Ασημίνα Λαμπράκου, μέρες του Απρίλη

Αγαπημένη, Ελοίζ

μονάκριβή μου,

η άνοιξή μου το δικό σου φθινόπωρο
Στέκομαι στο άνοιγμα του ποταμού όπως οι επιθυμίες που δεν εκπληρώθηκαν: φεύγοντας εξακολουθητικά
Όπως το κύμα στο πλάι της όχθης: πότε άγριο να ξεσπά, πότε ήρεμο να παρακαλεί, πότε ανύπαρκτο από συνειδητότητα και κάποτε από κούραση

Η ζωή όλη, ένα παιχνίδι του θήτα της επιθυμίας, Ελοίζ
Δεν υπάρχει είναι, υπάρχει θέλω
Αλλοίμονο τη δύναμη της λέξης που αλλάζει τη μορφή του κόσμου όλου!

Θέλω να σε ανταμώσω· να δω τα σκέπαστρα των ματιών σου, τις κόγχες, το κάτω το πάνω τόξο τους, το φόρεμά σου να λερώνεται στην άμμο, τα δάχτυλά σου να το κρατούν πάνω από τους αστραγάλους· θέλω να σε βλέπω Ελοίζ
είσαι η Άνοιξη

είσαι η Άνοιξη κι έχουμε πόλεμο
κανείς ήχος δεν βιάζει την ύπαρξη όσο η σιωπή μετά τον πόλεμο, κανείς ήχος δεν έχει τόση φωνή
τα πλήκτρα του πιάνου στην πιο βαριά τους κλίμακα αδυνατούν να σκεπάσουν την κραυγή της βουβαμάρας μετά τον πόλεμο· σκύβω αδύναμος, αδιοργάνωτος, φιλονίκητος· επιρρεπής σε κάθε σκοτεινή σκέψη· ένοχος, ασκεπής
απρόσβατος πάνω από το πιάνο, το αγκαλιάζω και σιγώ παίζοντας τις πιο δυνατές μουσικές μου
είναι Άνοιξη και πρέπει να σηκώνω σταχωμένες πέτρες τούβλα ξύλα καμένα κορμιά πεθαμένων για να ανακαλύπτω κάτω από τις στάχτες τη ζωή να γεννιέται πάλι

Η ζωή γεννιέται από θάνατο, Ελοίζ
Έχεις προσέξει πως από όλα τα χρώματα, το κίτρινο δεν έχει μυρωδιά; το κίτρινο των φύλλων του φθινοπώρου· αμύριστο κι αμίλητο Κλειδί της Περσεφόνης και του Άδη· θα φυλαχτεί η ζωή για να παραδοθεί στον θάνατο το μήνα Απρίλη, όπου μετράς την έκσταση του ανθρώπου στο μεγαλείο που του αποκαλύπτεται: της ανθοφορίας Το μεγαλείο του μικρού και του μεγάλου στην ωραιότητα, μονάκριβη.

Μονάκριβη! ποιες απογυμνώσεις της ζωής με οδηγούν να σε αποκαλώ μονάκριβη; δική μου μονάκριβη;
Σε έχω ανάγκη· τόσο, που, σε φέρνω (υπόσταση σάρκινη) να στέκεσαι στο φθαρμένο μου παράθυρο. μια ολόφωτη σκιά όπως η άνοιξη σε ξεχωρίζει από τα φύλλα των δέντρων και τα παραθυρόφυλλα. είσαι εκεί· είμαι εκεί· ζητώ να δω το πρόσωπό σου πάλι. στρέψε, αγαπημένη, και χαμογέλα μου. μονάκριβή μου. αγαπημένη μου. μίλα μου. πες· για τη δική σου άνοιξη, το φθινόπωρο. τον ποταμό. το γεφύρι. τα άνθη. τους περιπάτους. ξανά και ξανά. Θέε μου πόση ομορφιά! πάρε με μαζί σου. σε έχω τόση ανάγκη. τόσο, που, στέκεται αφόρητο σαν άκαμπτο στεφάνι από κλαδί τριανταφυλλιάς σφιγμένο στο μέτωπό μου. δάκρυ από αίμα η σκέψη κι η ανάγκη μου αγαπημένη. ρετσίνι αγίνωτο, χωράφι με καρπό βαρύ, αθέριστο. ανάντεχη πόσο η σκέψη κι ανάγκη μου να σ’ έχω κοντά μου που…

Ζεις μέσα μου· σε θρέφω.
Θέλω να απαλλαγώ από σένα· πρέπει να απαλλαγώ από σένα· με εξαντλείς
Το πρωί θα αφήσω τον άνεμο να σε χαϊδεύει μαζί με τα φύλλα της ιτιάς στην αυλή του σπιτιού κι όπως τα μακριά σου δάχτυλα θα μετεωρίζονται γαμψά πάνω από το κλαδί, ένας πιανίστας, θα πούνε, που ταξίδεψε την ψυχή του να βρεί τις φωνές των πρωινών πτηνών, είναι, και θα προσπεράσουν αποδίδοντάς μου μιαν απόπειρα από σκότος μυαλού. κανείς δε θα μπορεί να δει πως αν έκοψα τη ζωή μου ήταν εσύ που ήθελα να σκοτώσω. εσύ του μυαλού μου. ένα φάντασμα της επιθυμίας μου·
μονάκριβή μου

σε αγάπησα,
Πέρσυ

Warno River, April 27, Europe

____________
σ. σ.: το 2015 ο δικτυακός τόπος tovivlio.net εγκαινίαζε μια στήλη με θέμα: δι’ αλληλογραφίας
τότε γράφτηκε η επιστολή της Ελοίζ προς τον Πέρσυ, με τίτλο: μέρες του Σεπτέμβρη
η Ελοίζ, μια γυναίκα που είχε ξεφύγει από τον πόλεμο στην πατρίδα της, αναπολεί τόπο και ημέρες με την συντροφιά του αγαπημένου της στον ποταμό Βάρνο και στέλνει εικόνες από τον νέο τόπο, το Κάθριν της Αυστραλίας όπου διαμένει τώρα
η απαντητική επιστολή ξεκίνησε να γράφεται αμέσως μετά, ξεχάστηκε όμως στο συρτάρι
δημοσιεύεται σήμερα στον δικτυακό τόπο: staxtes2003.com
στην ρομαντική αυτή αλληλογραφία, τα πρόσωπα είναι ένα (α.λ.)

*

©Ασημίνα Λαμπράκου

φωτο: Στράτος Φουντούλης