Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Βόρειος παγωμένος άνεμος

Κορίτσια βαλσαμωμένα
Με τα φουστάνια τους
Γεμάτα ροκανίδια,
Κορίτσια στα σαλόνια
Κάτω από
Ασπρισμένες πέργκολες
Μεγαλώνοντας
Ένα παιδί

Μονόπρακτο 7 από τα νησιά

Ήχος κυμάτων δυνατός που λίγο λίγο εξαντλείται.

Στο φόντο μικρός, χωμάτινος επαρχιακός δρόμος. Ας πούμε δρόμος ενός νησιού, που στην πραγματικότητα δεν είναι άλλο από ένα ακριβό θέρετρο. Οι επισκέπτες του είναι συνήθως κορίτσια, κόρες καλών οικογενειών του βορά. Που θα έδιναν τα πάντα για ένα παιδί. Μα τα σώματά τους θυμίζουν στέρφα γη και η πίκρα τους κάνει το όμορφο θέρετρο, τόσο μα τόσο λυπημένο. Κάθονται σκεφτικές έξω από τα δωμάτιά τους, κάτι εξαιρετικούς οικίσκους, γεωργιανής τεχνοτροπίας. Στην σκηνή ωστόσο σώζεται μόνο η τερακότα της τοιχοποιίας τους, κάτι από το γείσο και το ανοιχτό παράθυρο με τον γύψινο, νεαρό θεό ήλιο. Όλα τούτα αρκούν για το κολλάζ που απαιτεί η φωτισμένη μας σκηνή. Τα κορίτσια φορούν πανομοιότυπα, γαλάζια φορέματα και ανασαίνουν με ευλάβεια και περισυλλογή τον βόρειο, θαλασσινό άνεμο. Στο βάθος του φόντου κυριαρχούν οι χιονισμένες κορυφές και λίγη θάλασσα.
Σειρές από ραμποτέ τοίχους φθάνουν ως κάτω στο λιμάνι που μόνο να το φανταστούμε μπορούμε. Η Λίζα κρατά από μια ευκατάστατη οικογένεια της Βαλτιμόρης. Είναι παντρεμένη εδώ και δυο χρόνια και μάρτυς της ο θεός, έδωσε ότι είχε και δεν είχε σε αυτόν τον σκοπό. Στο αποψινό επισκεπτήριο κανείς δεν την ζήτησε. Το γράμμα στον άνδρα της παραμένει αναπάντητο. Όμως, όταν επιστρέψει και θα το κάνει κάποτε, μαζί θα χτίσουν την οικογένεια που ονειρεύτηκαν. Η συνοδός της Λίζα ονομάζεται Άγνες και βρίσκεται πάντα στο πλάι της. Ο καιρός τις έχει νικήσει. Τα βλέμματά τους μοιάζουν απόμακρα, καθεμιά διαθέτει την δική της ιστορία. Όμως και για τις δυο, το όνειρο της Λίζι συνιστά το πιο σπουδαίο πράγμα σε αυτόν τον κόσμο.

ΛΙΖΙ: [ανέκφραστη έξω από την πόρτα του ωραίου οικίσκου.] Το ταχυδρομείο δεν έφερε τίποτε.

ΑΓΚΝΕΣ: [το ίδιο ανέκφραστη μα με μια άλλη θέση για τα χέρια της.] Ο κύριος σας αγαπά και ίσως να μην βρήκε τον καιρό. Ο χάλυβας, ξέρετε…

ΛΙΖΑ:[ γυρνά το πρόσωπό της και γελά πικρά, συμπληρώνει.] …διαθέτει μεγάλο εύρος τιμών και οι πόλεμοι σε κάθε γωνιά καθιστούν ακριβό το εμπόριό του, [ταραγμένη, χάνοντας για λίγο την ψυχραιμία της, ανεβαίνει μερικές κλίμακες λέγοντας την ατάκα της.]

ΑΓΚΝΕΣ: [γυρνά και την κοιτά με τρυφερότητα.] Όλα θα πάνε καλά. Ο κύριος θα γράψει, εσείς θα δυναμώσετε, θα δείτε. Αυτές οι δυσκολίες θα μοιάζουν παλιό, κακό όνειρο. Πυρετός που ησύχασε, που πέρασε κυρία.

ΛΙΖΑ: [με αγωνία.] Το πιστεύετε Άγκνες; Το πιστεύετε;

ΑΓΚΝΕΣ: [χαμογελά.] Σε λίγο που θα πέσει ο ήλιος θα πρέπει να μπείτε μες στο δωμάτιό σας. Ο βόρειος, παγωμένος άνεμος…

ΛΙΖΑ: [την διακόπτει απότομα] …ουρλιάζει σαν σκυλί μετά τα μεσάνυχτα, η βόρεια θάλασσα δεν είναι αστείο πράγμα Λίζι, να φοράς το σάλι σου και εγώ θα σε αγαπώ, να εδώ σε αυτό το παράθυρο θα σε αγαπώ. Και η καρδιά μου θα σπάζει σαν χειμωνιάτικη θράκα, θε μου! Λόγια, λόγια, λόγια και ούτε ένα γράμμα Άγκνες!

ΑΓΚΝΕΣ: [με έκπληξη και αποφασιστικότητα.] Πώς μπορείτε; Εκείνος σας στάθηκε, δυο χρόνια τώρα , το σώμα σας μέρα την μέρα ζωντανεύει. Ο χρόνος και η ψυχή σας ιατρεύονται μαζί, ώρα την ώρα. Μα μην νιώθετε πίκρα, ο κύριος εμπορεύεται χάλυβα και εγώ η ίδια γνωρίζω πως σας συλλογίζεται, σαν κάθε νέο παλικάρι που χρειάζεται την γυναικεία συντροφιά.

