Ο Δήμος ο Γαυριάς, παιδί σαλλονικιάς κι ενός σαλλονικιώτη, στα σαράντα οκτώ του χρόνια, δεν έπαψε να επιθυμεί γλαφυρές εκμυστηρεύσεις στην θάλασσα, σφιχταγκαλιάσματα στα δάση, ξεκούμπωτα στηθόδεσμα.
Ο Δήμος ο Γαυριάς με δυό κινήσεις στην ζωή(της ελάχιστης εργασίας, της αποπομπής της οικογένειας), απέφυγε τα κακοτράχαλα, και με μια τρίτη κίνηση που ήταν η σωματική και πνευματική άσκηση, παρέμενε γαυριάς, κυνηγώντας των αισθήσεων τις ατέλειωτες εκδοχές˙ αλλά οι άνθρωποι αφοσιωμένοι στην εργασία και στην οικογένεια, με τον Γαυριά θα ησχολούντο; Ο Δήμος, γνωρίζοντας διά το πεπερασμένον του έρωτος, που μόνο η εναλλαγή συντρόφου το ερωτικό παρατείνει (όπως κατά το παρελθόν είχε βιώσει), αναζητούσε τον έρωτα, εις τον οποίον τον ωθούσε, και η ρώμη με την οποίαν τον επροίκιζε ο τρόπος ζωής που είχε επιλέξει.
«Είσαι πολύ ζωντανός άνθρωπος, αλλά μην συνεχίζεις, γιατί αρχίζει να με πονεί το στομάχι μου». Ήταν τα λόγια σαρανταπεντάχρονης καθηγήτριας, παντρεμένης, όταν ο Δήμος εκδήλωσε με αγκαλιάσματα και φιλιά τα συναισθήματά του απέναντί της. Η ίδια επίσης του είπε, όταν ο Δήμος προσπάθησε με τον λόγο να την μεταπείσει: «Δεν μπορεί τίποτε να μου ρίξει το τυρί από το στόμα, νοιώθω έντονα την παλαιότητα! Δεν μου ταιριάζει να δέχομαι γραπτές καλοδουλεμένες φιλοφρονήσεις, τρέχοντας στις λιακάδες». Ενώ της ταίριαζε η μούχλα των επαναλήψεων της οικογενειακής και της εργασιακής σκλαβιάς.
Μιά άλλη γνωστή του, φιλόλογος, του έλεγε ότι αισθάνεται γαλήνια και ασφαλής, επειδή κοιμάται με την κόρη της την τετράχρονη˙ όταν επισκέφθηκε την φιλόλογο στο σπίτι της, την άκουσε να παρατηρεί την μικρή που μόλις είχε βγεί από το μπάνιο, και να της λέει:
«Πώς εμφανίζεσαι έτσι; Πρέπει να ντρέπεσαι για το πιπί, για τον ποπό, για τα στήθη σου! Και πάψε επιτέλους να τρίβεσαι˙ γιατί θα πρηστείς και θα κλαις από τον πόνο!» Σήμερα που η κόρη της είναι επτά χρόνων, η φιλόλογος κλείνει την τηλεόραση, όταν αυτή προβάλλει έναν άνδρα και μιά γυναίκα να φιλιούνται ερωτικά, λέγοντας στην κόρη της «απαράδεκτο». Ο Δήμος, επίσης, πληροφορήθηκε ότι η κυρία φιλόλογος ενέδιδε ερωτικά σε έναν άνθρωπο που σιχαινόταν αισθητικά, αλλά του καθόταν, γιατί τα οικογενειακά βάρη ήταν ασήκωτα! Δηλαδή η κυρία εβιάζετο με την θέλησή της για τα λεφτά! Κατά τα άλλα, προστάτευε την κόρη της από την ανηθικότητα του ερωτικού φιλιού, λέγοντας: «Απαράδεκτο».
