Αχιλλέας Σωτηρέλλος, Φτήνια

Μεσ’ τη σιωπή των φωνακλάδων ηγετίσκων

Ήταν πάντα τα θολά βλέμματα και οι χορτασμένες κοιλιές τους που με απωθούσαν. Δεν είχε σημασία τι έβγαινε από το στόμα τους αφού συνήθως εκφερόταν κακοφορμισμένο και σάπιο. Είχαν αποφασίσει μάλλον από πολύ μικροί να χτίσουν πολιτική καριέρα πάνω σε υπολογισμούς και λογιστικές ακροβασίες μισανθρωπίας, πρόβαραν κουστούμια βγαλμένα από τη ναφθαλίνη και συντηρούσαν την ψυχή τους σε βάζα φορμόλης καθώς ερέθιζαν το θυμικό του ακροατήριου με υπερβολές και φτηνές κορώνες.

Η ιστορία φρόντιζε να τους επαναφέρει στο παλκοσένικο ανά τακτά χρονικά διαστήματα άλλοτε ως γελοτοποιούς της εξουσίας και συχνότερα ως αποβολές της άρρωστης μήτρας της. Και κάπως έτσι ανανέωνε το παλμαρέ της με κοντόθωρα μπαστάρδια και εκατόμβες νεκρών, καθηλωμένων στον πάτο του Αιγαίου ή ξεβρασμένων στις ακτές της Αλικαρνασσού, αποτεφρωμένων στα κρεματόρια του Ματχάουζεν ή ακρωτηριασμένων στα λιβάδια του Ντρίνα.

Οπαδοί της στρεψοδικίας και φίλοι του τομαριού τους φρόντιζαν να κακοποιούν την αλήθεια με απανωτές κωλοτούμπες τζογάροντας στον καιροσκοπισμό και τις απαιτήσεις τις αγοράς. Σπάνια έβγαιναν χαμένοι μα οι προβιές τους φθείρονταν γρήγορα και οι συγκυρίες τους ξεπερνούσαν παρασύροντας τους συχνά στις εκβολές της λήθης και του θανάτου. Κι αν τα λόγια των τροβαδούρων, οι ρίμες των ποιητών και οι κινήσεις των σκακιστών τους αφήναν παγερά αδιάφορους, ήταν εκείνες που έμεναν να ορίζουν τους κανόνες της ηθικής όταν οι απελπισμένες κραυγές της χυδαιότητας τους πνίγονταν από την αδιαπραγμάτευτη σοφία της σιωπής.

Η ματαιοδοξία τους δεν εξυπηρέτησε ποτέ τίποτα περισσότερο από τα ορνιθοσκαλίσματα με τα οποία έμειναν γνωστοί πάνω στους τύμβους της αιωνιότητας, έζησαν όμως φτωχά και ντροπιαστικά γεμίζοντας το κενό τους με πλουσιοπάροχους μπουφέδες και το σκοτάδι τους με τα ψεύτικα φλας των φωτογράφων. Κατά βάθος δεν καταλάβαν ποτέ γιατί γεννήθηκαν μα αποστήθισαν μέχρι κεραίας την Παγκόσμια ιστορία της ατιμίας…

*

©Αχιλλέας Σωτηρέλλος

φωτο: Στράτος Φουντούλης