(Παραμονή Χριστουγέννων στην έπαυλη «Χρυσάνθεμο» στην Κηφισιά. Για όσους θέλουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την όψη της πολυτελούς οικίας θα πρέπει να γυρέψουν λεπτομέρειες στα λευκώματα του Σκοπελίτη. Η έπαυλη είναι φωτισμένη και ο κήπος φροντισμένος με επίσημα ντυμένο το προσωπικό που σερβίρει τα ποτά και φροντίζει για κάθε αίτημα των καλεσμένων. Σε λίγο οι πρώτοι θα καταφτάσουν. Η κυρία «Χρυσάνθεμο» τριγυρνά με την τουαλέτα της να σαρώνει τις μαρμάρινες επιφάνειες. Δίνει εντολές και επιβλέπει ώστε όλα να είναι καθώς πρέπει σαν φανούν οι καλεσμένοι. Η κυρία «Χρυσάνθεμο» περπατά με περίσσια χάρη και επάνω της συνοψίζονται όλα τα χαρακτηριστικά της ευγενούς της τάξης. Την παραμονή δίνει πάντα το πολυσυζητημένο πάρτι που προσελκύει τα καλύτερα και ακριβότερα επώνυμα της καλής κοινωνίας. Μοιάζει ανήσυχη τούτη την ώρα μα αυτό δεν έχει να κάνει σε τίποτε με τις ετοιμασίες και την επιμελημένη εικόνα του «Χρυσανθέμου».)
Κυρία Χρυσάνθεμο: Μήπως έχετε δει τον κύριο; Μήπως πέρασε από εδώ; Πάει αρκετή ώρα και δεν είναι φρόνιμο να αφήνει κανείς του άνδρες ανεξέλεγκτους.
Υπηρετικό προσωπικό: (νεαρή με χαμογελαστό παρουσιαστικό και φροντισμένα ρούχα. Η κυρία της διορθώνει μια ατέλεια στον γιακά) Δεν έχω δει τον κύριο εδώ και κάμποση ώρα. Μα αν το θέλετε μπορώ να τον γυρέψω.
Κυρία Χρυσάνθεμο: (κάπως απογοητευμένη) Όχι γλυκιά μου, δεν θα χρειαστεί. Μα φτιάξτε λίγο τον γιακά σας, να, έτσι. Να δείχνετε φροντισμένη, είστε τόσο όμορφο κορίτσι. Εμπρός, συνεχίστε.
(Ένας βιαστικός σερβιτόρος τρέχει στο κατόπι της κυρίας. Φωνάζει, προσπαθεί να την κάνει να του δώσει μια στάλα σημασία. Είναι δύσκολο μια και η κυρία Χρυσάνθεμο κρατιέται πολύ ψηλά. Ο σερβιτόρος την προλαβαίνει. Βρίσκει την ανάσα του και μιλά.)
Σερβιτόρος: Καλύτερα να έρθετε κυρία στο δωμάτιο της βιβλιοθήκης. Ο κύριος, να, πώς να σας το πω…
Κυρία Χρυσάνθεμο: Ώστε πέθανε; Και βρήκε σήμερα να το κάνει; Παρακαλώ φροντίστε τα πάντα. Θα πούμε πως έφυγε βιαστικά γιατί μια σπουδαία συμφωνία είναι έτοιμη να κλείσει. Ακούτε; Τίποτε σχετικό με θανάτους, προσέξτε! Θα σας θεωρήσω υπεύθυνο.
Σερβιτόρος: Όχι, όχι κυρία, δεν πέθανε. Είναι αντιθέτως μια χαρά. Ίσως κομματάκι έξαλλος μα ακριβώς για αυτό σας ψάχνω, εδώ και τόση ώρα.
Κυρία Χρυσάνθεμο: Ά, ώστε δεν πέθανε; Λοιπόν, ποτέ δεν είναι αργά. Αν δεν έχει φροντίσει να ετοιμαστεί, τότε είναι βέβαιο πως αυτή η νύχτα θα είναι κρίσιμη. Στην βιβλιοθήκη είπατε;
Σερβιτόρος: Μάλιστα, στην βιβλιοθήκη. Θέλετε να σας συνοδεύσω;
Κυρία Χρυσάνθεμο: (διορθώνει τον γιακά του και τον κοιτά υποτιμητικά) Μα τι πάθατε όλοι σήμερα με τους γιακάδες; Δείχνετε τόσο κακοφτιαγμένοι, είναι τρομερό, θα πει κανείς πως φέραμε εδώ τους φτηνούς σερβιτόρους. Και πιστέψτε με, μισώ τόσο να λέγονται πράγματα που δεν ισχύουν.
Σερβιτόρος: Μείνετε ήσυχη κυρία. (υποκλίνεται ελαφριά καθώς η κυρία χάνεται στην στροφή της μαρμάρινης κλίμακας.)
Κυρία Χρυσάνθεμο: (δίχως να γυρίσει το κεφάλι της) Αυτό είναι αδύνατο! Ακούτε, αδύνατο!
(Στην βιβλιοθήκη ο κύριος είναι ντυμένος πρόχειρα. Κρατά ένα πελώριο κασμά και σκάβει τους τοίχους. Όλα τα βιβλία είναι σκόρπια στο πάτωμα. Ο κύριος χτυπά με ρυθμό, όλο και πιο δυνατά, ο κύριος είναι ιδρωμένος, τα χέρια του ματωμένα, τα βιβλία όλα ανοιγμένα στην ίδια σελίδα. Στρέφει το πρόσωπό του και την κοιτάζει.)