Μιά γειτόνισσά του τσίριζε από το τηλέφωνο στον φωτογράφο που φωτογράφησε και βιντεοσκόπησε τα βαφτίσια της κόρης της, να κόψει την σκηνή όπου η ίδια γλύφει παγωτό σε χωνάκι, για να μην την δεί η κόρη της, όταν μεγαλώσει, και πάει το μυαλό της αλλού, σχηματίζοντας κακή εντύπωση για την μητέρα της˙ εδήλωσε δε στον φωτογράφο, συνεχίζοντας τις τσιρίδες, ότι μεθαύριο θα προστατεύσει την κόρης της από το μαγάρισμα των ανδρών.
Ο Δήμος, αποκλεισμένος από τους ευνούχους ψυχασθενείς, προσπαθούσε για να μην τρελαθεί, να αρκεσθεί στην άθληση και στο διάβασμα που εξηρτώντο από αυτόν. Αλλά δεν ήταν εύκολο να απαρνηθεί τον έρωτα! Ο καιρός περνούσε για τον Δήμο, με άθληση, διάβασμα και με το κυνήγι του έρωτος-χίμαιρα μέσα στο Ευνουχιστάν, επικοινωνώντας με ελάχιστους ανθρώπους, λιγότερους από τα δάχτυλα του ενός χεριού. Ένας από αυτούς ήταν ο Άλκης, ο οποίος είχε την ίδια νοοτροπία με τον Δήμο˙ όμως μιά μέρα του είπε: «Είμαστε βολεμένοι, δεν κινδυνέψαμε να πάμε φυλακή, πολεμώντας το σύστημα, ούτε μιά μολότωφ δεν πετάξαμε˙ το μόνο που κάναμε ήταν που αρνηθήκαμε την οικογένεια». Ο Δήμος απήντησε: « Για να τα λες αυτά, σημαίνει πως δεν είσαι και τόσο βέβαιος για το ότι η σεξουαλική απελευθέρωση των ανθρώπων και η απαλλαγή τους από την μονογαμική πανούκλα αποχής έρωτος, θα τους οδηγούσε σε άλλη θεώρηση ζωής, οργανώνοντας την κοινωνία σε μιά αυτοδιευθυνόμενη κοινοκτημοσύνη.
Εάν επίστευες ότι κατέχεις μία από τις μεγαλύτερες ( εάν όχι την μεγαλύτερη) αλήθειες του ανθρωπίνου προβλήματος, που οι άνθρωποι δεν είναι σε θέση ούτε να την ακούσουν, (απόδειξις διά το μέγιστον του προβλήματός τους), και την οποίαν έχουμε, επανειλλημένως, εκφράσει δημοσίως, δεν θα αισθανόσουν μειονεκτικά, έναντι, εκείνων που μπήκαν ή κινδυνεύουν να μπούν φυλακή, εμφανιζόμενοι, ότι μάχονται το σύστημα και τον πολιτισμό του, επιδιώκοντας την ανατροπή τους, χωρίς όμως να χτυπούν την ρίζα τους, ώστε να ξεριζωθούν και να μη ξαναεμφανισθούν ποτέ. Ο εκμεταλλευτικος πολιτισμός και οι πάσης φύσεως ινστρούχτορές του, δεν φοβούνται μιά αυτοδιευθυνόμενη κοινοκτημοσύνη, δίχως τις στέρεες βάσεις μιάς ελεύθερης ερωτικά (πολυγαμικής) παιδείας των μελών της.
Γι’ αυτό και δεν είχαν πρόβλημα να παρουσιάσουν τον θεάνθρωπό τους αντικομφορμιστή, αντιπλουτοκρατικό, εχθρό της πολύωρης εργασίας, να μαστιγώνει τους εμπόρους, αναποδογυρίζοντας τους πάγκους με τα φλουριά τους, να προτείνει σε εκείνους που έχουν δύο χιτώνες να δώσουν τον έναν, να αποκλείει στις ομιλίες του τους πλούσιους από την βασιλεία των ουρανών, να θαυμάζει τα κρίνα που αυξάνουν, χωρίς να κοπιάζουν και χωρίς να γνέθουν, ξεπερνώντας, ακόμη, και το μεγαλοπρεπές ντύσιμο του Σολομώντος. Την ρήση του δε, για τα κρίνα, μέχρι και ο Λαφάργκ την χρησιμοποίησε στο βιβλίο του «Το δικαίωμα στη τεμπελιά», επιχειρηματολογώντας, κατά της πολύωρης-εξοντωτικής εργασίας, που ο εκμεταλλευτικός πολιτισμός επιβάλλει στους υπηκόους του, μη αφήνοντας σ’ αυτούς ελεύθερο χρόνο, ο οποίος σύμφωνα με την αρχαία ελληνική σκέψη, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την απόκτηση της αρετής.
