Γεωργία Κανελλοπούλου: 1936, Καλοκαίρι στην Οστάνδη

Carte postale Oostende / photo: geneanet.org

«Με τα πολλά ο Τσβάιχ δέχτηκε. Και εξαιτίας του Ροτ διάλεξε την Οστάνδη ως τόπο παραθερισμού εκείνο το καλοκαίρι. Ο φίλος του μπορούσε να έρθει εύκολα ως εκεί με το τρένο από το Άμστερνταμ, δεν ήταν μακριά. Εντάξει, η επιλογή ενός μέρους παραθαλάσσιου δεν άρεσε στον Ροτ. Δεν έμπαινε στη θάλασσα. Μήπως έμπαιναν τα ψάρια στα καφενεία; κορόιδευε συχνά. Του Ροτ δεν του άρεσε ο καυτός ήλιος, δεν του άρεσε η παραλία, δεν του άρεσε η εύθυμη ατμόσφαιρα των διακοπών. Δεν την τραβούσε η όρεξή του. Ο Τσβάιχ τον έπεισε: Η Οστάνδη ήταν πραγματική πόλη, είχε περισσότερα καφενεία από τις Βρυξέλλες και αμέτρητα μπιστρό.» Κι έτσι, ο Στέφαν Τσβάιχ, ο Γιόζεφ Ροτ και άλλοι πολλοί αμήχανοι, απελπισμένοι, θυμωμένοι, που έφτιαξαν «μια παρέα σε ελεύθερη πτώση», βρέθηκαν το καλοκαίρι του 1936 στο θέρετρο της  Οστάνδης. Το καλοκαίρι πριν το σκότος, όπως λέει ο υπότιτλος του βιβλίου του Φόλκερ Βάιντερμαν Οστάνδη 1936.

Το 1936, ο Τσβάιχ ήταν 46 ετών, ένας παγκοσμίως διάσημος και ευπώλητος συγγραφέας. Ήταν επίσης ένας άνθρωπος με σημαντική οικονομική επιφάνεια, με μεγαλοπρεπές σπίτι στο Σάλτσμπουργκ, χειρόγραφα συγγραφέων όπως ο Μπαλζάκ, ο Νίτσε, ο Τολστόι και ο Ντοστογιέφσκι στην ιδιοκτησία του, και το γραφείο του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν στο χώρο του. Τα βιβλία του όμως δεν εκδίδονταν πλέον στη Γερμανία και την Αυστρία, έβλεπε δε τα σύννεφα που είχαν μαζευτεί στον ευρωπαϊκό ουρανό και προειδοποιούσε: «Το 1924, αγιάτρευτα ανόητοι, πιστέψαμε πραγματικά πως ο πόλεμος ήταν παρελθόν. Όλοι είχαμε την αίσθηση πως έπρεπε να ξανακερδίσουμε τη χαμένη ευτυχία, την ελευθερία και τη δυνατότητα πνευματικής δημιουργίας που είχαν κλέψει από τη ζωή μας. Θέλω να θυμάμαι πάντα μ’ ευγνωμοσύνη εκείνη τη δεκαετία ως το 1933, πριν καταφέρει ένας άνθρωπος να καταστρέψει τον κόσμο μας.».

Ο Ροτ, δεκατρία χρόνια νεότερος από τον Τσβάιχ, βρισκόταν σε μια διαρκή κατάσταση κρίσης. Όταν είχε χρήματα, έμενε στα καλύτερα ξενοδοχεία. Όταν δεν είχε, ζούσε δύσκολα, εξαρτημένος από τη φιλανθρωπία των φίλων του. Βοηθιόταν πολύ από τον Τσβάιχ – χρήματα, συμβουλές, καλοσύνη – και τον στηλίτευε λιγάκι, που όλα τα βιβλία του γίνονταν μπεστ σέλερ. Όταν οι Ναζί ανέλαβαν την εξουσία, απαγόρευσαν αμέσως τα βιβλία του Ροτ. Ήταν θυμωμένος και δυστυχισμένος, έπινε σαν να μην υπάρχει αύριο – γιατί στ’ αλήθεια δεν υπήρχε αύριο – και εκείνο το καλοκαίρι παρακάλεσε τον Τσβάιχ να τον συναντήσει στην Οστάνδη. Και τον έπεισε. Τελικά, είναι ο Τσβάιχ που τον περιμένει στο σιδηροδρομικό σταθμό. Δίνουν τα χέρια, “Κύριε Ροτ, επιτέλους! Καλώς ήρθατε στη θάλασσα!” Και όλα μοιάζουν να είναι όπως παλιά.

