Απόστολος Θηβαίος, Boutique Théâtre: Πουλ, Πουλ

Εργάκι με κανόνες συμπεριφοράς
σε γιορτινό τραπέζι

κηνικό διαλυμένου τραπεζιού. Ποτήρια αναποδογυρισμένα, σπασμένα πιάτα, μια ριγμένη μποτίλια με κρασί, τσαλακωμένα τραπεζομάντιλα και οι καρέκλες αφημένες στη θέση τους, σαν να ‘χε συμβεί κάτι τρομερό που ανάγκασε τους καλεσμένους να σκορπίσουν ξαφνικά. Στη μια άκρη του τραπεζιού, στέκει ένας τύπος, μάλλον αστυνομικός. Ρεπούμπλικα χαμηλωμένη στο ύψος των ματιών, καμπαρντίνα με όρθιο το γιακά, γραβάτα κάπως λυμένη, γένια τριών και βάλε ημερών. Κάποιος τρέχει, κρατά ένα φωτιστικό σαν αυτό που χρησιμοποιούν στις ανακρίσεις και που σήμερα διαμορφώνει ένα γραφικό, σχεδόν κλασικό σκηνικό. Ο τύπος που εισβάλλει στη σκηνή ανάβει τα φώτα, ο μάλλον αστυνόμος σαλεύει, κοιτάζει ποιος μπήκε στη σάλα, του κάνει νόημα να πλησιάσει. Ο τύπος αφήνει τη λάμπα στο τραπέζι, ψάχνει την πρίζα, η λάμπα ανάβει, ο αστυνόμος χειροκροτεί και μονολογώντας, “έτσι μπράβο!”.)

 Αστυνόμος: Φέρτον μέσα!

(ακούγεται φασαρία, φωνές, ήχοι χτυπημάτων, μια πόρτα ανοίγει, κάτι πέφτει στο πάτωμα και κάνει φοβερό θόρυβο)

 Θα το γκρεμίσετε; Λίγο πιο διακριτικά, λίγο πιο διακριτικά παρακαλώ!

Βοηθός Αστυνόμου: Με συγχωρείτε κύριε αστυνόμε. Αλλά είναι πολύ ζόρικος αυτός εδώ ο τύπος. Του’χου ρίξει μπόλικες μα αυτός δεν καταλαβαίνει τίποτε, δεν νιώθει τίποτε. Να, δείτε! (ο βοηθός του ρίχνει μια στο καλάμι, ο κρατούμενος σκάει στα γέλια) Είδατε;

Αστυνόμος: Καλά, καλά, άφησέ τον εδώ. (φέρνει κοντά μια καρέκλα, σαρώνει κάτι σπασμένα γυαλιά και κάνει νόημα στον βοηθό να φέρει τον κρατούμενο)

Βοηθός: Εδώ! Μπρος! (ο κρατούμενος κάθεται, προσπαθεί να πνίξει τα γέλια του)

Αστυνόμος: (στρέφει τη λάμπα πάνω του) Ο νόμος  για φόνο με το δικό σου ιστορικό, προβλέπει είκοσι χρόνια. Δεν είναι λίγο. Στην θέση σου δεν θα’χα όρεξη να γελάσω. Πώς λέγεσαι;

Κρατούμενος: Έντι. Έντι Φέις. (κάνει κάτι αστείες γκριμάτσες, ο βοηθός του ρίχνει μια δυνατά στο πρόσωπο) Αυτό είναι που λένε, ιν γιορ φέις! (ξεσπάει τελικά σε γέλια. Ο αστυνόμος σοβαρός, συνεχίζει)

Αστυνόμος: Τα πράγματα έχουν ως εξής. Διόρθωσέ με αν κάνω λάθος. Σύναψες παράνομο δεσμό με την κυρία Ουίλιαμς, τη νύφη σου. Σωστά;

Κρατούμενος: Μα είναι σκέτη γλύκα κύριε αστυνόμε!

Αστυνόμος: Ναι, ξέρω, ξέρω. (κάτι συλλογίζεται, ίσως κάποια που αγαπάει πολύ και που έχει πεθυμήσει ακόμη περισσότερο) Η κυρία Ουίλιαμς, η πρεσβύτερη σας έπιασε στα πράσα. Στην κουζίνα ανταλλάξατε μερικές άμεσες στιγμές. Η κυρία Ουίλιαμς προσπάθησε να φύγει διακριτικά. Εσείς την είδατε, την προλάβατε στον διάδρομο και την φέρατε πίσω. Σας είπε μερικά σκληρά λόγια, το κρασί είχε κάνει τη δουλειά του, τα είχατε χαμένα. Προσπαθήσατε να την μεταπείσετε, όσο έρχονταν οι καλεσμένοι. Η κυρία Ουίλιαμς, η κόρη έπρεπε να τους υποδεχθεί και έτσι μείνατε μονάχος με το θύμα.