Απέφυγαν όμως, επιμελώς, να εμφανίσουν έναν θεάνθρωπο ερωτικό˙ αντιθέτως μάλιστα, σύμφωνα με το ευαγγέλιο, ο θεάνθρωπός τους, όπως αναφέρεται στο κατά Ματθαίον κεφ. ε’ παράγραφοι 27,28, 31,32, δεν απαγορεύει την μοιχεία μόνο με την έννοια της απιστίας, της απάτης ( που γίνεται κρυφά μέσα στον γάμο), αλλά απαγορεύει κάποιον να χωρίσει την γυναίκα του και να παντρευτεί άλλη, όπως απαγορεύει να παντρευτεί κάποιος γυναίκα διαζευγμένη, θεωρώντας ότι και αυτές είναι πράξεις μοιχείας. Επίσης θεωρεί μοιχαλίδα την γυναίκα εκείνη που θα παντρευτεί άλλον άνδρα, αφού ο σύζυγός της την έδιωξε χωρίς εκείνη να πορνευτεί, δηλαδή να τον έχει απατήσει.
Ακόμη, ο θεάνθρωπός (τον οποίον έσπειρε ο κρίνος), έλεγε: «Εγώ δε λέγω υμίν, ότι ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμήσαι αυτήν, ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού». Επίσης, δεν πρέπει να μας διαφεύγει, ότι, ο Σωκράτης, στην πολιτεία που οραματίστηκε, πρότεινε για την τάξη των επικούρων φυλάκων, μαζί με την κοινοκτημοσύνη των υλικών αγαθών, και την κοινοκτημοσύνη των γυναικών και των παιδιών, σαν το μεγαλύτερο αγαθό της πόλης, το οποίο θα ένωνε τους πολίτες, ξεριζώνοντας τον ατομικισμό της μονογαμικής οικογένειας, ο οποίος οδηγεί τον καθένα να ενεργεί για λογαριασμό του, υπονομεύοντας τον διπλανό του και το κοινωνικό σύνολο. Ο Σωκράτης πρότεινε επίσης, να πηγαίνουν οι φύλακες τα παιδιά τους στο παιδοκομείο, κοντά σε κάποιες παραμάνες, και όταν αυτοί θα οδηγούσαν τις μητέρες των παιδιών στο παιδοκομείο για να τα θηλάσουν, να επινοούσαν κάθε τέχνασμα για να μην αναγνωρίσει καμιά μητέρα το παιδί της.
Τα παιδιά που θα γεννιόντουσαν από τους ακμαίους, θα ανατρέφονταν με μουσική ( ο όρος “μουσική” δεν ταυτίζεται με τον σημερινό όρο, ο αρχαίος ελληνικός όρος ήταν ευρύτερος˙ συνδεόταν με τις Μούσες, τις θεότητες-προστάτιδες των καλλιτεχνικών και πνευματικών δραστηριοτήτων του ανθρώπου) και γυμναστική υπό την επίβλεψιν της πολιτείας, και όχι κάτω από την επιρροή του κάθε αδαούς, τραυματισμένου – ψυχικά άρρωστου – ακατάλληλου γονιού, όπως γίνεται μέχρι σήμερα.
