Από τις Εκδόσεις Μανδραγόρας
Το νέο, 7ο, τεύχος του περιοδικού diPgeneration, που επιμελείται η Ιφιγένεια Σιαφάκα, βρίσκεται ήδη στα Βιβλιοπωλεία. Συμμετέχουμε οι: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗ – ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Χ. ΛΟΥΚΟΠΟΥΛΟΣ – ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΜΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ – ΜΑΡΙΑ ΜΑΝΔΑΛΟΥ – ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΣ – ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΠΟΥΝΤΖΑΚΗΣ – ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΣΙΑΦΑΚΑ – ΓΕΩΡΓΙΑ ΤΑΤΣΗ – ΑΘΗΝΑ ΤΙΤΑΚΗ.
Επιπλέον η απολαυστική ΖΑΡΝΤΙΝΙΕΡΑ και το DiPαίγνιον.
Εξώφυλλο και Σχεδιασμός: Στράτος Φουντούλης
Ορισμένα αποσπάσματα:
«[…]Διάθλαση, ευθέα ξίφη που διασχίζουν το νερό τεθλασμένα αναδεικνύουν την προοπτική της αφάνειας. Ένας γυρίνος που αντιλαμβάνεται τον ήλιο ψηλότερα και εξηγεί τη φαινόμενη ανύψωση ως άμυνα ενός χταποδιού στο θαλάμι του. Η διπλή διάθλαση, έπειτα από ολική ανάκλαση, στο εσωτερικό μιας σταγόνας. Η κρίσιμη γωνία και το ουράνιο τόξο των τροπικών. Γεμάτο χρώματα και καθόλου επιστήμη. Γεμάτο πεντακάθαρη ποίηση.
Διάθλαση, μιας διαδρομής με χιόνι στην κορυφή του αλπικού τρένου· το Ιντερλάκεν δυο στήθη μαβιά βυθισμένα στον παγετώνα· το Ίνσμπρουκ κατακόκκινο χαμόγελο· το Ζάλτσμπουργκ μια αποικία του Βάγκνερ δίχως τον Ιπτάμενο Ολλανδό· Το Ζάλτσμπουργκ γεμάτο βαλκυρίες.
Διάθλαση, η θλάση ενός κεραυνού τη στιγμή που γεννιέται και πεθαίνει. Η ιοντική μαχαιριά των ηλεκτρονίων στου νέφους το μαλακό ιγμόρειο. Μια παύση γεμάτη ενέργεια, χρόνο, δράση και παλμό. Μια πιστολιά δίχως την καύση και τα αίματα. Που μυρίζει καμένη τρίχα –άζωτο και όζον–, βρεγμένη γη. Όταν σε όρισα, και τα όρια έμοιαζαν δεσμά. Τα πολλαπλά κατάγματα και η «κακιά στιγμή» κατά την απόδραση. Το αεράκι της επιστροφής στην κονβέρτιμπλ άμαξα. Η μεταμόρφωσή της σε ταπεινή κολοκύθα.[…]»
(Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος, απόσπασμα από τις «δεκαεννιά ΒΙΝΙΕΤΕΣ για τις ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ» σύντομα από τις εκδόσεις ΑΩ)
*
Απεταξάμην
Ξημέρωσα μ’ ένα πόδι βουβό
μ’ ένα σαρακοφαγωμένο χέρι
μ’ ένα του πόντικα αυτί
Κανείς δεν ήθελε να με βλέπει
κανείς να μ’ αγγίξει δεν ήθελε
Ξημέρωσα βόμβα τυφλή
Φώσφορος ευανδρίας
ροκάνιζε τα σωθικά μου
ήμουνα μες το κάτουρο
κανείς δεν ήθελε να μ’ ακούει
έτσι που ρέκαζα
και ζητούσα τ’ αδέρφια μου
η μάνα μου ένα κουβάρι ασβέστης
ο πατέρας ξεδοντιασμένος Αίαντας
βυθισμένα στην ομίχλη
τα μάτια του
Ήταν όλα καπνός
διαλυμένα ασθενοφόρα
ναρκωμένοι γιατροί
νοσοκόμοι σκυλιά κολοβά
ανύπαρχτες γάτες
και θέριευαν οι αρουραίοι
ένας τους είχε κολλήσει
στον αφαλό μου
και βύζαινε
Εκεί έξω ερπύστριες κραυγές
σκιές στα χαλάσματα
έσταζε αίμα παντού
ο ουρανός έσταζε αίμα
σειρήνες ριπές ποδοβολητά
Και λέξεις άσεμνες
θνητούς και θεούληδες
χλεύαζαν σε επετειακά
πρωτοσέλιδα
στης οθόνης τον απόπατο
Σε μακρινών σαλονιών
ευγονικά βελούδα
βιοδιασπώμενα σποτάκια
παράστεκαν τους άθλιους
στην «απόλαυση του κειμένου».
(Μαρία Μανδάλου, από «Τα Ημερολόγια της Γάζας», υπό έκδοση)

Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.