Κύριος: Ώστε ήρθες…
Κυρία Χρυσάνθεμο: Πες μου πως έχεις χάσει ολότελα το νου σου. Μα τι σε έπιασε και γκρεμίζεις το δωμάτιο; Τι σου φταίξανε οι αγριοκερασιές; Λυπάμαι που το λέω, μα φαίνεται πως έχεις χάσει το νου σου. Καημένε μου. (πάει να πλησιάσει μα γρήγορα οπισθοχωρεί από φόβο μήπως ο κασμάς την χτυπήσει κατά λάθος.) Θα πρέπει να ηρεμήσεις.
Κύριος: Μα είμαι ήρεμος γλυκιά μου. Πιο ήρεμος από ποτέ όλα ετούτα τα χρόνια. Και αυτό το χρωστώ σε σένα. Εσένα, που φροντίζεις κάθε λεπτομέρεια και έτσι δεν χρειάζεται να προσπαθώ. Μονάχα να χαμογελάσω σαν μαριονέτα και να σφίξω το χέρι της ηγεσίας μπορώ, αυτό μου αναλογεί.
Κυρία Χρυσάνθεμο: Το βρίσκεις λίγο; Θα μπορούσες να σταθείς στην υποδοχή, θα ήταν έξοχο. Λοιπόν αυτό είναι όλο και την πληρώνει η βιβλιοθήκη;
Κύριος: Όχι είναι κάτι πολύ παραπάνω. Είναι το γεγονός πως έχω χάσει το παλιό αστέρι των Χριστουγέννων. Καταλαβαίνεις για τι καταστροφή μιλάμε;
Κυρία Χρυσάνθεμο: Μα έχουμε αγοράσει ένα ολοκαίνουριο αστέρι που δεν αλυχτάει μες στις νύχτες. Τι κρίμα να πασχίζεις δίχως λόγο.
Κύριος: Δίχως λόγο; Ξέρεις, κάθε χτύπημα σε αυτό εδώ το δωμάτιο, είναι μερικές γιάρδες μες στην γαλαρία του παλιού λατομείου. Είναι το εργοτάξιο της μνήμης, ίσως το αστέρι να βρίσκεται εκεί κάτω από σωρούς Χριστουγέννων δίχως θαύμα. Όλα αρχινούν από ετούτο ακριβώς το σημείο.
Κυρία Χρυσάνθεμο: Το λατομείο; Της μνήμης; Θεέ μου, μέρα που βρήκες να τα χάσεις!
Κύριος: Ώστε αυτό νομίζεις;
Κυρία Χρυσάνθεμο: Μα είναι προφανές!
(ο κύριος ρίχνει μια τελευταία ματιά και αρχίζει να χτυπά με εξωφρενικές χειρονομίες τον τοίχο. Πίσω του κρύβονται τα λατομεία της μνήμης. Η κυρία αποχωρεί ελαφριά συγκινημένη με το κακό που την βρήκε. Οι καλεσμένοι έχουν έρθει. Η θέση της είναι κάτω, στην μεγάλη σάλα. Έπειτα από ώρα, καθώς οι καλεσμένοι έχουν κιόλας μεθύσει, ο κύριος εμφανίζεται με ένα στραπατσαρισμένο αστέρι, γεμάτος σκόνη και συντρίμμια. Το πλήθος σαστίζει. Η κυρία ανασηκώνεται από την θέση της, το μάτι της πέφτει στον γιακά του που είναι τριμμένος και απεριποίητος.)
Κυρία Χρυσάνθεμο: Μα, στο καλό σου, σουλουπώσου κομματάκι! Τόσοι καλεσμένοι, τι καταστροφή, θα αποκαλυφθούν όλα αύριο το πρωί. Αποτυχία, μια αποτυχία, Θεέ μου, πόση δύναμη χρειάζεται!
Κύριος: Το βρήκα κάτω από σωρούς παλιοσίδερα και υποσχέσεις και παιδικές αναμνήσεις. Κυρίες και κύριοι, την προσοχή σας. Είχε καλυφθεί από τα χρόνια μα κάποια στιγμή σαν να έφεξε κάπως και όλα πήραν νόημα. Αν μπορούσατε να δείτε πόσα χίλια φεγγαρένια πρόσωπα ανάψανε στο βάθος των υλικών και ευθύς η λογική των πουλιών πήρε νόημα. Να, θα το καρφώσω στην θέση του, αυτό το αστέρι παραμένει πιστό, πιστό στην καρδιά μου. Ο χρόνος και η νύχτα το χάλασαν κάπως, μα τώρα αποπνέει αιωνιότητα, έτσι δεν είναι κυρία Χρυσάνθεμο;
(Προσπαθεί, σκαρφαλώνει, τα χέρια του γλιστρούν μα τα καταφέρνει. Και έπειτα; Έπειτα γλιστρά και γίνεται σύννεφο, μια προϊστορική σημασία, μια λύπη μες στις αναρίθμητες που κλέβουν από τις ζωές μας. Η κυρία Χρυσάνθεμο χειροκροτεί. Το πάρτι είπαν οι φυλλάδες, λογαριάζεται για το καλύτερο της ζωής τους. Μονάχα που δεν ξέρουν ότι για τα υγρά της μάτια φταίει εκείνο το αστέρι και ίσως μια παλιά, ξεφτισμένη αγάπη. Όμως, αγάπη, πέρα για πέρα αληθινή, τόσες χιλιάδες φορές ομορφότερη από την φωτισμένη και επιβλητική έπαυλη «Χρυσάνθεμο».)
✳︎
©Απόστολος Θηβαίος
διαβάστε τα κείμενα του Απόστολου Θηβαίου→
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.