Ανέφερε επίσης ο Σωκράτης, τις στερήσεις και τα βάσανα που υφίστανται οι οικογενειάρχες κατά την ανατροφή των παιδιών και κατά την εξοικονόμηση χρημάτων για να προμηθευτούν τα αναγκαία για την οικογένειά τους υλικά αγαθά, άλλοτε δανειζόμενοι, άλλοτε αρνούμενοι να τα πληρώσουν˙ επίσης αναφέρει ότι αυτά που με κάθε τρόπο εξοικονομούν, τα αφήνουν στις γυναίκες και στους οικείους, δίνοντάς τους αυτά για αποταμίευση, και σχετικά με αυτά, το πόσα και ποιά παθαίνουν, είναι φανερά και αγενή και ουκ άξια λέγειν. «Πράγματι είναι φανερά ακόμη και σε τυφλό», απήντησε, ο Γλαύκων, στην παρατήρηση του Σωκράτη˙ ο Γλαύκων που ήταν φίλος του Σωκράτη και αδελφός του Πλάτωνα.
Ένα ακόμη ρηξικέλευθο χαστούκι στην εκμεταλλευτική ηθική, ήταν η πρόταση του Σωκράτη για ελεύθερη και κατά βούλησιν συνέυρεση ανδρών και γυναικών, όταν περάσουν την ηλικία της τεκνοποίησης , που για την γυναίκα άρχιζε από τα είκοσι και τελείωνε στα σαράντα και για τον άνδρα άρχιζε από τα τριάντα και τελείωνε στα πενήντα πέντε˙ αρκεί να απέφευγαν την αιμομιξία (λόγω ομαδικής οικογένειας) και την εγκυμοσύνη.
Ο Σωκράτης, αν και έχει χαρακτηρισθεί ολιγαρχικός και πρόδρομος του Χριστιανισμού, στο τελευταίο έργο του την «Πολιτεία», αν και δεν εξαλείφει πλήρως την αδικία μεταξύ των ανθρώπων, αφού υποτιμά τις κοινωφελείς εργασίες των γεωργών δημιουργών ( τις οποίες πρέπει όλοι να επωμιζόμεθα ως κοινωνικά αναγκαίες, καθιστώντας αυτές εύκολες, ολιγόωρες, ανώδυνες, αφού ευχάριστες δεν μπορούν ποτέ να γίνουν), αποκλείοντας αυτούς από την εξουσία, μη αποδεχόμενος τον χερνήτη διανοούμενο και μη αναγνωρίζοντας στους χερνήτας το δικαίωμα του ελεύθερου χρόνου, την δυνατότητα του φιλοσοφείν, παρ’ όλα αυτά, ομολογεί αφ ‘ενός, ότι η μεγαλύτερη και οξύτερη από τις ηδονές είναι η αφροδισιακή , και αφ’ ετέρου ότι για να λείψουν η έχθρα και ο δόλος από τις σχέσεις των ανθρώπων, πρέπει οι άνθρωποι μέσα από μιά καθολική κοινοκτημοσύνη, να διαμοιράζονται τα υλικά αγαθά, και κυρίως να διαμοιράζονται τον έρωτα. Αυτά προφανώς ήταν τα καινά δαιμόνια που έσπερνε ο Σωκράτης, εξαιτίας των οποίων κατεδικάσθη εις θάνατον. Αλλά οι ιθύνοντες που γράφουν την ιστορία όπως αρμόζει στα συμφέροντα και στις αξίες-απαξίες τους, είχαν και έχουν κάθε λόγο να αποκρύπτουν τα πραγματικά αίτια της καταδίκης του Σωκράτη σε θάνατο, διότι δεν πρέπει να αποκαλυφθεί η αχίλλειος πτέρνα του εκμεταλλευτικού πολιτισμού.
