Βαγγέλης Αλεξόπουλος, ‘Σκηνές καθημερινότητας του κόμη Αλέξιου Ντε Λα Βέγα’ —προδημοσίευση αποσπασμάτων

Εκδόσεις Οδός Πανός

Για κάποιον μυστήριο λόγο πάντα περίμενα τη φωτιά από ψηλά

Πες μου:
το ‘ξερες που ματώνει η στάχτη;
Έκτωρ Κακναβάτος

Το αόρατο που κυνηγά την πεταλούδα
Μια παγωμένη χειραψία
και ο άσπονδος φίλος του χρησμού
Ματωμένο φεγγάρι
με το ζόρι ανατέλλει
Δεν αγαπά τα δειλινά
που κλονίζουν τις ρίζες των ευκαλύπτων
Σφυρίζει ο αέρας καθώς
από στενά διαφράγματα διέρχεται

[Φωτεινό άστρο της αυγής, που
οδήγησες τους Μάγους στην αρχή
του τέλους του αιώνιου κύκλου
Δίδαξέ με την εμβαδομέτρηση του
απειροστού κύκλου της ακάνθινης σπείρας]

Αγνοείται ο τελευταίος ασπασμός,
καθώς τα μαρσιποφόρα οχήματα ασκόπως
διέρχονται έξω απ’ το σπίτι

[Διόρισε στο Δημόσιο
τον δούλο σου, Κύριε,
γιατί αλλιώς θα του λείψει ο άρτος
ο ευλογημένος, ο γλυκός, ο επιούσιος]

Πάντα περίμενα τη φωτιά από ψηλά
Ήρθε από πίσω και μας περικύκλωσε


Λένε πολλά ψέματα για τους λύκους

Οι λύκοι είναι οι καλύτεροι φίλοι του ποιητή
έρχονται και τρίβονται στα πόδια του με αγάπη
Όχι όπως οι γάτες
που ζητιανεύουν λιχουδιές
ενώ είναι χορτάτες

Διψάνε λέξεις
στίχους παραμονεύουν αιμάτινους
να γλείψουνε τη δίψα τους

Οι λύκοι συμπονούν τον ψεύτη βοσκό
φωτίζουν τη μαύρη μοναξιά του
χορεύουν στις νότες της φλογέρας του

[Όλοι ζητάνε τον χώρο τους
τον χρόνο τους και
την τροφή τους
Αλλιώς γυρνάνε τα μάτια τους
βλέπουνε τα μέσα για έξω]

Να ξέρετε πως η Κοκκινοσκουφίτσα
δεν ήταν καμία αγία,
και η γιαγιά παλιά πουτάνα

Ο θάνατος δεν είναι λύκος

Θάνατος είναι ο κυνηγός
που φοράει το πρόσωπο
του λύκου που έσφαξε


Η αμαρτωλή γραφή ή Ξόρκι συνοδεία βιόλα ντα γκάμπα

Στην Ai Ogawa

Εντός μου κατοικεί μια σκιά
που συνέχεια ζητάει
φαΐ, κρασί, έρωτες
Όταν φωνάζει τραντάζομαι τόσο, που
σπάνε τα τζάμια απ’ τα γυαλιά μου

Όμως, πώς να ξεδιψάσεις τις γλυφές ημέρες;
Και ποιος να ξεσκονίζει τώρα τη θάλασσα;

Όταν στη μέση της ζεστής νύχτας
ακούγεται το κλάμα ενός αγγέλου
που επιστρέφει
σκοτωμένος στον παράδεισο

– Παιδί που γυρνάει βράδυ
στο σπίτι κλαίγοντας
με γδαρμένους αγκώνες, γόνατα
και στην αγκαλιά το σπασμένο του παιχνίδι –

Εγώ ήθελα μόνο να τινάξω το σκοτάδι
από το φόρεμά σου

Να μη συμβαίνουν όλα για μια κρυφή ικανοποίηση

Να σ’ αγαπώ
όχι από συνήθεια ή ανάγκη

Είσαι ο Ιωνάς. Είμαι το κήτος

Να μην εγκαταλείψεις ποτέ τον πιο αμαρτωλό δούλο σου, Κύριε

*

©Βαγγέλης Αλεξόπουλος