Κία Φιλιππίδου, Μια ιστορία αλλιώτική

«Ναι, είναι υπέροχα εδώ. Με τον Άρη είμαστε και τα πίνουμε στον εικοστό πρώτο όροφο του «Ελλήσποντος». Ροζέ κρασάκι με θέα έναν ρόδινο Βόσπορο. Μαγεία. Έπρεπε να είχες έρθει, το ξενοδοχείο είναι εξαιρετικό. Ναι μεν δεν μου δικαιολογούσαν δίκλινο, αλλά το κρεβάτι είναι υπέρδιπλο. Α, θα του πω τα χαιρετίσματα μόλις γυρίσει από την τουαλέτα. Να μου φιλήσεις τα παιδιά. Θα σε πάρω αύριο το πρωί γιατί βλέπω ότι άρχισαν να έρχονται και οι υπόλοιποι. Ο Μοδιάνης πάντα πρώτος».

Η Βιχτερία δίπλα του τον κοίταζε χαμογελαστή: «Μα πώς βρε Άγγελε την παραμυθιάζεις έτσι τη γυναίκα! Εγώ ποτέ δεν θα μπορούσα να πω τέτοια ψέματα στον άντρα μου».

«Γι’ αυτό χωρίσατε. Αρνείσαι να παραβρίσκεσαι και σε σημαντικά επαγγελματικά γεύματα για να μη την συναντήσεις! Είσαι χαζούλα»

«Δεν θέλω να τη γνωρίζω και να την κοροϊδεύω!»

«Κάποτε όμως θα γίνει κι αυτό. Κοντεύεις διετία στην εταιρεία, δεν μπορείς να βρίσκεις δικαιολογίες επ’ άπειρο»

«Ναι αλλά μπορεί στο μεταξύ να βρω τον μεγάλο έρωτα και να μη χρειαστεί να την δουλεύουμε. Δεν θα έχω χρόνο για σένα». Γέλασαν και οι δύο συνωμοτικά και αφοσιώθηκαν στο ποτό τους. Δεν υπήρχε επίσημο δείπνο το πρώτο βράδυ. Η νύχτα ήταν δική τους.

Όταν η Βιχτερία κατέβηκε στις αίθουσες διεξαγωγής του Συνεδρίου με τίτλο “ Η συμμετοχή της ιστορίας στο σύγχρονο γίγνεσθαι”, η εναρκτήρια ομιλία βρισκόταν στο τέλος της. Είχε παρακοιμηθεί.  Το υπέρ αφεντικό της, ο Μοδιάνης, Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας τους, της έριξε μια επιτιμητική ματιά. Ελπίζω να μην κατάλαβε γιατί άργησα να ξυπνήσω. Αλλά δεν έχει και σημασία. Αφού πρόλαβα να είμαι εδώ πριν τη δική μου παρουσίαση, τα άλλα δεν τον αφορούν.

Έμεινε περιμένοντας τη σειρά της να μιλήσει, χωρίς να προσέχει και ιδιαίτερα. Ακούγονταν τα αναμενόμενα. Επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων ανέλυαν τα ιστορικά ζητήματα, ο καθένας από την οπτική του.  Η ομάδα της  εταιρείας της συμμετείχε στην ουσία για να διαφημίσει τα θεματικά πάρκα διαφόρων ιστορικών περιόδων που  έχτιζε σε όλον τον κόσμο. Θα αναδεικνυόταν σαν συμπέρασμα από το Συνέδριο, η μεγάλη προβολή που προσέφεραν στους τόπους που κατασκευάζονταν. Η ίδια διέτρεχε στον φορητό υπολογιστή της, την παρουσίαση που επρόκειτο να κάνει, όταν κάποια στιγμή, αυτά που λέγονταν εκείνη την ώρα από έναν άνδρα στο βήμα, της απέσπασαν την προσοχή. Σήκωσε το βλέμμα της. Ενδιαφέρον ο τύπος που τα έλεγε, αλλά κυρίως ενδιαφέροντα ήταν τα όσα έλεγε. Ούτε λίγο, ούτε πολύ, υποστήριζε -με αρκετή τεκμηρίωση- ότι τα πρόσωπα, οι συνθήκες, αλλά ακόμη και τα ίδια τα γεγονότα των ιστορικών χρόνων, δεν είχαν καμιά σημασία στη συνολική και διαχρονική εξέλιξη της Ανθρωπότητας. Κατά την εισήγησή του, η τελευταία περίοδος που η ρέουσα πραγματικότητα είχε συμβολή στην διαμόρφωση του Ανθρώπου, ήταν η Περίοδος των Παγετώνων. Διακήρυσσε με -σχεδόν αντιεπιστημονικό- πάθος : «Από εκεί και ύστερα, οι πρόγονοί μας ακολούθησαν πορείες, που ακόμη και αν δεν είχαν διαμορφωθεί όπως ακριβώς διαμορφώθηκαν, πάλι -μέσα από λίγο διαφορετικές διαδρομές- θα κατέληγαν στο ίδιο αποτέλεσμα. Δεν έχει καμία σημασία τι έγινε στους πολέμους, στις μεταναστεύσεις πληθυσμών, στις ζωές και στους θανάτους των πολλών, αλλά ακόμη και των Μεγάλων της Ιστορίας. Η εξέλιξη της φιλοσοφίας, της θρησκείας και της επιστήμης οι οποίες καθορίζουν τις ζωές των πληθυσμών της Γης του παρόντος, θα ήταν ακριβώς αυτές που γνωρίζουμε και βιώνουμε, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Σήμερα».

