Ασημίνα Λαμπράκου, στην κοιλάδα με τα σπάρτα και το βαμβάκι

(πρόσωπα)

Ένα σκιουράκι έχει στα γένια του μέσα που τού τρώει τον χρόνο των παραστάσεων
κι ένα μολύβι στα βλέφαρα που σηκώνει τις κόγχες των σκέψεων στο μπαλκόνι
——του μετώπου
Μια σταγόνα ελαίου από λιβάνι στο πέταλο της μύτης
κι άνεμο του χθες στο ματόφρυδο
Όχθες λήθης στο καμένο του δέρμα
και βλέμμα αλόγου στην ευθεία της σιωπής που διψάει λόγο και στέψη
Ένα πλάτος ωτός ως πεδιάδα και λίμνη και θάλασσα που σβερκώνονται ήχοι

Σαν σε βράχο λειασμένη η άκρη του γραφίτη που τον περιέγραψε
για να χωνευτεί στις σκιές του μέλλοντος και την υγρασία των απουσιών
μέσα στο χρόνο της σκουριάς και τη μίμηση της λήθης ως ουσία πέτρας από γρανίτη
——και άργιλο
πλουτίζοντας έτσι την αργία του βλέμματος και της σιωπής στο σχήμα των χειλέων
για ν’ ανοιχθεί η πύλη της εξόδου σε κύματα πόνου οξύ και επιστροφές γαλήνης

Και στην ξένωση του αύριο
θα μένει στην πνοή ανέμου παγωμένου
να τον επισκέπτονται στις πτώσεις και τις ανόδους
που ακολουθούν τη ροή των εκδοχών και των συμπτώσεων
στην κοιλάδα με τα σπάρτα και το βαμβάκι

*

©Ασημίνα Λαμπράκου

φωτο: Στράτος Φουντούλης