Η Οστάνδη το 1936 είναι γεμάτη απελισμένους καλλιτέχνες, μοιάζει με κοινότητα πολιτιστικών προσφύγων, που νιώθουν ότι απειλούνται, και ειναι για όλους αδύνατο να αποφασίσουν το επόμενο βήμα τους. Μια τέτοια «παρέα σε ελεύθερη πτώση» συγκεντρώνεται τα βράδια στο Café Flore. Ανάμεσά τους είναι ο Τσβάιχ κι ο Ροτ, ο Άρθουρ Κέστλερ, που δεν έχει γράψει ακόμη Το Μηδέν και το Άπειρο, ο Έγκον Έρβιν Κις, δημοσιογράφος και συγγραφέας, αδυσώπητος αντιναζιστής, ο θεατρικός συγγραφέας Ερνστ Τόλερ που κρατάει ένα σχοινί στη βαλίτσα του «ώστε να έχει έναν τελευταίο τρόπο να δραπετεύσει», ο “κομμουνιστής με τις εννιά ζωές” Ότο Κατς, η ασεβής, θαρραλέα, ελκυστική, νεαρή μυθιστοριογράφος Ίρμγκαρντ Κόιν, η οποία ερωτεύεται τον Ροτ και πίνουν παρέα, ο Χέρμαν Κέστεν που ο Τσβάιχ τον έλεγε “προστάτη όλων εκείνων που είχαν σκορπίσει στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα”. Έρχονται νέα από τη Γερμανία: “Μια Γερμανία που εκστασιάζεται με εμβατήρια, μέρες αφιερωμένες στο κόμμα, ζητωκραυγές και μαζικές γιορτές. Μια Γερμανία γεμάτη μικροαστούς μεθυσμένους. Μεθυσμένους επειδή τους έχουν πείσει πως η τρέλα είναι λογική. Μεθυσμένους επειδή μπορούν να υπακούουν και να φοβούνται. Μεθυσμένους επειδή έδωσαν εξουσία στα χέρια τους.”

Είναι η χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων του Βερολίνου, όπου  ο Γκέρινγκ θα προσπαθήσει να πείσει ότι όλα είναι φυσιολογικά, ποια “τελική λύση”. Ο Τσβάιχ και ο Ροτ όμως γνωρίζουν καλά ότι όλα αυτά είναι μια απάτη, ότι για τους ομοίους τους, εβραίους αλλά και αντιφρονούντες, η μοίρα είναι δεδομένη. Αλλά τι να κάνουν, πού να πάνε; Ο ισπανικός εμφύλιος είναι θέμα ημερών, ενώ η πιο ανίερη τριάδα της ιστορίας – Χίτλερ, Μουσολίνι, Φράνκο – είναι ήδη παρούσα στην Ευρώπη.

Ο Στέφαν Τσβάιχ στήνει ολόκληρο το γραφείο του στην Οστάνδη, καλεί τον Ροτ να δουλέψουν “όπως τον παλιό καλό καιρό, να ελέγχουμε και να διορθώνουμε ο ένας τον άλλον”. Εκεί γράφει τη νουβέλα του Το θαμμένο καντηλέρι. “Είναι η ιστορία μιας εφτάφωτης λυχνίας, που ξεκινώντας από την Ιερουσαλήμ ταξιδεύει στη Βαβυλώνα, μεταφέρεται στη Ρώμη από τον Τίτο, πέφτει στα χέρια των Βανδάλων, πηγαίνει στην Καρχηδόνα, για να καταλήξει μέσα στις αποσκευές του Βελισάριου στην Κωνστνατινούπολη. Ο Ιουστινιανός την επιστρέφει στην Ιερουσαλήμ αλλά χάνονται τα ίχνη της σε μια χριστιανική εκκλησία. Είναι η ιστορία της αιωνιας περιπλάνησης των Ιουδαίων – αυτή θέλει να τελειώσει στην Οστάνδη ο Τσβάιχ, την ιστορία της εξορίας των Εβραίων, της διασποράς τους και της αιώνιας ελπίδας τους πως κάποτε θα πάρει τέλος η αιώνια περιπλάνησή τους. Το αναφέρει στον Ροτ πως δεν μπορεί πια να γράψει παρά μόνο για ό,τι «έχει άμεση σχέση με τα όσα συμβαίνουν γύρω μας».”

