Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Μια παρ’ ολίγον αδικοχαμένη αρραβωνιαστικιά

Φοβερές
του έρωτος
οι συνέπειες

Ανταπόκριση από τ’αστυνομικά της κυριακάτικης της φυλλάδας, της αβάσταχτης. Φανταστική πέρα για πέρα, τοποθετημένη στην παλιά την εποχή, σε έναν καιρό θολό πια και ξεχασμένο, σαν τα τοπία του Κλωντ Λοριάν, αν έχετε υπόψη.

“Περί την ενάτη φάνηκε το τσούρμο. Εμπρός πηγαίνανε οι αρραβωνιάρηδες, πίσω οι γονείς και οι θείοι και έπειτα οι γείτονες και οι άνθρωποι οι πιο κοντινοί. Παραπίσω ακολουθούσε όλη η γειτονιά, ήσαν και τα όργανα ανάμεσά τους, παιδιά, μωρά, χαλασμό να ιδείς και να μην τον επιστεύεις! Είχε πιάσει το τραγούδι εκείνο το μπουλούκι που χαλούσε το χωριό και σκόρπαγε τη γαλήνη της γενικότερης φύσεως.

Μπήκανε στο μαγαζί και έσπασε ο κάπελας ένα ποτηράκι του κρασιού, έτσι για τύχη καλή. Έπειτα έδωκε η αρραβωνιαστικιά ένα φιλί στο διαλεχτό της και όλοι μαζί περάσανε στο βάθος του καταστήματος που ‘χε στηθεί χώρος για το γλεντάκι. Πήγανε και καθίσανε όλοι με τη σειρά. Και ήταν σαν να ‘ταν δυο οι Χριστοί και οι μαθητές περισσότεροι και οι προδοσίες πνιγμένες στη μουσική από τα όργανα της ορχήστρας. Απάνω στη χαιρετούρα δόθηκε το σύνθημα και οι μελλοντικοί νεόνυμφοι σηκώθηκαν και χόρεψαν ένα ωραίο συρτό. Είχαν όλοι να λένε για του κοριτσιού το φουστάνι. Μα και για το παιδί μόνο λόγο καλό είχανε να λένε, που ‘ταν βλάμης και εράγιζε την πέτρα άμα το’θελε”.

Διακόπτω για να σας πω ότι τα καθέκαστα διεσώθησαν με ακρίβεια θαυμαστή από το στόμα αυτόπτη μάρτυρα, πέρα για πέρα αξιόπιστου και νοικοκύρη. Μαρτυρία πρώτης τάξεως, σαν να λέμε πρώτο πράγμα για να σκαρώσεις ένα αρθράκι. Το λοιπόν…

“Έπειτα σηκώθηκε η γερουσία. Και θα’χαν παραδοθεί ολότελα στο χορό και το κρασί, άμα δεν εμφανιζόταν ο κύριος φωτογράφος. “Γαμήλιαι Δεξιώσεις, Φώτο Ρομάντζα, Π. Χ.”, έγραφε η μαρκίζα στο μαγαζάκι του κέντρου. Στη βιτρίνα είχε κανά δυο νεόνυμφους και την πλάκα με το σκυλάκι που ‘ταν γλυκύτατο πολύ και είχε κλέψει την παράσταση. Να δείτε παιδοθέμι όλη μέρα όξω από τη βιτρίνα, να νιώσετε τι θέλω να σας πω.  

Τέλος πάντων, οι κυρίες πήγαν να σουλουπωθούν καθότι με το χορό και τα λοιπά δρώμενα είχε στρίψει η ραφή του φουστανιού των και είχε χαλάσει κάπως το μακιγιάζ και έπρεπε να’ναι κανείς προσεγμένος σε παρόμοιες περιστάσεις. Διότι ετούτες οι λήψεις θα’ναι μοναδικές και ίσως μετά από καμιά δεκαετία να τις δει κανείς και να προσέξει έναν σορό ατέλειες. Δεν είμεθα για τέτοια, είπε η μητέρα της αρραβωνιαστικιάς και εστήθη εμπρός από το φακό. Τότε ήταν που ο παραζαλισμένος πεθερός εμφανίσθηκε παραπατώντας και προφέροντας κάτι λέξεις ακατάληπτες που δεν αναγνώρισε κανείς ως γλώσσα επίσημη. Έσκυψε και κοίταξε μέσα από το θάλαμο το σκοτεινό και τον αινιγματικό. Και φαίνεται πως τον επήρε πολύ μακριά και σαν κοίταξε πάλι τη σάλα, θυμήθηκε που την αρραβωνιαστικιά αγαπούσε πολύ. Είχαν ανταμώσει καιρό πριν την εκδήλωση και είχαν ξεστομίσει φλογερά της αγάπης λόγια, λένε”. 

