Αρχείο 05/07/2017
Τοτέμ
Οι βροχές που ήρθαν
Δεν μπόρεσαν να κατευνάσουν
Την ακόρεστη δίψα μας.
Τα τόσα σφάγια δεν έφτασαν
Για την πείνα μας.
Είχαμε μάθει ολοένα να ζητάμε
Απ’ τους θεούς.
Είχαμε μάθει τους καμένους κορμούς
Να προσκυνάμε.
Ο ήλιος άλλαζε τη λίμνη σε έρημο
Κι ο μάγος περίλυπος
Έριχνε και ξανάριχνε τα κότσια.
Όσο το μεγάλο βουνό έκανε ειρήνη
Με τον ουρανό
Και η αρκούδα ξάπλωνε με το ελάφι,
Αυτός έριχνε και ξανάριχνε…
Όμως πουλιά, αλίμονο, δεν πέρασαν.
Τα κότσια βουβάθηκαν,
Τα εντόσθια μαράθηκαν,
Ο κορμός ακίνητος, δεν απάντησε.
Ένα καρβουνιασμένο κούτσουρο
Τι προφητεύει;
Ουτοπία
Τα κοσμήματα
Τι κι αν τα στολίζεις
στο λαιμό
και στα χέρια.
Η σκουριά
θα σε παραλάβει.
Τόσο σίγουρο
όσο αυτές
οι ορφανές
λαμαρίνες―
ήλιος βροχή
αέρας
η θανή τους.
Τα κοσμήματά σου
κρέμασε
στα γουρούνια.
Ουτοπία
O διαβαίνων
Έθιμο αλλόκοτο
το ‘χουν αυτοί οι Εθνικοί,
να φορτώνουν τα κρίματά τους
σε θλιβερά στημένα ανδρείκελα,
και σε μεγάλες πυρές,
υπό τους ήχους ζητωκραυγών,
να τα λαμπαδιάζουν
τρωγοπίνοντας ως αργά,
υστερικά χοροπηδώντας
και γελώντας και τρεκλίζοντας,
ώσπου, απ’ το πεσμένο ομοίωμα,
δεν απομένει τίποτε, παρά
η εξαγνιστική του στάχτη.
*
©Ντέμης Κωνσταντινίδης
φωτο©Στράτος Φουντούλης
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.