Γι’ αυτό Άλκη, εάν πιστεύεις ότι η σεξουαλική απελευθέρωση των ανθρώπων, θα συμβάλλει στον σχηματισμό ενός ήπιου κόσμου σκεπτικού, οικοδομώντας μιά άλλη κοινωνία, τότε μην εντυπωσιάζεσαι από τα πυρά εκείνων που μπαίνουν φυλακή για πράξεις κατά του συστήματος, διότι τα πυρά τους είναι άσφαιρα· εφ’ όσον δεν αρθρώνουν λέξη εναντίον της μονογαμικής αποχής έρωτος και της νομοτέλειάς της, της μονογαμικής ασφυκτικής οικογένειας, που ακρωτηριάζουν τις ψυχές, έτσι, ώστε οι πωρωμένοι άνθρωποι, να είναι ανίκανοι να αισθανθούν.»
Άλκης: Αφού τα πυρά τους είναι άσφαιρα και είναι ακίνδυνοι, γιατί τους βάζουν φυλακή;
Δήμος: Εσύ διακρίνεις κανέναν κίνδυνο; Μήπως η δραστηριότητά τους αυτή, άλλαξε την νοοτροπία των ανθρώπων, ώστε να νοιώσουν, να σκεφθούν και να φθάσουν στο σημείο να αναζητήσουν έναν άλλον τρόπο ζωής; Προλαβαίνω την διά ερωτήσεως απάντησή σου, και ανταπαντώ˙ ότι ούτε ο δικός μου ο λόγος περί σεξουαλικής απελευθέρωσης, άλλαξε την νοοτροπία των ανθρώπων˙ όμως εγώ είμαι αποκλεισμένος από όλους, αφού με μισούν! Γιατί τους θυμίζω το πρόβλημά τους. Καλύτερα να προκαλώ το μίσος και την οργή των εξαρτημένων από τα αυτοκίνητα και τα ιταλικά πλακάκια, παρά να προκαλώ την θυμιδία και τον σνομπισμό τους, μιλώντας για κοινωνία αλληλεγγύης, δικαιοσύνης, όπου οι αποφάσεις θα παίρνονται στις συνελεύσεις των εργαζομένων. Εσύ θα προέτρεπες κάποιον να κολυμπήσει, ενώ βρίσκεται σε κώμα, διασωληνομένος, στην εντατική; Ο οργισμένος φόβος που προκαλώ στους μικροαστούς και όχι μόνο, δείχνει πιο είναι το πρόβλημα στο οποίο πρέπει να εγκύψουμε.
Η συναισθηματική πληρότητα, η νηφαλιότητα που χαρίζει το συχνό ερωτεύεσθαι που προτείνω (το οποίο είναι απότοκο της πολυγαμικής φύσης του ανθρώπου η οποία καταπνίγεται, όμως, υπάρχει ως δυνατότητα), είναι αυτό που εάν υιοθετηθεί από τους ανθρώπους σαν τρόπος διαπαιδαγώγησής τους, θα ξεκλειδώσει τις αρετές τους, διώχνοντας από τις ψυχές τους τα βακτήρια της εξιδανίκευσης των υλικών αγαθών, της φιλοδοξίας, της καριέρας, του ανταγωνισμού, του ατομικισμού˙ έτσι, επιτέλους, θα υπάρξει κατάλληλο έδαφος να καλλιεργηθούν τα οράματα για τα οποία μπαίνουν φυλακή κάποιοι.
Οι άνθρωποι, παύοντας, να είναι μαλωμένοι, πρώτα με τον ίδιο τον εαυτό τους, θα νοιώσουν τον άλλον, φίλο, και όλη την γή σπίτι τους. Άλκη, η συνταγή είναι σίγουρη˙ δοκιμασμένη από πολύ παλιά, πριν εμφανισθούν η ιδιοκτησία, η δουλεία, η πορνεία, η παιδεραστία, οι βιασμοί και όλα τα απόβλητα της μονογαμικής επιβολής, η οποία αρρωσταίνοντας διά της αποχής, αίσθηση και νού, στηρίζει το εκμεταλλευτικό οικοδόμημα. Η άρχουσα τάξη δεν είναι αυτή που οι επαναστάτες κόπτονται να ανατρέψουν, αλλά εκείνη που από τα γεγονότα αναγορεύεται˙ και τα γεγονότα διατρανώνουν την πρωτοκαθεδρία της μονογαμίας ως ιθύνουσας επόπτριας! Του εκμεταλλευτικού πολιτισμού παντάνασσας!
