες σκόρπιες στο μεγάλο καμιόνι. Κάθε τόσο ο φωτισμός τρέμει χάνεται, αργότερα ετούτο θα γίνει το μέσο για μια άνευ προηγούμενη μετάπτωση στα πιο βίαια, ανθρώπινα ένστικτα. Μια απαλή μουσική ακούγεται, μια ανεπαίσθητη χροιά νεοελληνικών επιτυχιών φθάνει ως τις πρώτες θέσεις. Εκεί που κάθεται ο Σταν. Είναι νέος, ντυμένος πρόχειρα και πολύ όμορφος. Στέκει όρθιος και κάθε τόσο λικνίζεται καθώς το λεωφορείο επιταχύνει, αλλάζει κατευθύνσεις, κόβει ταχύτητα και ακινητοποιείται, βαρύ και απρόθυμο. Στις πίσω θέσεις βρίσκεται ένα κορίτσι όχι πάνω από είκοσι χρονών, η Λίζα. Αργότερα, άγνωστο με τι αφορμή θα μάθουμε το όνομά της. Και είναι ακόμη κάποιος που παραμένει μυστηριώδης και απρόσιτος, σαν το σκοπό της νύχτας. Ένας ανεξερεύνητος άνθρωπος, με καταγωγή ίσως από έναν άλλο κόσμο, καλύτερο ή χειρότερο από αυτόν εδώ. Μα λίγη σημασία έχει αυτό. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Στάνλεϊ ή Μετά τον πόθο»

Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Universo Agrietado

 ανταποκρίσεις από τη ζωή της Μπεά. Κάποτε

Θέλει χάρη να γλιστράς μες στα στενά όρια του διαδρόμου. Η Μπεά έχει αναδείξει για παλάτι της εκείνα τα δυο δωματιάκια με την μικρή κουζίνα και το λουτρό. Και προσέχει ποτέ μα ποτέ να μην πέσει η αξιοπρέπειά της θύμα τίποτε ιστών. Και τότε το παλατάκι της θα γινόταν συντρίμμια μεμιάς και η προσπάθεια να την θαυμάζουν όλες ανεξαιρέτως οι φιλένάδες  για τη νοικοκυροσύνη της θα πήγαινε περίπατο.

Για τη χάρη της δεν θα γράψει κανείς, για την Μπεά δεν θα ‘χει φιλί πια, μόνο  βαθιά και στεγνή λύπη. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Universo Agrietado»

Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Γκόλφω 2.0

Η Γκόλφω είναι βωβή ταινία του 1914, η πρώτη γνωστή μεγάλου μήκους ταινία του ελληνικού κινηματογράφου.

Παραλλαγή του γνωστού μύθου
κατά το αστικότερον
και το εκσυγχρονιστικό

ιαμέρισμα στο κέντρο της πόλης. Μικρό δωμάτιο, φορτωμένο ρούχα, μια τηλεόραση που παίζει διαρκώς στο βουβό, κάθε τόσο χάνει το σήμα της, οι πρωταγωνιστές τη χτυπούν και εκείνη συνέρχεται. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στις πραγματικότητες. Μαζί με την τηλεόραση που δεν ακούγεται δουλεύει και ένα μονότονο, ηπειρώτικο μοιρολόι. Κάποιος πεθύμησε την πατρίδα, τι να γίνανε τα μέρη μας τα παιδικά, αχ τι να ‘γιναν, ίσως να χορταριάσανε και ποιος να τα ξεκρίνει κάτω από του χρόνου τα σπαρτά. Η μουσική πλανάται σε όλο τον ακάλυπτο. Είναι εκείνο το κομμάτι της πόλης που παρέμεινε μυστικά άχτιστο, μια πόλη κρυμμένη πίσω από τα σπίτια, σαν το οφθαλμιατρείο του “εξατμιζόμενου” Γεωργίου Μακρή. Ένας Θεός ξέρει πώς σώθηκε από το τέρας της αντιπαροχής. Συνεχίστε την ανάγνωση του «Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Γκόλφω 2.0»