Στη «φαρδιά λεωφόρο» της Οστάνδης με «το μεγάλο καζίνο… τα ξύλινα περίπτερα, παγωτά, ομπρέλες,», δύο σπουδαίοι άνθρωποι και συγγραφείς νοσταλγούν, στοχάζονται, φοβούνται, εξερευνούν τους μύθους που όλοι λέμε στον εαυτό μας για το ποιοι είμαστε. Ο  Τσβάιχ – αστός, πετυχημένος, ένας «Δυτικός Εβραίος» από τη Βιέννη – και ο σχεδόν προστατευόμενός του Ροτ, αλκοολικός, λιγάκι μισάνθρωπος «Ανατολικός Εβραίος» που αναζήτησε καταφύγιο στην πρωτεύουσα. Παίζουν σκάκι και πίνουν, παθιάζονται, τσακώνονται, γαντζώνονται άλλος στο παρελθόν άλλος στο μέλλον. Κανένας δεν θα σωθεί από τις φλόγες. Ούτε η Ευρώπη.

Επίλογος

Ο Στέφαν Τσβάιχ αυτοκτόνησε, μαζί με τη σύζυγό του Λότε, το 1942 στη Βραζιλία όπου είχε διαφύγει, απελπισμένος για το μέλλον της Ευρώπης και του πολιτισμού της. Ο Γιόζεφ Ροτ διέφυγε στη Γαλλία όπου πέθανε το 1939, από κίρρωση του ήπατος, αμέσως μόλις πληροφορήθηκε το θάνατο του Ερνστ Τόλερ, και λίγους μήνες πριν την εισβολή των ναζί στη Γαλλία.  Ο Έρνστ Τόλλερ αυτοκτόνησε το 1939 στη Νέα Υόρκη. Ο Άρθουρ Κέστλερ πήγε στην Ισπανία το 1937, αιχμαλωτίστηκε από τα στρατεύματα του Φράνκο και καταδικάστηκε σε θάνατο ως κατάσκοπος, διέφυγε, και τελικά αυτοκτόνησε το 1983. Ο Έγκον Έρβιν Κις έλαβε μέρος στον Ισπανικό εμφύλιο ως εθελοντής στις Διεθνείς Ταξιαρχίες, συνελήφθη στη Γαλλία το 1939 ως «πολιτικά επικίνδυνος ξένος», διέφυγε στο Μεξικό, και τελικά πέθανε από εγκεφαλικό το 1948, μόλις επέστρεψε στην Πράγα. Η Ίρμγκαρντ Κόυν προσποιήθηκε πως αυτοκτόνησε, επέζησε κρυμμένη και πέθανε τελικά το 1982. Η Φριντερίκε Ροτ, που νοσηλευόταν σε ψυχιατρικό νοσοκομείο, μετά τη μετανάστευσή των γονιών της στην Παλαιστίνη, οδηγήθηκε το 1940 στο ναζιστικό κέντρο ευθανασίας Σλος Χάρτχαιμ, όπου εκτελέστηκε στους θαλάμους αερίων. Ο Χέρναν Κέστεν έγραψε το πολύ τρυφερό βιβλίο για τους εξόριστους Οι φίλοι μου οι ποιητές. Ο Ότο Κατς συμμετείχε στην ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος Τσεχοσλοβακίας και το 1952 καταδικάστηκε από τους συντρόφους του σε θάνατο, μαζί με άλλους κομμουνιστές, ως επί το πλείστον εβραίους. Το καλοκαίρι της Οστάνδης χάθηκε οριστικά.

Στις 10 Μαίου 1940 οι γερμανοί μπήκαν στην πόλη, χωρίς την παραμικρή αντίσταση. Το 1944 τη βομβάρδισαν οι σύμμαχοι και την κατέστρεψαν σχεδόν ολοκληρωτικά. “Η Οστάνδη δεν υπάρχει πια”, γράφει ο Φόλκερ Βάιντερμαν, “η πόλη που σήμερα λέγεται έτσι είναι μια άλλη”.

_____________

Πηγές

  1. Φόλκερ Βάϊντερμαν: Οστάνδη 1936, Μτφρ. Μ. Αγγελίδου, Εκδ. Άγρα
  2. Στέφαν Τσβάιχ: Ο Κόσμος του Χθες, Μτφρ. Α. Καρανταρίδου – Τ. Λιάνη, Εκδ. Printa
  3. https://polaroidstories.com/irmgard-keun/
  4. https://www.heraldscotland.com/life_style/arts_ents/14241613.ostend-1936-stefan-zweig-joseph-roth-hoped-nazi-madness-germany-not-reach/
  5. https://newrepublic.com/article/128453/world-yesterday
  6. https://www.thetimes.com/travel/destinations/europe-travel/germany/berlin/summer-before-the-dark-stefan-zweig-and-joseph-roth-ostend-1936-by-volker-weidermann-translated-by-carol-brown-janeway-5x82q36fz9v
  7. https://bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/7305-2017-02-26-09-43-32

✳︎

A’ Δημοσίευση ©Γεωργία Κανελλοπούλου στο Polaroid Stories >>>