Τα τέσσερα πέμπτα, τουλάχιστον, της συνολικής ύπαρξης της ανθρωπότητας, όπως ο Μόργκαν αναφέρει στο βιβλίο του «Η ΑΡΧΑΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ», ανήκουν στις προϊστορικές βαθμίδες πολιτισμού της αγριότητας και της κατώτερης βαρβαρότητας, των οποίων η κοινωνικοπολιτική έκφανση ήταν η πολυγαμική κοινοκτημοσύνη. Το υπόλοιπο ένα πέμπτο, το μοιράζονται οι βαθμίδες της μέσης, της ανώτερης βαρβαρότητας και ο πολιτισμός. Στην μέση βαρβαρότητα είχαμε κοινοκτημοσύνη με ελεύθερο ζευγάρι ενδοτικό στην ποικιλότητα των προκλήσεων του έρωτος· ενώ η μονογαμία εμφανίστηκε στο ανώτερο στάδιο βαρβαρότητας, εδραιώνοντας τον πολιτισμό, ο οποίος έχει διανύσει ένα πολύ μικρό διάστημα στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Όπως καταλαβαίνεις Άλκη, η πολυγαμία ήταν τόσο γλυκιά, που οι άνθρωποι χρειάστηκαν δεκάδες χιλιάδες χρόνια για να αποστασιοποιηθούν από αυτήν, και να περάσουν στην πυόρροια που αποκαλούν πολιτισμό διά στρατιωτικού νόμου, που η μονογαμία επέβαλλε. Μπορεί η συνταγή να μην εισακούγεται και ίσως να μην εισακουσθεί ποτέ˙ αυτό όμως δεν αναιρεί την ιστορικά τεκμηριωμένη δραστικότητά της. Η σεξουαλική απελευθέρωση των ανθρώπων η οποία θα σημάνει την επιστροφή τους στην πολυγυνία και στην πολυανδρία, αποτελεί για τον εκμεταλλευτικό πολιτισμό τον ασκό του Αιόλου, που δυστυχώς, ούτε ο χώρος της αμφισβήτησης, μέχρι στιγμής, αντέχει να τον ανοίξει.
Άλκης: Ίσως έχεις δίκιο. Οι άνθρωποι θυσιάζοντας τον έρωτα στους βωμούς των υλικών αγαθών, της φιλοδοξίας και του καθωσπρεπισμού της μονογαμικής οικογένειας, είναι ζήτημα εάν ερωτεύονται έστω και μιά φορά στην ζωή τους. Εάν ένοιωθαν πλούσιοι εσωτερικά (συχνά ερωτικά εκφραζόμενοι), από τον καναπέ του ξάγναντου αναπαυόμενοι, θα θεωρούσαν απαξίες τις διαχρονικά ποτισμένες με την δυστυχία τους αξίες.
Δεν θανατώνει η μπαρούτη τον ατομικισμό του μικροαστισμού! Μα η ερωτική διάθεση η οποία υπάρχει, εφ’ όσον είμαστε σε θέση να ανταποκριθούμε διαδοχικά ή ταυτόχρονα, στα ποικίλα ερεθίσματα των ανθρωπίνων μορφών με την εσωτερικότητα που αυτές εμπεριέχουν.
Δήμος: Ο αποκλεισμός του έρωτος που επιβάλλουν οι άνθρωποι στους εαυτούς τους, τους στεγνώνει, τους σκληραίνει, τους μαραζώνει, τους τρελαίνει.
Εν ονόματι της δυστυχίας μας!
Εν ονόματι της απαξιωμένης ζωής μας!
Μέχρι να πεθάνουμε, δεν θα πάψουμε να τους ενοχλούμε, θυμίζοντάς τους, ότι νοσούν.
*
©Λεωνίδας Καζάσης
φωτο: Στράτος Φουντούλης
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.