ΛΙΖΑ: [χαμογελά, σαν να πείστηκε.] Αύριο θα του γράψω πάλι. Θα ζητήσω να σταλεί ως επείγον το γράμμα μου. Σας παρακαλώ, μια ερωτευμένη καρδιά δεν θα μπορούσε να δείξει υπομονή και τα κορίτσια της ρεσεψιόν θα με λατρέψουν για τον έρωτά μου και θα κάνουν τα πάντα Άγκνες, τα πάντα! Και έπειτα…[πιο λυπημένη]

ΑΓΚΝΕΣ: Έπειτα, το κορμί σας θα ξαναβρεί τις χαμένες του ρίζες και όλα θα ξυπνήσουν. Οι τέσσερεις εποχές δις Λίζι, όλες ανεξαιρέτως θα φροντίσουν για την καινούρια ζωή. Ο καιρός περνά γρήγορα δις Λίζι.

ΛΙΖΙ: [αφηρημένη.] …όλα θα γίνουν κίτρινα, σαν να να λιώνουν κάτω από τον ήλιο και την ζέστη και η μεσημεριάτικη μοναξιά που επιστρέφει, αγριότερη από ποτέ.  Άγκνες, σε παρακαλώ, χρειάζομαι τις σκιές των ματιών μου, λίγη μάσκαρα, τα βραχιόλια και τα κοσμήματά του Άγκνες, τα χρειάζομαι εδώ και τώρα, πρέπει να δείχνω όμορφη…

ΑΓΚΝΕΣ: [με αγωνία.] ησυχάστε σας παρακαλώ, θα θέλατε να φωνάξω κάποιον; Θα με περιμένετε για λίγο; Είστε τόσο εύθραυστη, καλύτερα να με περιμένετε δις Λίζι, τρέχω, τρέχω! [φεύγει προς τον δρόμο, χάνεται.]

ΛΙΖΑ: [χτενίζει με τα δάχτυλα τα μαλλιά της, δεν προσέχει πως η Άγκνες λείπει.] Όλες οι γοργόνες πρέπει να δείχνουν όμορφες, όταν έπειτα από χίλια χρόνια σταματούν κάποιο καράβι και ρωτούν για την αγάπη Άγκνες. Τέτοια κορίτσια μπορείς να βρεις ένα σωρό αγάπη μου, κάνουν ομορφότερη την Βαλτιμόρη. Μα χρειάζεται επιδεξιότητα, μωρό μου για να τις ξεχωρίσεις. Πλάι στα πράγματα ενός παλιού καρναβαλιού ίσως χαθούν εκείνα τα κορίτσια, ίσως γίνουν κομμάτια απάνω από ένα τηλέφωνο, δέχεστε, κλήση από τις χρυσές Καλιφόρνιες για την δις Λίζα, προσέξτε πώς φέρεστε σε εκείνα τα κορίτσια, οι καρδιές τους κρέμονται από μια χορδή, από μια σκιά.[σηκώνεται από την θέση της και φθάνει στην θάλασσα, χάνεται. Η Άγκνες φθάνει μόνη, γεμάτη αγωνία. Κάθεται στην θέση της, όπως πριν, σαν τίποτε να μην άλλαξε.]

ΑΓΚΝΕΣ: [γράφει] Η δις Λίζι δεν τα κατάφερε. Σας γράφω από ενδιαφέρον και αγάπη. Η δις Λίζι διέθετε μια ετοιμόρροπη καρδιά και ο κύριος με όλον αυτόν τον χάλυβα στους ώμους του να τον συνθλίβει δεν βρήκε ίσως τον χρόνο. Το εμπόριο είναι σκληρή υπόθεση. Και άλλωστε πληρώνει την ζωή σε αυτό το έξοχο μέρος. Δεν ξέρετε πόσο στοίχισε στην δις Λίζι όλη αυτή η σιγαλιά κύριε. Καλύτερα να μην την γυρέψετε και ο κύριος να ξαναφτιάξει την ζωή του. Όλοι μας νιώθουμε συντριμμένοι, όμως κάτι μας παρηγορεί. Βλέπετε τα κορίτσια εδώ, σαν χάσουν την ελπίδα τους, μεταμορφώνονται σε γοργόνες και ταξιδεύουν με τον παγωμένο, βόρειο άνεμο. Ποτέ δεν χάνονται, όμως παύουν να είναι γυναίκες. Φορούν τα στολίδια τους και κοιμούνται στον βυθό με την συντροφιά παλιών, καλοκαιριάτικων ημερών. Διαθέτουν για πάντα το λούστρο της πρώτης τους νιότης. Για αυτό μην ανησυχείτε, η δις Λίζι βρήκε τον δρόμο της. Εκείνος ο δεμένος στα μαλλιά της χρόνος διαλύθηκε στο τίποτε και πάει.

Με αγάπη,
Άγκνες

[η Άγκνες χάνεται στην θέση της, ακίνητη ρίχνεται στο φόντο. Ήχος θαλασσινής αύρας, πρώτα απόμακρος και έπειτα καταιγιστικός, που εξακολουθεί και αφού σβήσουν τα φώτα στην σκηνή.]

*

©Απόστολος Θηβαίος

φωτο: economistas.gr

Διαβάστε τα κείμενα του Απόστολου Θηβαίου→