Αλεξάνδρα Κ*, Πράγματα που σκέφτεται η Παρθένος Μαρία καπνίζοντας στο μπάνιο ―από την Μαρία Ιωαννίδου

Από τις εκδόσεις Πατάκη

Η πρώτη μου επαφή με ένα από τα διηγήματα που προηγήθηκε της συλλογής “Πράγματα που Σκέφτεται η Παρθένος Μαρία Καπνίζοντας Κρυφά στο Μπάνιο”, κάτι ιντριγκαδόρικο και ζουμερό με έβαλε κάτω αναγνωστικά. Αυτό το κάτι, είναι ό,τι σε αναστατώνει. Είναι αυτό που σε προβληματίζει για τα πιο δικά σου, τα πιο ανομολόγητα. Με υλικά από εμπειρία και γνώση αλλά κυρίως από καταστάσεις που παρατήρησες μέχρι να φτάσεις στον πυρήνα τους. Και με ό,τι είναι πιο σημαντικό και ανεξάντλητο απ΄όλα:

Όσα δεν είπες. Τα ίδια τόλμησε η Αλεξάνδρα Κ* να αγγίξει με πένα, και υποθέτω και με πόνο (που από σεβασμό στον αναγνώστη, τον κρατάει όλο δικό της). Εδώ είναι όλα τα λεφτά, το αυθεντικό νοιάξιμο για τις ψυχικές οδύνες των ανθρώπων να αναδύεται από μια υπέροχη λυτρωτική αυθάδεια.

Μία αφήγηση τανάλια και νυστέρι, τραβολογάει όλους τους φρονιμίτες μας. Για να τους βγάλει ματωμένους, από τη ρίζα με μία μόνο κίνηση. Όλα τα μέρη του συνόλου μίας παρθένου που κρύβεται στο “μέρος” για να τραβήξει καμιά λαθραία τζούρα, είναι ασθματικά και εξολοθρεύουν κάθε στερεότυπο.

Με μία γλώσσα που υπόκειται σε ζύμωση, να διαστέλλεται και να φουσκώνει. Ξεφεύγει ολοζώντανη υφολογικά από όλα τα καλούπια. Μέσα από το“περιβάλλον” που αναφέρεται στον τίτλο, το καταφύγιο της είναι το άρρητο, το μισοσκόταδο, η λαθραία απόλαυση που επιτρέπει να πάρει και ο αναγνώστης μυρωδιά καπνού που αναθρώσκει. Εδώ ανάβει μία καύτρα, και είναι η Αλήθεια.

Παρθένος η Μαρία, έγκυος -ίσως – κοπανατζού από τους ρόλους που σκηνοθετούν γι΄αυτήν η κοινωνία, μικρή μεγάλη δεν έχει σημασία. Τρυπώνει μέσα από ρωγμές στα ιερά και όσια, στη κούφια διανόηση και τ΄ αστέρια της, στο κουρασμένο πια λάιφ στάιλ, στο στόμφο. Πιάνει με μια τσιμπίδα και εξετάζει έμψυχα τις προσδοκίες, τους συντρόφους, τις ιδέες και κάθε εκπρόσωπο εξουσίας καθώς θα παρελάσουν σε ιδιωτικές, δημόσιες, σαχλές ή και επίσημες στιγμές. Επίκεντρο και καταφύγιο, ένα τσιγάρο, εκεί που ο βασιλιάς μάς έχει ρίξει πόρτα από καιρό στα μούτρα.

Δεν είναι σπάνιες οι λογοτεχνικές φωνές που αποπνέουν ρεαλισμό, θα πει κανείς. Αλλά υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά από το άνοιγμα προς στο κοινώς αθέατο ακόμα πιο πολύ στο άρρητο. Οι ιστορίες δεν χρησιμοποιούνται ως πρόσχημα για να καταλήξει, όπως συχνά συμβαίνει, σε μανιφέστο και σε κάποια στράτευση. Που από τη φύση της διαστρεβλώνει και σιγάζει τη καρδιά από ανασφάλεια, αν όχι ατολμία κι ευνουχισμένη φαντασία.

Δεν έχει ανάγκη όμως από στρατό η Αλεξάνδρα Κ* για να διακηρύξει τη πραγματικότητα, για να ανοίξει ορθάνοιχτα τη πόρτα, να αποκαλύψει την υποκρισία, την χαώδη απόσταση ανάμεσα από τα λόγια και τα έργα. Δεν έχει στρογγυλέψει τίποτα.

Και πουθενά δεν θα γλυκάνει τον αναγνώστη, και δεν θα προσπαθήσει να υποβάλει στο κοινό ή στην ίδια την περσόνα της ότι τάχα “με την αγάπη των οικείων, πολλή δουλειά που έχω κάνει με τον εαυτό μου”, και άλλες μασημένες τσίχλες, ότι όλα πια κυλούν σαν το νεράκι στο … φλοτέρ, no problem!

Φίλοι αναγνώστες το τσιγάρο της παρθένου είναι πικρό και άφιλτρο. Το ρουφάς κι όλες οι δικές σου πίκρες γίνονται καπνός. Αλλά δεν είσαι πλέον μόνος.

*

©Μαρία Ιωαννίδου