Πριν ακόμη τελειώσει, το κοινό άρχισε να τον διακόπτει διαμαρτυρόμενο. «Μα, όχι δεν είναι έτσι», «Έχετε λάθος αγαπητέ», «Στηρίζεστε σε αίολες παραδοχές», «Εξάγετε εσφαλμένα συμπεράσματα». Ο Πρόεδρος της συνεδρίασης επέβαλε κάποια ησυχία, και ο ενδιαφέρον τύπος τελείωσε την ομιλία του. Η μόνη που χειροκρότησε σε όλη την αίθουσα ήταν η Βιχτερία, και αυτό την έκανε να επιμείνει παραπάνω ώρα απ’ όση άντεχαν τα χέρια της χωρίς να πονέσουν. Πάντα άλλωστε ήταν πνεύμα αντιλογίας. Αμέσως μετά ανέβηκε στο βήμα η ίδια, και ανέλυσε το ανώδυνο θέμα «Αναβίωση κατασκευών του θρύλου». Η επιρροή της ρηξικέλευθης άποψης που είχε ακουστεί λίγο πριν, και ως ένα σημείο την είχε επηρεάσει, δεν την έκανε να αναθεωρήσει κάτι από αυτά που παρουσίασε. Δεν χρειάστηκε.

Στη συνέχεια πέρασαν όλοι στο εστιατόριο του ισογείου, όπου χωρίστηκαν στα προκαθορισμένα τραπέζια τους. Εκείνη βρέθηκε ανάμεσα στους συναδέλφους από την εταιρεία, να δέχεται συγχαρητήρια για όσα είπε, και να εξηγεί γιατί βρήκε ενδιαφέρουσα την αιρετική άποψη που χειροκρότησε.

Είχαν σχεδόν τελειώσει το φαγητό τους, όταν πλησίασε ο Σύνεδρος. Χαιρέτησε τη Βιχτερία, τη συγχάρηκε για την ομιλία της, συστήθηκε σαν Αντόνιο Ραγκούσο, καθηγητής Ιστορίας στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Βενετίας, και της ζήτησε να πιούν μαζί έναν καφέ.  Εκείνη σηκώθηκε, μη δίνοντας σημασία στο συνοφρυωμένο βλέμμα του Άγγελου. Να θυμηθώ να του πω ότι η συνοφρύωση εκφράζει κτητικότητα που δεν έχει θέση στη σχέση μας.  Ακολούθησε  τον Ραγκούσο σε έναν καναπέ στην αίθουσα υποδοχής του ξενοδοχείου. Παράγγειλαν τσάι. Φάνηκε από την πρώτη στιγμή ότι και οι δύο, είχαν διάθεση φλερτ. Άρχισε τη συζήτηση εκείνος, λέγοντας: «Εντυπωσιάστηκα όταν χειροκροτήσατε. Ήμουν σίγουρος ότι κανένας απ’ όσους με παρακολουθούσαν δεν θα συμφωνούσε, γιατί κανένας δεν θα καταλάβαινε. Είναι πολύ νωρίς ακόμη για τις απόψεις μου. Το χειροκρότημα πίστευα ότι θα ερχόταν την επόμενη δεκαετία, και ήταν μια αναπάντεχη ευχαρίστηση να το ακούσω -τόσο ενθουσιώδες- από μια τόσο γοητευτική παρουσία». Τόσο γοητευτική παρουσία! Ουάου! Γέλασε ακκιζόμενη από μέσα της και είπε:

«Ήταν πολύ καλά τεκμηριωμένα όσα είπατε και πιστεύω ότι πολύ γρήγορα θα πολλαπλασιαστούν τα χειροκροτήματα. Κι εγώ δεν πιστεύω ότι το επίπεδο πολιτισμού που απολαμβάνουμε, τουλάχιστον τα τελευταία τριακόσια χρόνια, είναι θέμα συμπτώσεων. Τα σημεία που τονίσατε, αυτό της πολυπολιτισμικότητας, της πανθρησκείας, της ανεκτικότητας, της ισότητας ευκαιριών, της διάχυσης πόρων, της διάδοσης της γνώσης, της ενσυναίσθησης, της σταθεροποίησης του υψηλού επιπέδου των δεικτών υγείας που έχουμε επιτύχει μέσω της επιστήμης, δείχνουν ότι έχετε δίκιο. Απλά ό Άνθρωπος βρέθηκε στο σημείο ωρίμανσης που έκανε δυνατή την επίτευξη όσων θέσατε»

«Πόσο με καταλαβαίνετε! Βέβαια είναι τόσοι πολλοί αυτοί που ακόμη πιστεύουν στο ευτυχές ή ατυχές συμβάν που ωθεί στα λάθος ή στα σωστά βήματα. Συνάδελφος μου από το Πανεπιστήμιο θα παρουσιάσει το απόγευμα μια εισήγηση με τίτλο -και θέμα- ‘Ο θάνατος του Μεγάλου μας Αλέξανδρου”. Μού την έχει δώσει να τη διαβάσω. Κάνει μια υπόθεση εργασίας και λέει περίπου, ότι αν ο θάνατος του Αλέξανδρου, δεν είχε επέλθει στα ογδόντα τρία του, που είχε προλάβει να εδραιώσει την αυτοκρατορία του, διαχέοντας το ελληνικό πνεύμα και υιοθετώντας, αφομοιώνοντάς τους, τους πολιτισμούς των  «Άλλων», -τότε τους έλεγαν Βάρβαρους-, δεν θα βρισκόμασταν εδώ που είμαστε σήμερα. Η πραγματικότητα θα ήταν πολύ διαφορετική, και κυρίως δεν θα ήταν η Ελληνική, διεθνής γλώσσα»

«Αλήθεια; Πώς δηλαδή, αν ήταν κάποιος άλλος επικεφαλής της Πανελλήνιας Αυτοκρατορίας, που είχε φτάσει σε τόσο εξελιγμένο στάδιο φιλοσοφίας και επιστήμης, ή αν ο Αλέξανδρος είχε πεθάνει -για παράδειγμα -στα τριάντα τρία του,  δεν θα είχαν γίνει αποδεκτά τα αυτονόητα; Δεν θα είχε αναγνωριστεί από τους Επιγόνους, η ανωτερότητα της θρησκείας της ανεκτικότητας και της ισότητας που ερχόταν από την Ανατολή, από τον Ναζωραίο; Δεν θα είχε γίνει παραδεκτή η υπεροχή των Ρωμαίων στις κατασκευές και στη Διοίκηση, ώστε να εφαρμοστούν τα συστήματά τους; Δεν θα υιοθετούσαν την Άλγεβρα των Αράβων; »

«Ναι, γράφει ότι αν δεν στερέωνε την αυτοκρατορία του ο Μακεδόνας,  δεν θα μπορούσαν να γίνουν ευρέως αποδεκτά ώστε να λειτουργήσουν τα επιτεύγματα της επιστήμης που πρόσθεσαν νεότεροι λαοί, όπως για παράδειγμα οι Άραβες, στις παλιές γνώσεις των Ελλήνων, των Βαβυλωνίων, των Αιγύπτιων, των Περσών. Ακόμη και η Δημοκρατία που είχαν επινοήσει οι Έλληνες δεν θα μπορούσε να κατανοηθεί σε μεγαλύτερους πληθυσμούς.  Αν δεν πατούσαν στο στέρεο υπόβαθρο της χωρίς σύνορα ειρήνης του Αλέξανδρου, θα πνιγόντουσαν σε ρατσισμούς, διαχωρισμούς και μισαλλοδοξία. Αν δεν είχε γερές βάσεις η Πανελλήνια Αυτοκρατορία, δεν θα μπορούσε αργότερα να απορροφήσει και να εκπολιτίσει τις ορδές των νέων, άγριων, απολίτιστων λαών, όπως υπήρξαν τα Γερμανικά φύλα, οι Τάταροι, οι Τούρκοι, οι Σλαύοι».