Κρατούμενος: Μήπως είσαστε καλεσμένος και εσείς; Τα λέτε τόσο ωραία!

Αστυνόμος: Σου θυμίζω, είκοσι χρόνια. Τάισες και με το παραπάνω τη δόλια την κυρία Ουίλιαμς, της έδωσες μπόλικη από εκείνη τη γαλοπούλα, το θύμα ένιωθε να σώνεται η ανάσα του, προσπάθησε να καταπιεί, να φωνάξει όσο είσαστε οι δυο σας, μέχρι που πάνω στην πάλη κατάπιε τη σφυρίχτρα. Σωστά;

Κρατούμενος: Ναι, την κατάπιε! Να την ακούγατε μόνο που μόλις άνοιγε το στόμα της άρχιζε να σφυρίζει. Έσκασα στα γέλια. Δεν χρειαζόταν να ανησυχώ πια ότι θα μπορούσε να πει το παραμικρό για το φλερτάκι που είχα με την κυρία του σπιτιού. Τη συνόδευσα ως το τραπέζι. Ο κόσμος είχε έρθει και όλοι αγκαλιάζονταν και φιλιούνταν. Φιλούσαν το χέρι και η πρεσβύτερη μόνο χαμογελούσε, αφού έτσι και έκανε να ανοίξει το στόμα της η σφυρίχτρα έπαιρνε μπρος! Ω, Θεέ μου! Ήταν έκτακτο το πράγμα και το πιοτό έρρεε άφθονο και ήσαν όλοι ευτυχισμένοι. Και εγώ κάθε τόσο με την όποια πρόφαση, άγγιζα την κόρη, την κυρία Ουίλιαμς ντε, και η γριά δεν μπορούσε να κάνει τίποτε. Και δεν ήξερε κανείς τι έρωτας θυελλώδης σάρωνε το γιορτινό τραπέζι. (όλα αυτά τα λέει με στόμφο) Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι…

Βοηθός: Μέχρι; Μπρος! Λέγε! (του ρίχνει μια και ύστερα, δήθεν για να ηρεμήσει, ο αστυνόμος του δίνει μια αδέσποτη φτερούγα που ‘χε μείνει πάνω στο τραπέζι)

Κρατούμενος: Μέχρι που τελικώς, επάνω στο μεθύσι μου, εντελώς αμέριμνος, πρότεινα στην κυρία Ουίλιαμς την πρεσβύτερη να χορέψουμε, εκείνη αντέδρασε, εγώ τη χτύπησα φιλικά στην πλάτη. Να πάρει και να σηκώσει!

Αστυνόμος: Τι έγινε; (αρπάζει άλλη μια φτερούγα, η γαλοπούλα βρίσκεται διάσπαρτη πάνω στο τραπέζι με τα ακριβά σερβίτσια που δίχως ανθρώπους μοιάζουν τόσο ανώφελα)

Κρατούμενος: Ε τι να γίνει, η σφυρίχτρα, η αναθεματισμένη σφυρίχτρα βγήκε από το λαιμό της και έσκασε πάνω στον πίνακα του Ματίς. Αντίγραφο, μην φανταστείτε, εκείνου που πιάσανε προσφάτως. Είναι τόσο καλός ζωγράφος που και ο ίδιος ο Ματίς θα το λογάριαζε για δικό του. Το λοιπόν, η σφυρίχτρα βγήκε, η γριά ομολόγησε όσα είχε δει στην κουζίνα, ο κύριος Ουίλιαμς μου επιτέθηκε αναίτια αφού ο έρως δεν γνωρίζει από συμβάσεις και άλλα ανθρώπινα. Το λοιπόν, μου όρμησε και η κυρία Ουίλιαμς, η πρεσβύτερη λιποθύμησε, η κόρη της έβαλε τα κλάματα, κάποιες κυρίες ουρλιάζοντας “το παλτό μου, το παλτό μου!” ξεγλίστρησαν και έτσι σώθηκαν από το μακελειό. Η δόλια, η κυρία Ουίλιαμς, η κόρη, θρηνούσε τα σερβίτσια της, ενώ εγώ μια καλά βολεμένη ζωή, κύριε. Το λοιπόν, άρπαξα και εγώ το μαχαίρι του φρούτου – τα έχετε δει σε κάτι σκηνές του Γούντι Άλεν κατά τη διάρκεια αγχωτικών ραντεβού και έξω να βρέχει – και με όλη μου τη δύναμη το κάρφωσα πάνω στον κύριο Ουίλιαμς, τον εξαπατημένο. Έπειτα ορισμένοι που είχαν εμπλακεί στον καυγά δίχως προσωπικό ενδιαφέρον, με μιμήθηκαν και άρχισε ο ένας να σφάζει τον άλλον. Έτσι εξηγείται το λουτρό του αίματος κύριε αστυνόμε. Όσο για τη γριά που στάθηκε τέτοιο εμπόδιο στην αγάπη μας – σας θυμίζω εγώ προτιμώ την κόρη, αλλά και η γριά αν ήταν λιγότερο οξύθυμη θα ‘μου κανε μια χαρά με τέτοια σύνταξη και μερικά φιλέτα, όχι χοιρινό, αλλά τα άλλα τα φιλέτα, τα ακίνητα που κινούν την πόλη και βρίσκονται στην κατοχή της. Όσο για αυτήν λοιπόν, μες στον καυγά πληγώθηκε θανάσιμα με το κουταλάκι του γλυκού και παρέδωσε στον κύριο την ψυχή της, μαζί με όλα τα κρίματα και τις αγαθοεργίες. Πρέπει να την σκότωσε η κόρη, πήρε και άλλους στον λαιμό της με μέσα διόλου συνηθισμένα. Είναι να απορεί κανείς τι μπορεί να καταφέρει ένας άνθρωπος με θέληση αν στα χέρια του βρεθεί μια γαβάθα, μια λαβίδα ή το μαχαίρι του ψωμιού ή μια πιατέλα με αχνιστό μοσχαρίσιο κρέας. Εγώ όπως βλέπετε σώθηκα, η κυρία Ουίλιαμς, η κόρη έπαθε αποπληξία λόγω των σερβίτσιων και που χάλασε το γιορτινό τραπέζι και τη χάσαμε και αυτή. Οπότε και εγώ σχεδίαζα να πάω κάπου αλλού να τα πιω, μέρα που είναι μέχρι που ήρθατε εσείς και τώρα πρέπει να τη βγάλω εδώ. Ας είναι, πουθενά δεν είναι άσχημα αν έχεις καλή παρέα.

