Δεν φύτρωσε ποτέ στον τόπο μου
φλισκούνι κι άγρια μέντα
και ο έρωτας παραμένει λειψός χωρίς το ρω
μόνο εργολάβοι περιφέρονται
και κάπηλοι της ιστορίας
θαμώνες ανήλιαγων καπηλειών
που εμπορεύονται λαθραία αγάλματα
με μάτια λευκά και ιμάτια δίχως χρώμα
και η σιωπή που σκεπάζει τον κόσμο συντριπτική.
Κάθισα αντικρυστά με τον εαυτό μου
ελλείψει ετέρου και τα ήπιαμε
τσουγγρίζοντας τα ποτήρια και τσιμπολογώντας μεζέδες
εν μέσω συζητήσεων επί παντός του επιστητού
εκμυστηρευόμενος τους κρυφούς μου καημούς
και τα ξεφτισμένα μου πλέον όνειρα
που δεν ευδόκησαν λόγω έλλειψης επαρκούς χώρου
στο οριζόμενο και περιφραγμένο ανέκαθεν τοπίο
από παντός είδους περιφερόμενους τύπους
εμπορευόμενους κυρίως εδώδιμα και αποικιακά.
Στο ράδιο αφημένη η μουσική να κυλάει
παρασύροντάς με σε ταξίδια μακρινά και ονειρεμένα
– έτσι και αλλιώς ποτέ μου δεν υπηρέτησα
σε καράβι αταξίδευτο –
αλλά και να με καθηλώνει χαμηλά
λες και τα πόδια ριζωμένα στη γη
αδυνατούν να αποκτήσουν συγχρονισμένο βήμα.
Παραμένοντας άφωνος καθώς με κοιτάζει το είδωλό μου
θέλησα να ταξιδέψω συννεφοκαβαλάρης
αψηφώντας τους κανόνες του χρόνου
αναζητώντας τον δρόμο για τα όνειρα
μα στα μισά του γύρισα πίσω
καθώς είχα ξεχάσει τα κλειδιά που ανοίγουν τις πόρτες
από τα ανεμισμένα κάστρα
που έπεσαν χωρίς πολιορκία.
Συνειδητά αφήνομαι εκτεθειμένος
μπερδεύοντας την σημασία του λογοκλόπου με τον δολοπλόκο.
*
©Δημήτρης Παπαλιάς
φωτο: Στράτος Φουντούλης

Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.