Η ΚΑΘ’ ΥΠΝΟΥΣ ΜΝΗΜΗ
Ὑπάρχουν γεγονότα
πού μοιάζουν μέ ὄνειρα
καί ὄνειρα
πού μποροῦν νά θεωρηθοῦν
γεγονότα
Γιά ‘κεῖνα τά ὄνειρα, λοιπόν,
πού τά θεωρεῖς γεγονότα
καί πού χτυποῦν ἀναπάντεχα
σάν προσδοκίες καταλυτικές,
βραδιά καλοκαιριοῦ συνήθως
ἤ Ἄνοιξης πού δέν
ἄποφασίζει ἄν θα ‘ρθεῖ.
Κι ἐνδίδεις μέ λυμένα τά μέλη σου,
τραντάζεσαι ὁλόκληρος ἀπό τ’ ἀναφιλητά,
αὐτά τά στεγνά ἀναφιλητά
πού σοῦ ἀφήνουν τό βάρος στό στῆθος
κι ἔπειτα κουβαλᾶς τόν ἐφιάλτη
γιά πολύ καιρό
ἤ γιά πάντα μαζί σου.
Κι ἔκτοτε σέ κατατρύχει
ἡ ἀνάμνηση κάθε ὀνείρου
πού εἶναι ζωντανό γεγονός.
Ἡ καθ’ὕπνους μνήμη.
Κι ἐκείνη ἡ πίκρα
καί ἡ ταραχή τοῦ στεγνοῦ ἀναφιλητοῦ
πού σέ κάνει νά αἰσθάνεσαι
ὅτι κάποιος ἐφιάλτης
παίζει στό ὄνειρό σου αὐθαίρετα
μέ τό φῶς τοῦ κόσμου.
*
ΡΕΜΒΑΣΜΟΣ ΙΙ
Εἶδα μές στό μετρό τή Λορελάη
νά χαιρετάει, νά κλαίει καί νά γελάει.
Ἔβαψε τά μαλλιά της μαῦρα
-ἀντίθεση στό ἄσπρο πρόσωπό της-
νά’ναι τῆς μόδας καί νά ξεγελάει.
Δέν βρῆκε μές στά σχολικά βιβλία
τό ποίημά της, μόνο στατιστικές
καί γύρισε ὅλο πεῖσμα τήν πλάτη της
στίς πολυεθνικές.
(Ὁ Μπέρτολντ Μπρέχτ γελάει στό πάθημά της
κι ὁ Χάϊνε μέ μπουρλέσκο τή φλερτάρει).
Καπνίζει Philip Morris, πίνει μπύρες
καρφώνει ἀκόμα μέ τό βλέμμα τούς διαβάτες
καί προσμένει
μήπως τά πλοῖα ἀλλάξουνε τή ρότα.
Δέν βλέπει ποῦ πατᾶ
δέν τραγουδᾶ ἐρωτικά ὅπως πρῶτα,
μιά τίγρη πού ζαλίζεται ἀπ’ τά φῶτα
καί μέ θολό τό βλέμμα βλαστημάει
τόν ἔρωτα, τόν φόβο, τά δυό ἀδέλφια
στοῦ ξυραφιοῦ τήν κόψη περπατᾶνε
-τό ξέρει θά κοπεῖ-
πάνω στά λόγια ἰσορροπεῖ, παραμιλάει:
κι ἄν ἔπνιγα τούς ναῦτες μέ τήν ὀμορφιά μου μιά φορά
κάποτε θά μέ πνίξουν τῆς ἀγάπης τά νερά.
*
©Βάννα Πασούλη
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.