Αστυνόμος: Βρίσκετε; (σκουπίζει τα χέρια του με το ακριβό τραπεζομάντιλο)

Βοηθός: Αλήθεια; (του αστράφτει άλλη μία)

Κρατούμενος: Αλήθεια! (θυμωμένα)

Αστυνόμος: Ας ηρεμήσουμε. Μια και θα φάτε είκοσι χρόνια, έχετε χρόνο που λέτε να φάμε μια μπουκιά. Όλοι δικαιούνται να χορτάσουν μια στάλα. Και από ότι βλέπω εδώ έχουν μείνει μπόλικα ακόμη φαγητά. Να σας βάλω κάτι; Θα’στε λυπημένος που χάσατε και τις δυο κυρίες Ουίλιαμς, σας νιώθω.

Κρατούμενος: Να’στε καλά κύριε αστυνόμε. Είστε άνθρωπος με Π κεφαλαίο.

Αστυνόμος: Ε , μέρα που είναι και μια και μείνατε ρέστος που λένε από παρέα, καλά είμαστε και έτσι, δεν βρίσκετε;

Κρατούμενος: Μόνο, να λύστε με, γιατί μου είναι αδύνατο να φάω με τα χέρια έτσι.

Αστυνόμος: Αυτό δεν γίνεται αγαπητέ. Είστε κατηγορούμενος και μάλιστα ένοχος καθ’ομολογίαν. Οπότε και εγώ έχω δεμένα τα χέρια μου.

Κρατούμενος: Όχι, εγώ τα έχω δεμένα.

Αστυνόμος: Και εγώ γιατί είμαι εδώ;

Κρατούμενος: Γιατί παρακαλώ;

Αστυνόμος: Μα για να σας φροντίσω. Εσάς με τα δεμένα χέρια και τον βοηθό μου που σας σημαδεύει βάσει του κανονισμού συλλήψεων ενόχων για απώλεια ζωής εν καιρώ ειρήνης.

Κρατούμενος: Ας είναι! Καλά Χριστούγεννα κύριοι! Ας φάμε!

(Το έργο τελειώνει μες στο χαμό με τον αστυνόμο να ταίζει μία τον βοηθό, μία τον κρατούμενο. Οι τρεις τους έστησαν ένα αναπάντεχο ρεβεγιόν και το πράγμα παρά το φόνο έγινε κάπως κωμικό μα με έναν “μαύρο” τρόπο. Καλά Χριστούγεννα και προσοχή στη βουλιμία και τις σφυρίχτρες, πόση προσοχή πρέπει να κάνει κανείς με όλα αυτά τα πράγματα. Όσο για τα μυστικά, φροντίστε αυτά να μείνουν τέτοια όσο κρατάει το γιορτινό τραπέζι. Είναι τόσα τα μαχαίρια και το κακό δεν αργεί να γίνει.)

✳︎ 

©Απόστολος Θηβαίος

Διαβάστε τα κείμενα του Απόστολου Θηβαίου→

φωτο: Στράτος Φουντούλης