Αργύρης Χιόνης, «Όσο για τα ποιήματα, μες στα κουβάρια των χαρτιών…

ΥΠΑΡΧΟΥΝΕ ΚΑΤΙ ΤΟ ΤΟΠΙΑ ΣΚΟΤΕΙΝΑ, τυφλών τοπία, που μόνο ψαύοντας τ’ ανακαλύπτεις. Με μάτια ανοιχτά, τρόπος για να δεις κανένας δεν υπάρχει, γιατί ‘ναι μυστικά τοπία και το φως κρατούν μακριά απ’ την περιοχή τους. Μονάχα ψαύοντας μπορείς να τα χαρείς ή, μάλλον, ένα μέρος τους μονάχα να χαρείς μπορείς, γιατί ‘ναι απέραντα τοπία, μυστικά, εσωτικά τυφλών τοπία.
***
ΤΟΠΙΑ ΜΑΓΙΚΑ που, χαραγμένα στο ταβάνι, η όραση τα βρίσκει και τα χάνει. Της μοναξιάς τοπία, τυλιγμένα στην ομίχλη απανωτών τσιγάρων, μόνον εν κατακλίσει ορατά, τοπία στοργικά που παρεμβάλλονται ανάμεσα στην τόσο φοβερά παρούσα γη και τον απαίσια απόντα ουρανό.

***
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΟΥΡΑΝΟΣ ΑΥΤΟΣ, είν’ ένα γαιοβάμον σκότος που μας πνίγει.
***
ΑΥΤΟΣ Ο ΦΑΝΟΣΤΑΤΗΣ στη γωνία, μες στη βροχή, μες στην απόλυτη των δρόμων ερημία, το μόνο πράγμα που φωτίζει είναι η βροχή που, μες στο φωτεινό του κύκλο, ασημένιο παραπέτασμα φαντάζει. Φαντάζομαι ότι αυτό το νιώθει κι η βροχή και θα μας πνίξει απόψε πάλι, από απλή φιλαρέσκεια.
***
ΑΝ ΟΠΩΣ ΛΕΝΕ, ΤΟ ΧΑΡΤΙ ΦΤΙΑΧΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΞΥΛΟ, ετούτο το δωμάτιο, που γέμισε χαρτιά κουβαριασμένα, ειν’ ένα τσαλακωμένο δάσος κι η γάτα που πλανιέται μέσα του, ερεθισμένη απ’ τους τριγμούς του, είναι μια τίγρη σ’ αναζήτηση θηράματος
    Όσο για τα ποιήματα, μες στα κουβάρια των χαρτιών, είναι πουλιά που πέθαναν πριν μάθουν να πετάνε.

***

Από τη συλλογή «Εσωτικά τοπία», εκδόσεις Νεφέλη.
photo © Michael Northrup, 1979