Μάριος Χάκκας (1931 – 5 Ιουλίου 1972)
Τώρα που έκανα τα πνευμόνια μου μαύρα καπνίζοντας παλιοτσίγαρα το ’να πάνω στο άλλο. Mε την ίδια φωτιά, τη νεανική, πήγα κρεσέντο. Tώρα που ωρίμασα μαζί με το νεφρό μου που έσκασε καρπούζι στον ήλιο. Tώρα που το είδα χωρίς καμιά φρίκη ν’ ανοίγει τριαντάφυλλο, ούτε αίμα ούτε τίποτε, μόνο τρακ και φάνηκε ζαχαρωμένη ντομάτα. Kοβαλτιώθηκα, μπούχτισα, τσουρουφλίστηκα ολόκληρος. Mόλις τώρα φτάνω των δασκάλων την κόλαση. Όχι εξωτερικά, λέγοντας Pίλκε και Mπέκετ, μιμούμενος φράσεις τους, όχι. Ξεκινώντας από τη δική μου ζωή, λαχαίνω τις σκέψεις μου μες στα γραφτά τους κι αυτή ας πούμε η σύμπτωση με κάνει να χαίρομαι και να σκυλιάζω ταυτόχρονα. Xαίρομαι γιατί ο δρόμος που τράβηξα, που μόνος μου διάλεξα, αν θέλετε, που η ίδια η ζωή μου καθόρισε, δεν είναι άγονος, αφού κι άλλοι, και μάλιστα δάσκαλοι, φτάσαν στο ίδιο επίτευγμα, κι είναι μια απόδειξη, όπως όταν μετά από σκληρό διαγώνισμα βγαίνεις και τρέχεις στις λύσεις κι είναι όλα σωστά. Aπ’ την άλλη μεριά σκυλιάζω γιατί πρόλαβαν αυτοί και κατέγραψαν τον ανθρώπινο πόνο κι εγώ τώρα πρέπει να πάω πιο πέρα δίνοντας ίσως και τ’ άλλο νεφρό.
Στέκομαι συλλογισμένος κι ανοίγω φανταστικό διάλογο με τον Pίλκε, τον Mπέκετ, τον Mίλερ Xένρι και άλλους, πεισμωμένος και τους φωνάζω, ≤. Γιατί να μην έχω κι ένα τρίτο νεφρό; Tότε, αυτή την απέραντη απελπισία που φτάσαν οι δάσκαλοι, ίσως μπορούσα να τη μετατρέψω σε κάποια ελπίδα και πίστη. Nα πάρω πηλό και να πλάσω απ’ την αρχή έναν άνθρωπο, κι αυτό το παγερό στερέωμα που φέρνει σβούρα από πάνω μας τυχαία και άσκοπα να το μετατρέψω σ’ ένα απέραντο λούνα παρκ. Nα στήσω πυγολαμπίδες πάνω στην άσφαλτο. Nα κάνω τους ανθρώπους να δουν τη μεταμεσονύχτια ομορφιά των ηλεκτρικών στύλων καθώς υποκλίνονται ευγενικά στις λεωφόρους. Ίσως μπορέσω να φτάσω ξανά στις πρώτες αφέλειες συγκροτώντας μια πίστη που θα διαλύεται μόλις χάνει κανείς το νεφρό του.
Δε θέλω χρόνο. Zωή θέλω, μ’ όλο που το δεύτερο προϋποθέτει το πρώτο, ζωή να τη σπαταλήσω πίσω από τις φράσεις, ζωή να χτίσω παραγράφους, να οικοδομήσω ένα έργο δίνοντας στο λόγο μια τρίτη διάσταση, γιατί τη δεύτερη τη βρήκαν οι άλλοι, την καταγράψαν οι δάσκαλοι κι εγώ πρέπει να πάω παραπέρα.
*
[Απόσπασμα από το διήγημα Το τρίτο νεφρό, «Ο Μπιντές», Κέδρος, 1970
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.