Αρχείο 16.08.2014
ΠΡΟΔΟΜΕΝΟ ΟΝΕΙΡΟ
Σίμωσε δώθε να σε τραγουδήσω
προδομένο όνειρο κι ελπίδα ατελεύτητη
στων φαντασμάτων τις αναλαμπές
και στων αθώων τα βάραθρα.
Πώς έμοιασες έτσι εσύ;
Παιδί που εκκολάφτηκε
στις άγρυπνες αυγές μας
νωρίς σαβανώθηκες
και μύριζε ακόμα φωτιά το χνώτο σου.
Πώς έσπασες έτσι εσύ;
Ασπίδα των διωγμών
και άρμα των θριάμβων
έχασκε μπρος σου ο καθρέφτης
κι εσύ λιγώθηκες.
Πώς χάθηκες έτσι εσύ;
Μίτος που κόπηκε
ίριδα που ξεθώριασε
με κόντρα τον άνεμο
και το χάρτη στο χέρι
έχασες τη λεπίδα.
Τώρα γυρνάς ματωμένο
σαν σάρκα της μνήμης.
Μιλάς φράγκικα στο Σακατέκας
στην Κόρδοβα γελάς
με μια αρκούδα που χορεύει
και στη Βομβάη αφουγκράζεσαι
ένα ινδιάνικο μοιρολόι.
Φύγε μακριά προδομένο όνειρο
ξημέρωσε κι η μυλόπετρα πρέπει να γυρίσει.
![]()
ΥΠΑΡΚΤΟ ΦΑΝΤΑΣΙΑΚΟ
Απ’ όλους τους μύθους επέλεξες το Σίσυφο
να προλογίσεις αγόγγυστα της ύπαρξης τον κάματο
να διευρύνεις το έπος της απάτης
με μια άσπονδη εκροή που επουλώνει το νου.
Κι απ’ όλες τις μάχες διάλεξες Θερμοπύλες
να σ’ επαινούν οι αυλικοί
οι ιερείς να σε δοξάζουν
μα πάντοτε υπότροπο και πάντα προδομένο.
Κι απ’ όλους τους θεούς διάλεξες το Χριστό
κάθε άνοιξη να ‘χεις σταυρό
καρφιά, χολή και ψόγο.
Θα ‘χω κι ανάσταση μου λες
μα όσο για το μύθο
την εκλογή την έκαμες
από τον πρώτο στίχο.
![]()
ΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΘΛΑΣΕΙΣ
Περπάτησα για καιρό
η πόλη θέριευε γύρω μου
κατάλευκη από φωτιά
– κι ας πουλούσαν τα περίπτερα μόνο βρεγμένα σπίρτα.
Μόχθησα να θυμηθώ
την επόμενη της τελευταίας επανάστασης
της τελευταίας που έζησε να ολοκληρωθεί
μα και η προηγούμενη θνησιγενής ή απέθαντη;
Ένα σωρό καταγραφές κι ιστορικές αλήθειες
ένιωσα δόκιμος δημοσιογράφος
στο μισθολόγιο της συλλογικής απορίας.
Στις λεωφόρους δυο διμοιρίες γραβάτες
διέσχιζαν τα οδοφράγματα σκορπώντας καραμέλες,
έκανα να τις μαζέψω
μα οι τσέπες μου είχαν γεμίσει καθρέφτες.
Σκόνταψα πάνω σε κάποιον με μακριά γένια
μου ‘γνεψε:
«Κείθε είναι μια πέτρα από γαλάζιο
χάραξε τ’ όνομά σου και θα φροντίσουμε
να εξοστρακιστείς συντόμως».
«Άνευ διαπομπεύσεως;».
«Άνευ» μ’ απάντησε.
Δεν έβγαλα μιλιά κι απομακρύνθηκα
τα βαριά μου βήματα
τα σκέπασε μια λίθινη κρούστα
και η αόριστη περιδίνηση
κάθε χαμένης ευκαιρίας.
©Βαγγέλης Κούτσης
Η φωτογραφία είναι παρμένη από το εξώφυλλο της συλλογής
![]()
Κούτσης, Βαγγέλης
Τοις “κύνων” ρήμασι πειθόμενοι Ποίηση
Εκδόσεις Προμετωπίδα
Μάιος

Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.