Νόπη Χατζηιγνατιάδου, Πέντε ποιήματα

Για το καλό του κόσμου

Κάποτε πίστεψα
ότι δυο κόκκοι σπόρου, έργων ή λόγου
αρκούν, για το καλό του κόσμου
Έπειτα, είδα βροτούς να κατασπαράζουν
το γένος των ανθρώπων,
τα έθνη να εμπορεύονται χολή
Τα αδέλφια στο μεταξύ τους άγνωρα
οι φίλοι κι οι γνωστοί, κίβδηλα και τιμαλφή

Οι εφημερίδες γράψανε:
«Ζούμε στα σκοτεινά χρόνια ενός Μεσαίωνα»

Και κείνος ο πόθος μας να αγαπηθούμε
στα χρόνια ενός Μεσαίωνα
δυο κόκκοι σπόρου
κι ένα δέντρο που ψηλώνει στα μπαλκόνια μας


Παρα-ποίηση

Φθείρεις την ύπαρξη
-τη δική σου συνήθως –
με αλλότρια αμαρτήματα

κι άλλες φορές με τη σκέψη
εκείνων που ‘φυγαν
ή εκείνων που ήταν

Ούτως ή άλλως,
η διαφορά
ή το διαφορετικό
χωρά αντίστοιχα
στο υπόλοιπο της μαθηματικής πράξης
ή στο περιθώριο του κόσμου

Κι η άφεση βέβαια,
είναι μια κάποια λύση

Θα συμφωνήσεις,
όσοι μας παραποίησαν
ήταν έξω απ’ του εαυτού το κέλυφος
και κυρίως αθώοι


Αντι-ρητορικό

Αποφεύγει τις πολυτελείς και καλλωπιστικές φράσεις,
αν και διαθέτει τη δικανική γνώση

Ποτέ δεν τον άκουσα να υπόσχεται, μα να πράττει

Αγαπώ το πρωί
τη φύση της ένωσης
τη ροπή του μίσχου προς τον ήλιο

Αγαπώ
το αίνιγμα του τόπου
και της μέλισσας τη μεστή γλώσσα


Ο κόσμος είπε…

Τα σπίτια έχουν βάρος, πολλά έπιπλα, έγγραφα, βιβλία
μια μάνα που δεν καταλαβαίνει
μια μάνα που δεν την καταλαβαίνουν

Μέσα από τις κουρτίνες χωράν
τα φυγόπονα μάτια των γειτόνων-
επαρχία

Το νησί περιμένει, τα χρόνια όχι
Η θλίψη αθόρυβη και επισφαλής

(Χρησιμοθηρικές ασυναρτησίες)

Μέσα του χάνονται όσα μπορούσε να ελεήσει –
άλλος ένας ζωντανός – νεκρός που δεν κατάφερε να ζήσει

Είναι τρελός, ο κόσμος είπε,
κι έτσι, κανείς δε ρώτησε γιατί τρελάθηκε ο λογικός


Πέρασμα

Δεν προσπαθώ
για να λαξεύσω την τραχιά όψη της πραγματικότητας,
ούτως ή άλλως έως κι η πραγματικότητα
μια ψευδαίσθηση παροντική είναι

Να φτιάξω θέλω έναν νέο, δικό μου κόσμο,
για να ‘ναι λιγότερο αιχμηρό
και περισσότερο ανάλαφρο το παροδικό πέρασμα

Προσπαθώ
με ό,τι πρόχειρα υλικά διαθέτω:
την απλότητα της ύπαρξης, μια ψυχή και δυο χέρια

*
©Νόπη Χατζηιγνατιάδου

φωτο: Στράτος Φουντούλης