Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Μεκόνγκ Ρίβερ

με τα μέσα του φωτός

ύλινη προβλήτα χαμένη μες στην ομίχλη. Αχνοφαίνεται το φανάρι για τα πλοία που εισέρχονται και πιο φανερά στη σκηνή, ένας φανοστάτης με ιαμβικά τεχνάσματα και το αδύναμο φως του. Κάθε τόσο ακούγονται τα μεγάλα πλοία που κορνάρουν, θαρρείς και κανείς δεν προσέχει πως λείπουν πια από το πόστο τους. Ένας νεαρός στέκεται εκεί στην άκρη. Η αγωνία του είναι φανερή. Τριγύρω και άλλοι, σκιές ακροβολισμένες, ψυχές σε άτακτη υποχώρηση. Για ευκολία θα λέγονται σκιές, ένα, δύο και τα λοιπά. Μόνον ο νέος θα έχει ένα όνομα, ας πούμε Τζόζι. Τον φωνάζουν Τζόζι και ίσως μας φανερώσει παρακάτω τι περιμένει μες στην θολή νυχτιά. Λοιπόν, Τζόζι;)

 Τζόζι: (μονάχος του, οι άλλοι μένουν κρυμμένοι, μόνο υποψίες τους έχει, επειδή πηγαίνει κάθε νύχτα) Είναι ώρα. Πάντα, τέτοια ώρα.

 Σκιά 1: Ίσως αργήσει.

Σκιά 2: Καμιά φορά το κάνει (τρέμει). Δεν έχει ψυχή αυτή, να ξέρεις, φίλε.

Τζόζι: Τζόζι, καλύτερα έτσι. (τον κοιτάζει με ύφος, δεν τον ξεχωρίζει πίσω από το φως)

Σκιά 2: Εγώ δεν θέλω να πω το όνομά μου. Μόνον να ακούσω (κλείνει τα μάτια), τον ήχο της ξύλινης βάρκας που λάμνει. Τότε, το μαρτύριο παίρνει τέλος. Και είναι όμορφη πολύ!

Σκιά 1: (στον Τζόζι) Φαίνεσαι καθώς πρέπει. Πώς έμπλεξες με εμάς εδώ κάτω; Έχεις πάνω σου χρήμα, έτσι δεν είναι; (η σκιά 2 ανασηκώνεται, πλησιάζει προς το φως, μοιάζει απειλητική)

Τζόζι: Έχω μόνο για εκείνη, απόψε έχω μόνο για εκείνη.

Σκιά 1: Φοβάσαι, πλουσιόπαιδο;

(Οι σκιές αποκαλύπτουν αποσπάσματα της μορφής τους, ποτέ δεν φαίνονται ολόκληρα τα πρόσωπα.)

Τζόζι: Όχι, όχι, ποτέ δεν φοβάμαι. Και αυτό με κάνει κάπως προσεκτικό (κινείται προς την σκιά 2, το ίδιο απειλητικά και αυτός)

Σκιά 1: (προς τα νερά, ομίχλη παντού) Ακούστε!

Τζόζι: Το κουπί!

Σκιά 2: Είδατε που σας έλεγα; Η Μεκόνγκ Ρίβερ έρχεται πάντα στην ώρα της και αργεί μόνο και μόνο για να την ικετέψουμε, μόνο για αυτό.

Τζόζι: Κάντε ησυχία, έπειτα το σφύριγμα. (σφυρίζει έναν σκοπό, κάποιος αποκρίνεται. Έπειτα ο Τζόζι δίνει μερικά χαρτονομίσματα στον άλλον) Εντάξει με αυτά;

Σκιά 1: Ναι, και με το παραπάνω. Μόνο ήσυχα τώρα. Έι πλουσιόπαιδο, αγόρασες δυο φίλους για απόψε.

Τζόζι: Όχι, αυτό δεν το αγόρασα. Μόνο λίγη μοναξιά πήρα και μάλιστα ακριβά. Ξέρεις δεν είμαι καθόλου πλουσιόπαιδο. Κάθε τόσο κάνω δουλειές που δεν βάνει ο νους σου και έπειτα κερδίζω τη ζωή μου έτσι.

(Μέσα από το σκοτάδι, ένα κορίτσι  εμφανίζεται στην προβλήτα. Μοιάζει με μορφή βγαλμένη από το κιαροσκούρο του ζωγράφου, ένα από τ’ανεξήγητα της νύχτας και της σκηνής. Λέει το όνομά του, τρέχει προς τη μεριά του. Πριν την αγκαλιάσει μια από τις σκιές της καταφέρνει μια γερή μαχαιριά στο στήθος. Ο Τζόζι δέχεται ένα χτύπημα από τον άλλον. Τώρα το ζευγάρι κείτεται στην σκηνή και οι άλλοι δυο τους ληστεύουν και φεύγουν βιαστικοί, φτύνοντας καταγής.)

Τζόζι: (τρέμοντας, το χέρι του επάνω στην πληγή) Ήθελα μόνο να σε δω. Τους έδωσα τα πάντα, μα ήτανε φονιάδες. Δεν θα ήταν αρκετό, ποτέ δεν είναι.

Μεκόνγκ Ρίβερ: (με  κάπως παγωμένο βλέμμα) Δεν θα υπήρχε άλλο τέλος για την ιστορία μας. Φαντάσου, εγώ ένα κόκκινο κορίτσι, μια του λιμανιού και εσύ ο Τζόζι, με το παιδικό πρόσωπο και την αθωότητά σου. Δεν θα μας άφηναν, Τζόζι.

Τζόζι: Και όμως, αν δεν ήταν αυτή εδώ η πληγή, Ρίβερ, αν δεν ήταν μια σταγόνα θάνατος επάνω στα χείλη μας, θα μπορούσαμε κάτι να καταφέρουμε. Εγώ με την αθωότητά μου και εσύ, με την καλή σου καρδιά. Όμως…

Μεκόνγκ Ρίβερ: (με αγωνία) Μην κοιμηθείς. Αυτή τη φορά δεν έχει όνειρο, Τζόζι. Μίλα μου, Τζόζι. (σφίγγει τα δόντια της, το πρόσωπό της παγώνει, πεθαίνει)

Τζόζι: Έρχομαι Ρίβερ, έρχομαι. Τώρα το ξέρω, καμιά φορά είναι σκέτο πένθος πάνω στο χιόνι ένας τέτοιος έρωτας. Να με περιμένεις, σκύβει την φιλά και σβήνει.

Η σκηνή σκοτεινιάζει, έπειτα σαλόνι φτωχικού σπιτιού. Μια γυναίκα και ένας άνδρας, κάποιας ηλικίας κάθονται σιωπηλοί στο γυμνό τραπέζι. Επάνω η φωτογραφία του Τζόζι, το τραγουδάκι της γυναίκας, απαλό νανούρισμα για αυτόν εδώ τον κόσμο. Τα μάτια του άνδρα κόκκινα. Ένας ήχος ρολογιού και το βάρος του κόσμου. Αργό σκοτάδι στη σκηνή. Η ζωή συνεχίζεται, εκεί έξω.)

*

©Απόστολος Θηβαίος

Διαβάστε τα κείμενα του Απόστολου Θηβαίου→