Εδώ ο συμπαθής αυτός μάρτυς, εκοκκίνησε και φέρθηκε σαν τους ανθρώπους τους πολύ ντροπαλούς, που με το ζόρι μιλούν για την αγάπη και ας την κουβαλάνε μια ζωή μέσα τους. Συνεχίζω.

“Τέλος πάντων ο νεαρός αντελήφθη τις λοξές ματιές, τα ηδυπαθή τα βλέμματα και εφλογίσθη τρομερώς και ασυγκρατήτως. Ο φωτογράφος ο Π.Χ. διέκρινε τον κίνδυνο για τον εξοπλισμό του και βιάστηκε να πάρει από τη σκηνή του δράματος μηχανές και τα ρέστα. Μα δεν πρόλαβε, διότι ο νεαρός άρπαξε ένα πιρούνι από το τραπέζι του αρραβώνος και κατάφερε διαδοχικές πληγές εις το λαιμό του μεσήλικος εραστή. Και έπειτα στράφηκε σε εκείνη που ‘ταν όμορφη και είχε μεταβληθεί στην αιτία για τη φριχτή έκβαση του γλεντιού. Ε, θα την κατατρόπωνε και αυτή που λέτε άμα δεν την άρπαζε ο φωτογράφος που ‘χε διασφαλίσει τον εξοπλισμό και τώρα αναλάμβανε ρόλο ανθρωπιστικότερο. Εκυλήσθησαν στο πάτωμα, τέτοια ήταν η φόρα της χειρονομίας του Π. Χ. Που βρέθηκε η νέα και εκείνος, εις απόσταση αναπνοής. Και διέκριναν τότε πως μεταξύ τους θα μπορούσε, αν το ‘θελε ο Θεός, να αναπτυχθεί ένα κάποιο αίσθημα.  

Οι αρχές ήρθαν και παρέλαβαν το δράστη και τον τραυματισμένο. Τα γκαρσόνια σφουγγαρίσανε τα αίματα και το γλέντι συνεχίστηκε, μα με άλλον αρραβωνιάρη. Η μητέρα του κοριτσιού σχολίασε σχετικώς πως “έτσι θα γλιτώσουμε και το κόστος των πλακών”. Όλοι χειροκροτήσανε και είπανε πως ο Θεός έβαλε το χέρι του, προτού εκείνη η όμορφη, η φιλντισένια, του σκανδάλου η πέτρα γενεί μια αδικοχαμένη αρραβωνιαστικιά”. 

Αυτά εδήλωσε ο μάρτυς. Μα το καλύτερο το κράτησε  για το τέλος ο μέγας αυτός αφηγητής. Και επειδή δεν κατεγράφη σας το μεταφέρω αυτούσιο για το κέφι σας και μόνο. “Εμένα άμα με ρωτήσετε, απ’όπου και αν το δει ο καθείς, όλοι κερδισμένοι ήσανε. Ο επίδοξος φονιάς δεν χρειάστηκε να πληρώσει τον φωτογράφο ενώ ο τελευταίος κέρδισε, όχι μόνο το κέρδος των πλακών, μα και τη σοβαροτάτη προίκα της θυγατέρας της όμορφης, αυτής ντε, που στάθηκε το μήλον της έριδος”.

✳︎

©Απόστολος Θηβαίος

Διαβάστε τα κείμενα του Απόστολου Θηβαίου→

φωτο: Στράτος Φουντούλης

❀