Ζώης Μπενάρδος, Απόδειπνο ―από τον Νίκο Μακρή

Ζώης Μπενάρδος, Απόδειπνο ―εκδόσεις Δρόμων, 2023

Μνήμη κεκοιμημένων και έμπνευση

Του ©Νίκου Μακρή, δρ Φιλοσοφίας

Η έβδομη ποιητική συλλογή του εκδότη, λόγιου και ποιητή Ζώη Μπενάρδου καλεί και ανακαλεί κάθε ευαίσθητη συνείδηση σε κόσμους χαρμολύπης και ποιητικής συγκίνησης. Παρόλο που οι σελίδες αυτής της συλλογής, που είναι εύστοχα συγκροτημένες (Ι. Φυγή, σελ. 13-30 – ΙΙ. Απουσία, σελ. 33-47,- ΙΙΙ. Ενύπνια, σελ. 51-63, ΙV. – Ερημία, σελ. 67-78, V. – Σιγή, σελ. 81-88) με αναβατική φορά και πλήθουσες εμπειρίες, η κυκλικότητα του όλου έργου με ανάλογους ποιητικούς αναβαθμούς, προσφέρουν στον αναγνώστη στιγμές συγκίνησης, εγγύτητας και εισβολής τού θνήσκειν στον έγχρονο βίο μας κομίζοντας μυστικό θάμβος.

* * *

Κατά πρώτον λόγο, η συλλογή παρουσιάζει μια συγκινητική πρωτοτυπία: Πρόκειται για ποιητικό μνημόσυνο προς τον πατέρα απ’ τον γιο, όπου αγάπη, μνήμες, χαρακτήρες και άληστες στιγμές πλήρεις απλότητας και ηθικού μεγαλείου μείγνυνται με την ποιητική τους έκφραση. Μυστική ελεγεία απ’ τα βάθη της καρδιάς, λύπη αλλά και παρηγορία αρχιτεκτονημένα απ’ τις εμπνεύσεις ευγνωμοσύνης, προσφέρουν ερήμην του ποιητή μυστικές πληροφορίες οι οποίες αναφωτίζουν ως ποιητικά εναύσματα που δεν υποψιάζουν απλώς κάθε ζώντα-αναγνώστη, αλλά εισέρχονται ως μυστική αύρα στο μύχιο εαυτό μας.

* * *

Έτσι, η φυγή, ο θάνατος δηλαδή (Μπορεί να ήταν τα χρόνια σου πολλά, μα δεν υπάρχει μέτρο,/άμα αντέχει η καρδιά, άνθρωποι αν υπάρχουν/που σ’ αγαπούν, σε θέλουνε,/κοντά τους σε ζητάνε, σελ. 21) στέφει με τις αναμνήσεις της ζωής τη συνείδηση, κατά τρόπο που η φυγή απ’ τη ζωή δεν κλείνει την αυλαία της αγάπης. Ακολουθούν οι εμπειρίες της απουσίας (Μνημείο ήταν της ζωής και δύναμη δική μας,/μονάχα που το βλέπαμε, παίρναμε φως κι ελπίδα! σελ. 33), με ποιητικότατες και αλληγορικές αναφορές που κατά βάθος θεωρούμενες επικαλούνται την παρουσία, την παρουσία του αγαπημένου προσώπου με τις συγκινούσες αρετές του. Η φυγήμαρτυρείται μέσα απ’ τη γραφή της ψυχής του ποιητή.

Ο ελεγειακός περίπλους όμως συνεχίζεται με ενύπνια θλίψης, εμπειριών και αναμνήσεων, που είναι ουσιαστικότερες απ’ τις αυταπάτες του καθημερινού βίου, που πληγώνουν πρόσκαιρα, αλλά που τονώνουν ηθικά, πνευματικά (Σε μακρύ τραπέζι βρεθήκαμε μαζί/και δίπλα σου καθόμουν σιωπηλός…/Χαρά είχα που σ’ έβλεπα, ύστερα απ’ τη φυγή σου!/ Αντίκρυ μας καθότανε η μάνα και κοιτούσε/χωρίς να λέει τίποτα, χωρίς να λέει κάτι…/ Μονάχα εσύ μιλούσες κι έλεγες για όσα έζησες,/ για όσα είδες κι άκουσες στον δρόμο της ζωής… σελ. 58). Τα ενύπνια και οι θύμισες, πηγή παρηγορίας και αλήθειας πιο αληθινής απ’ τις απάτες της καθημερινότητας.

* * *

Ωστόσο, έρχονται στιγμές ερημίας με τις θετικές και με τις αρνητικές εμπειρίες. Δεν είναι η ερημία αρνητική για τον ποιητή. Πολλές φορές, αρκεί η ποιητική επίνοια να το «εντοπίσει», γίνεται ενόρμηση με πλούσια μυστικά μηνύματα. Η ποιητική ενόρμηση όμως καταφεύγει αλληγορικά και συμβολικά στο φυσικό συμβαίνον με τους πολυποίκιλτους ιριδισμούς τους, δίνει πνοή και φως στα τόσο υποβλητικά μηνύματα της φύσης, των ζώων, των πτηνών, ο ποιητής φτερουγίζει και ενδύει τα βιώματά του, τα αδελφώνει με τις προσωπικές του εμπειρίες και ορθώνει συγκινησιακό ποιητικό λόγο (Ένα κοτσύφι στην αυλή/κάθισε σ’ ένα κλαδί/και με κοιτάζει…/Μοιάζει να είναι μοναχό,/να ‘χει τον ίδιο καημό/πόσο σου μοιάζει!/Λόγια του λέω στοργικά,/δακρύζω όπως με κοιτά/με τόσο πόνο!, σελ. 67).

* * *

Την ερημία διαδέχεται η σιγή, η σιγή με τον αποκαλύπτοντα λόγο της, γιατί αλίμονο αν η σιγή και η σιωπή δεν είχαν λόγο, τον λόγο που αποσυμβολίζει κάθε συμβολική έκφραση για να της δώσει αληθεύουσα φορά. Είναι μάλιστα γνωστό πως πολλοί ποιητές ύμνησαν τη σιωπή και την κόρη της τη σιγή αλλά με το ποιητικό τους λέγειν, το λέγειν του μύχιου είναι μας (Σαν κλείσουν τα γήινα τα μάτια,/ διάπλατα τότε ανοίγει/ τα μάτι που ορά την άλλη διάσταση…/Και γίνεται οδηγός/για την ψυχή που φεύγει,/ που ξεριζώνεται με μιας/ απ’ το φθαρτό της σώμα… σελ. 86).

Ιδού το λέγειν της ποίησης που δεν αποκαλύπτει απλώς τον πλούτο της σιωπής, αλλά εισδύει στο μύχιο είναι, αρκεί να υπάρχουν τα συγκλονίζοντα βιώματα του βίου μας. Το συγκλονιστικότερο όμως είναι το είναι του θανάτου το οποίο, βυθίζοντας μας στη θλίψη και πλουμίζοντάς μας με οριακά συναισθήματα, μας καλεί και μας ανακαλεί όχι μόνο στη μνήμη του αγαπημένου προσώπου το οποίο χάθηκε, αλλά και στη βαθύτερη «αίσθηση» του βίου μας.

Αυτή είναι η προσφορά της ποιητικής δημιουργίας, το παρόντος έργου του Ζώη Μπενάρδου.