Κωνσταντίνος Κ. Χατούπης, Disticha Moralia

Δὲν κλαίω αὐτοὺς ποὺ φεύγουνε καὶ ἀπολησμονιοῦνται.
Κλαίω γι’ αὐτοὺς ποὺ μιὰ ζωὴ τὸν θάνατο φοβοῦνται!

Φεγγάρι Αὐγουστιάτικο τὴ νύχτα κι ἂν χαράζῃ,
ἂν τὸ ξανοίξῃς πιὸ καλὰ ἥλιος τῆς μέρας μοιάζει!

Τὰ λόγια τὴν καρδιὰ ποτὲ μ’ ἀγάπη δὲν γεμίζουν
γιατὶ τσ’ ἀγάπης τὸ δεντρὸ οἱ πράξεις τὸ ποτίζουν!

 Ποτὲ δὲ βλέπω ὄνειρα στὸν ὕπνο μου ἀπάν
γιατὶ ὀνείρατα πολλὰ στὸν ξύπνο μόνο κάνω!

 Γιὰ τὶς ζωὲς ποὺ ἀφαιρεῖς Χάρε θὰ σὲ μισήσω
γιατὶ ὅ,τι δωρίζεται δὲν ἐπιστρέφει πίσω!

ν ἦταν ροῦχο τ’ ἄδικο σ’ αὐτὴ τὴν οἰκουμένη,
θὰ ἦταν οἱ πολλοὶ γυμνοὶ καὶ λίγοι οἱ ντυμένοι!

Σὲ ὅποια μέρη κι ἂν βρεθῇς, δικοὺς ἢ ξένους τόπους,
ἄλλαζε δρόμο καὶ στρατὶ ὅταν ἀκοῦς ἀνθρώπους!

Σὲ κοιμητήρι ἂν βρεθῇς καὶ ἡ ψυχὴ τ’ ἀντέχει,
ἐκεῖ θὰ νιώσῃς ἡ ζωὴ πόση ἀξία ἔχει.

 Βουνοκορφὴ εἶν’ ὁ ἔρωτας ποὺ σὰν τὴν κατακτήσεις
ἢ θ’ ἀντικρύσῃς τὸν Θεὸ ἢ θὰ κατρακυλήσῃς!

Στὰ ὀνείρατά μου ἐγὼ θωρῶ τὸν ξύπνιο μου γιὰ λίγο
καὶ ὅταν εἶμαι ξυπνητὸς ὀνείρατα ξανοίγω.

Τὰ γηρατειὰ εἶναι στὸ μυαλὸ καὶ ἂν δὲν τὰ θυμᾶσαι
ποτὲ ἐσὺ δὲν θὰ γερνᾷς ὅσο χρονῶν κι ἂν θάσαι!

Στοὺς Ἅγιους ἄναψε κερὶ καὶ φίλα τὰ ποδάρια
γιὰ νὰ γεμίζουν τῶν ναῶν μὲ χρῆμα τὰ παγκάρια.

σοι κοιμοῦνται ἀνάσκελα θαρρῶ πὼς δὲν μετριοῦνται
περσότεροι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ὄρθιοι κοιμοῦνται!

*

©Κωνσταντίνος Κ. Χατούπης

φωτο: Στράτος Φουντούλης