Σπύρος Τσακνιάς, Σκέψεις πάνω σε έναν ορισμό

«Διανοούμενος είναι ο άνθρωπος που κάνει τα βιώματά του και τις εμπειρίες του στοχασμό»

Ο στοχασμός του διανοούμενου δεν πρέπει να συγχέεται με την αναλυτική σκέψη του επιστήμονα. Επειδή τρέφεται από προσωπικά βιώματα, από το αίμα της καρδιάς, έχει πάθος. Ή, μάλλον ο στοχασμός του διανοούμενου ε ί ν α ι πάθος. Πάθος για ανακάλυψη. Ή, μήπως, για αποκάλυψη;

*

Ο στοχασμός αυτός, εξάλλου, δεν πρέπει να συγχέεται με τη νηφάλια και συστηματική σκέψη του φιλόσοφου. Βέβαια, ο διανοούμενος, σε τελευταία ανάλυση, δεν ασχολείται παρά με το κατ’ εξοχήν πρόβλημα της φιλοσοφίας: «Εγώ και ο κόσμος».

*

Ασχολείται! Τι άνοστο και παραπλανητικό ρήμα! Ο διανοούμενος δεν ασχολείται. Πάσχει.

*

Για τον διανοούμενο, το πρόβλημα δεν κρίνεται έξω απ΄αυτόν. Το εγώ του είναι το πειραματόζωο και το πεδίο της μάχης. Οι στοχασμοί του είναι περισσότερο αιμορραγία παρά γέννηση και παραγωγή σκέψεων.

*

Λοιπόν, μέσα από τις εμπειρίες που του παρέχει ο κόσμος, αποκαλύπτει τον εαυτό του. Μέσα από τα βιώματά του, αποκαλύπτει τον κόσμο.

*

Επειδή ο στοχασμός του δεν είναι αφηρημένα λογικός, η πίστη του στις ανθρώπινες αξίες δοκιμάζεται λιγότερο απ’ ό,τι η πίστη του επιστήμονα ή του φιλόσοφου. Από την άποψη αυτή ― και μόνο ― συγγενεύει περισσότερο με τον καλλιτέχνη.

*

Στο μέτρο που το διάβασμα γόνεται βίωμα, για το διανοούμενο είναι τροφή στοχασμού· όχι μάθηση.

*

Πολλοί ποιητές, πολλοί επιστήμονες είναι και διανοούμενοι. Μεγάλοι ποιητές, μεγάλοι επιστήμονες δεν είναι καθόλου διανοούμενοι. Οι φιλόσοφοι είναι συνήθως διανοούμενοι. Πολλοί διανοούμενοι δεν είναι ούτε ποιητές, ούτε επιστήμονες, ούτε φιλόσοφοι.

*

Ο διανοούμενος πάσχει, αλλά δεν σταυρώνεται. Ο εσταυρωμένος δεν είναι διανοούμενος· είναι πιστός.

 

«Α’ δημοσίευση, περιοδικό Λέξη, τ.31 – 1984»

*

Ο ποιητής, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας Σπύρος Τσακνιάς (1929-1999) γεννήθηκε στη Λαμία. Σπούδασε οικονομικά στην Αθήνα και παρακολούθησε μαθήματα κινηματογράφου. Μετά τον πόλεμο εργάστηκε ως δημοσιογράφος, αλλά στη συνέχεια σταδιοδρόμησε ως στέλεχος επιχείρησης φαρμάκων. Από τη μεταπολίτευση ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική κριτική. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1951, με το ποίημα «Γράμμα σ’ έναν ποιητή», στην εφημερίδα «Δημοκρατικός Τύπος». Υπήρξε μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Γράμματα και Τέχνες», των ανθολογιών μεσοπολεμικής και μεταπολεμικής λογοτεχνίας των εκδόσεων Σοκόλη και διευθυντής της σειράς «Οι ποιητές του κόσμου» των εκδόσεων Εγνατία. Συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά («Το Δέντρο», «Η Λέξη», «Σχεδία», «Τραμ», «Διαβάζω»), καθώς και με εφημερίδες («Η Αυγή», «Η Καθημερινή», «Η Πρώτη», «Τα Νέα»). Ήταν παντρεμένος με την ποιήτρια και μεταφράστρια Αμαλία Τσακνιά. Απεβίωσε στην Αθήνα το 1999.