❆
Κύριοι, ζητήσατε να απολογηθώ – κι εφόσον
απολογούνται πάντα οι δολοφόνοι· κι αφού στους
δολοφόνους συγκαταλέγομαι κι εγώ, ότι έχω
να πω θα το πω χωρίς φόβο και πάθος.
Σας προσκαλώ να νιώσετε την απεραντοσύνη μου.
Να έχετε τον φόβο σε ότι με αφορά. Όταν αμέριμνοι
κολυμπάτε μέσα μου και ψάχνετε με την άκρη
των ποδιών σας κάτι στέρεο– και δεν το βρίσκετε,
να σας πιάνει ο πανικός γιατί, θα λείψει το κουράγιο
να κρατήσετε το σώμα σας στην επιφάνειά μου.
Πλημμυρίστε απ’ την ασφάλεια, σαν με κοιτάτε
από μακριά, από τον φάρο ή μοναστήρι,
που άμα το βλέπουν ναυτικοί ζητούν θεία
συμπαράσταση στο κάθε τους ταξίδι· συμπαθώ
τους ναυτικούς κι εχθρεύομαι τους φάρους.
Αν φταίει κανείς, είναι ο άνεμος και τα φυσήματά του.
Με πλάθει, σε ρεύματα ψυχρά κι άλλοτε θερμότερα
και με φουσκώνει τόσο που αφρίζω· τα κύματα
υψώνονται γιγάντια και παίρνουν την όψη
λευκού σμιλεύοντος μαρμάρου.
Γι’ αυτό, να βουτήξετε στον βυθό μου, ας μη το κάνετε
ποτέ ∙ άξια φύγανε πλάι μου παιδιά
που στα βάθη νόμιζαν πως είδανε γοργόνες του νερού
θαλασσινές, όλοι για την γοργόνα λέγανε μέσα
στον πυρετό τους, κάπου την είχαν δει μα,
ο καθένας τους αλλιώτικα την εμφάνιζε,
απόδειξη πως ποτέ, κανείς τους, δεν την είδε…
Λοιπόν, για να μαθαίνετε, το κύριο και μεγάλο
χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας επιστήμης είναι
η καθιέρωση μερικών αληθειών, που αποδείχνονται
με το πείραμα· κι έτσι αποχτούν κύρος καθολικό.
Έτσι και η επιστήμη της Αρχαιολογίας, που
σαν επιστήμη ασχολείται με την μελέτη
νεκρών πολιτισμών, αποτελεί στην υψηλότερη
της έννοια μελέτη θανάτου και ζωής, γιατί
φέρνει απ’ τα βάθη των αιώνων ότι είν’ ωραίο
κι αξιό για να πλουτίσει το παρόν.
Όχι, δεν τα λυπάμαι τα κορίτσια σας,
που πόθησαν τον έρωτα κοινό· και για τούτο
τις τιμώρησα, να στέκονται στα παράθυρα
γι’ αυτό που περιμένουν, να τραγουδούν αλλιώτικα,
μίξη μουσικής υπόκρουσης και συντριβής και πίκρας
για κάτι που’ ταν να γίνει και δεν έγινε ή που’ ταν
να έρθει και δεν ήρθε.
Με παρακολουθήσατε καλά μέχρι εδώ; Αντιληφθήκατε
την ιστορία των όσων είπα;
Απέναντί μου έχω μια εικόνα και προσεύχομαι.
Το κάνω επειδή είναι παλιά και μου’ χουν πει
θαυματουργή· άλλωστε, δεν βρέθηκαν άλλες
παρόμοιες εικόνες δίπλα της σαν κι αυτή
νάναι θαυματουργές· έτσι κι εγώ πιστεύω
ότι λένε…
Παλεύω ανάμεσα στο βαθύ και πιο φοβερό σκοτάδι
και σε δυνατά φωτεινές οπτασίες, που υπάρχουν
μέσα μου, για να σας δώσω την αφή της
άπιαστης πεταλούδας και του γαλάζιου λουλουδιού,
γιατί κι αν όλα τα εξηγούσαμε, θα στέρευε κάποτες
και η κάθε πηγή της άγριας ομορφιάς, το δράμα
του ανθρώπου, που χάνοντας την μνήμη στα νερά μου
δεν ξέρει αν είν’ Εβραίος, Σύριος ή Γραικός,
έτσι, πιείτε απ’ το νερό μου, που σβήνει κάθε δίψα,
καθώς στέλνω τους ναυτικούς εμπρός στον θάνατο,
που μ’ εκπληκτική ψυχραιμία μιλάνε για δαύτον
και τον θέλουν…
εγώ δε νιώθω κανένα δικό μου θάνατο
και καταγίνομαι πάντοτε να κυλάω, λες
και δεν πρόκειται ποτέ μου να πεθάνω.
*
©Ελένη Χαϊμάνη
φωτο: Στράτος Φουντούλης
Η Ελένη Χαϊμάνη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980, με καταγωγή από την Φωκίδα. Από τις εκδόσεις Ιωλκός τον Νοέμβριο του 2018 βγήκε η δεύτερη ποιητική της συλλογή, με τίτλο Οιστρογόνα. Ποιήματά της υπάρχουν σε ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.