Σοφιαλένα Ψαρρά, Ενοχή

Χτένισε τα μαλλιά της με προσοχή, έφτιαξε την περίτεχνη γαλλική πλεξούδα και την έδεσε με μια μεταξωτή πιάστρα. Το φρεσκοπλυμένο φόρεμα μοσχοβολούσε λάβδανο και γιασεμί. Καμάρωσε τις καλοσιδερωμένες πτυχώσεις του ρούχου και τον ολόλευκο κεντητό γιακά. Το φόρεσε προσεκτικά και την τοποθέτησε στη δρύινη βιτρίνα. Ήταν η αγαπημένη της κούκλα. Αντίκα από πορσελάνη Βοημίας. Την έφερε ο πατέρας της για εκείνη από κάποιο τσέχικο χωριό. «Να την προσέχεις, όπως σε προσέχω εγώ», της είπε τότε. Κι εκείνη υποσχέθηκε πως θα την είχε σαν τα μάτια της. Μετακίνησε όλα τα υπόλοιπα παιχνίδια της και την τοποθέτησε μόνη στο κεντρικό ράφι του δωματίου της. Μα σε λίγες μέρες παρατήρησε το λεπτό στρώμα σκόνης που απλωνόταν πάνω στα ρόδινα μάγουλά της. Η βιτρίνα του σαλονιού ήταν σίγουρα η κατάλληλη για εκείνη. Εξάλλου έτσι θα τη θαύμαζαν όσοι μπαινόβγαιναν στο σπίτι. Ακόμα και οι γιοι των φίλων του πατέρα, αφού ποτέ δεν έπαιζαν μαζί στο δωμάτιο. Θεέ μου, πώς την αγαπούσε ο πατέρας! Πόσο την πρόσεχε! Ήξερε πως αυτά τα αγόρια είναι ατίθασα και άμυαλα. Της έλεγε συχνά την ιστορία που ένας απ’ αυτούς -πάνω στο παιχνίδι- έσπρωξε μια συμμαθήτριά του. Τα εύθραυστα κόκκαλά της έσπασαν σε τρεις μεριές. Πόσο φοβόταν ο πατέρας για εκείνη! Πόσο την αγαπούσε! Κι ας μην την άφηνε να πηγαίνει εκδρομές με το σχολείο ούτε ταξίδια με τις φίλες της όταν ήταν φοιτήτρια. Την πίκραινε, αλλά καταλάβαινε. Τόσοι κίνδυνοι, κι εκείνη μοναχοκόρη. Τι θα γινόταν εκείνος, αν πάθαινε κάτι; Πώς να του φέρει αντίρρηση; Εκείνος ήταν πάντα το στήριγμά της, το δεκανίκι στις δυσκολίες. Εκείνος φρόντισε να της βρει δουλειά. Εκείνος τη βοήθησε οικονομικά, όταν την παράτησε. Εκείνος έφτιαξε με κόπο το διαμέρισμα πάνω από το πατρικό, για να ‘χει σπίτι να μείνει. Πόσο την αγαπούσε! Τι θυσίασε για να τη μεγαλώσει! Να μην της λείψει τίποτα! Αξαφνα το βλέμμα της στράφηκε στην κούκλα της. Διέκρινε ένα σημάδι στο πάλλευκο μέτωπο της. Άνοιξε τη βιτρίνα. Το καθαριστικό που χρησιμοποίησε – ήταν σίγουρη πως ήταν το καλύτερο. Η πορσελάνη είχε διαβρωθεί. Η όψη της ήταν τρομακτική. Βαθουλώματα και ρωγμές σε όλη την άλλοτε λεία επιδερμίδα της. Αναφώνησε. Γυαλιά εδώ κι εκεί στο καλογυαλισμένο παρκέ. Σπασμένη πια σε τρεις μεριές βρισκόταν στο πάτωμα.

Την πρόσεχε σαν τα μάτια της.

Πώς μπόρεσε να της κάνει κακό;

*

©Σοφιαλένα Ψαρρά 

✳︎