Η Βιχτερία τον κοίταζε με ύφος ονειροπόλο. Τα έλεγε τόσο ωραία. Την είχε συνεπάρει. Φανταζόταν ψηλούς σωματώδεις βαρβάρους να καλπάζουν πάνω σε δυνατά άλογα και να σπέρνουν φωτιές, ενώ οι φρουρές που είχε εγκαταστήσει και συστηματοποιήσει το Επιτελικό Κράτος  του Αλέξανδρου και των Επιγόνων του, έσπευδαν να τις σβήνουν, και να προχωρούν στην εξουδετέρωση, σύλληψη, χρησιμοποίηση, και τελικά, ενσωμάτωση των Εισβολέων. Ο Αντόνιο έσπευσε -με υπερβολικό πάθος- να διευκρινίσει:

«Έτσι λέει ο συνάδελφος. Εγώ βέβαια ισχυρίζομαι ότι θα απορροφούνταν και θα αφομοιώνονταν σε κάθε περίπτωση. Είτε ο Αλέξανδρος πέθαινε τριαντατρία, είτε εκατοντριαντατρία. Είτε είχε γεννηθεί, είτε όχι.  Ο Πολιτισμός με την έννοια της  προστασίας του Ανθρώπου και της διαφύλαξης της ευζωίας του, θα επικρατούσε, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Είτε ο Αλέξανδρος μετέφερε την πρωτεύουσα του Κράτους του στην Βαβυλώνα, είτε στην Αθήνα, είτε στο Βυζάντιο, όπως τελικά έκανε».

Η Βιχτερία κατάλαβε. Ο καθηγητής φοβήθηκε ότι έχασε την πρώτη του θαυμάστρια. Του χαμογέλασε καθησυχάζοντάς τον.  «Κι εγώ έτσι πιστεύω!»  Άλλωστε είσαι μια τόσο γοητευτική ύπαρξη που έχει απορροφήσει την ιστορία και την έχει αφομοιώσει. Τι κρίμα που ο Αντόνιο κατοικούσε στη Βενετία! Τι ωραία που θα ήταν αν έμενε όπως αυτή, στο Δουβλίνο! Την πόλη που είχε επιλεγεί ως Πρωτεύουσα, δέκα χρόνια πριν,  μετά το  δημοψήφισμα που έκαναν οι Λαοί της Πανδημοκρατίας. Δηλαδή, σχεδόν όλοι οι Λαοί της Γης! Ελάχιστοι έμεναν εκτός, αλλά κι εκείνοι περίμεναν να πετύχουν κάποιους στόχους, για να γίνουν δεκτοί.  Θα του το έθετε το ζήτημα. Ακόμη και ο Μακεδόνας αυτή την πρωτεύουσα θα προτιμούσε αν ζούσε σήμερα. Είναι ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Αμερική!. Έπρεπε να αναθεωρήσει τον τόπο κατοικίας του, αν ήθελε να ζει στην καρδιά των γεγονότων. Είναι πια τόσο εύκολες οι μετεγκαταστάσεις!  Ήταν όμως πολύ ελκυστικός! Αργότερα ίσως τον ρωτούσε αν υπήρχαν θέσεις εργασίας για μηχανικούς στη Βενετία. Την είχε βαρεθεί λίγο την πρωτεύουσα. Προς το παρόν τον ρώτησε διστακτικά: «Θέλεις πολύ να ακούσουμε την εισήγηση του συναδέλφου σου;»

«Όχι, καθόλου, αφού την έχω διαβάσει. Μπορώ να σε ξεναγήσω στο Βυζάντιο. Έχω μείνει στο παρελθόν για ένα εξάμηνο. Έχει κάτι ωραία καραβάκια που σε περνούν στην Ασιατική ακτή. Πάμε;»

«Φύγαμε».

Η ώρα που οι παρουσιάσεις θα ξανάρχιζαν πλησίαζε. Θα μιλούσε και ο Άγγελος σ’ αυτή τη συνεδρία. Τον είδε από μακριά που την έψαχνε. Την ήθελε μέσα στην αίθουσα να τον θαυμάσει. Της είχε διαβάσει την εισήγησή του άπειρες φορές, και του είχε κάνει χιλιάδες διορθώσεις, αλλά δεν του έφτανε. Πλησίασε κοντά της κι εκείνη τον σύστησε στον Αντόνιο: «Από εδώ ο Άγγελος Αρομάν, πολύ καλός φίλος.   Άγγελε, ο Αντόνιο πρόκειται να με ξεναγήσει στο Βυζάντιο και δεν θέλω να χάσω την ευκαιρία. Έτσι κι αλλιώς η μοναδική παρουσίαση που θα αξίζει είναι η δική σου, αλλά την έχω ήδη ακούσει από σένα. Θα τα πούμε αύριο στο αεροπλάνο. Παρακάλεσε τη γυναίκα σου, αν σε πάρει από το αεροδρόμιο, να μην έρθει με το διθέσιο, ώστε να χωρέσω κι εγώ. Να μην ψάχνω ταξί. Θέλω άλλωστε και να την γνωρίσω επιτέλους.

*

©Κία Φιλιππίδου

φωτο: Στράτος Φουντούλης

✳︎