(Α’ δημοσίευση)
✤
Τελείωσε την δουλειά του στις 16:30. Παρέδωσε το ταμείο στις 16:37 μμ. Την ώρα εκείνη ήρθε ο αντικαταστάτης του. Πήρε το σακάκι του από την αποθήκη, το φόρεσε και έφυγε. Εκτός από δύο τρεις τυπικές κουβέντες δεν είπε τίποτα περισσότερο στον συνάδελφο. Εξ άλλου ήταν κακόκεφος. Ήταν Παρασκευή και είχε πληρωθεί το βδομαδιάτικο από νωρίς. Όταν βγήκε στο δρόμο απομακρύνθηκε από το σημείο της δουλειάς του με βήμα ταχύ. Tότε, άλλαξε το κέφι του.
Κάθε Παρασκευή έφευγε πιο νωρίς. Και έμενε πιο πολύ τα Σάββατα και τις Πέμπτες. Οι Πέμπτες! Δέχτηκε να προστεθούν και οι Πέμπτες γιατί κάθε Πέμπτη από παλιά, τότε που η μητέρα του τον έστελνε έξω από το σπίτι. Το πρωί γυναίκα για καθάρισμα και το απόγευμα, γυναίκα για σιδέρωμα και το σπίτι ήταν σε καραντίνα όλη μέρα. Έτσι τις Πέμπτες ήταν πάντα εκτός σπιτιού ως επιταγή, ως τιμωρία και ως ελευθερία.
Ο καιρός ήταν γλυκός. Μύριζε Άνοιξη αν κι το κρύο συνεχιζόταν. Κατευθύνθηκε προς την στάση λεωφορείου. Δεν άργησε να έρθει το μεταφορικό μέσον που αγαπούσε πιο πολύ. Ήταν σχεδόν άδειο. Του άρεσαν οι συγκοινωνίες. Έβλεπε τους ανθρώπους με διαφορετική διάθεση από όταν τους έβλεπε μπροστά στο ταμείο. Ήτα οι μόνες ώρες που βρισκόταν με κόσμο.
Κάθισε με ανακούφιση στο κάθισμα. Είχε σκοπό να απολαύσει την διαδρομή. Πρόσεξε για λίγο το προφίλ των συνοδοιπόρων και μετά ξεχάστηκε προς τα έξω. Η πόλη ήταν ήσυχη. Θα έβγαινε στην στάση που ήταν δίπλα στο μετρό. Το σπίτι του, δυο στάσεις μετά. Ήθελε να περπατά την διαδρομή αυτή. Έμενε στα Εξάρχεια 22 χρόνια. Αν και εργαζόταν σε σουπερμάρκετ, της Παρασκευής τα ψώνια τα έκανε σε άλλο πολυκατάστημα. Του άρεσε να μπαίνει στο σούπερ μάρκετ γύρω στις 19:00 για μια ώρα περίπου και αγόραζε τα πράγματα της εβδομάδας. Γύριζε γύρω στις 20: 30 με τις πλαστικές σακούλες γεμάτες ψώνια. Τις κρατούσε με το αριστερό. Ήθελε το δεξί ελεύθερο. Με τις προμήθειες και μια σκέψη στο μυαλό του που την πιπίλαγε σαν καραμέλα- μοίρα μου βρες τον δρόμο σου *- γύριζε στο σπίτι. Του άρεσε να γυρίζει στο σπίτι του. Τακτοποιούσε τα πράγματα στα ντουλάπια και στο ψυγείο. Είχε ένα σπίτι μικρό αλλά πολύ φροντισμένο. Μόνος στην Αθήνα από τότε που ήρθε. Πριν 22 χρόνια. Ήταν τότε 20 χρονών.
Στο Αγρίνιο που γεννήθηκε είχε φίλους, την οικογένεια του και τον πρώτο και τελευταίο μεγάλο έρωτα. Μετά ήρθε στην Αθήνα. Ο πατέρας του είχε φύγει νωρίς από την ζωή και η μάνα του μεγάλωσε τρία παιδιά μόνη. Δεν είχε νοιώσει δυσκολίες, μέχρι που ήρθε την Αθήνα. Είχε όνειρα. Πώς να εξηγήσεις τώρα την αποτυχία μιας ολόκληρης ζωής; Ο έρωτας μεταφραζόταν σε σπίτια ‘κυριών’, η αγάπη σε ‘νοσταλγία’, η φιλία σε σιγασμένο θυμό και η ζωή του, σε μια τιμωρία. Μόνο που δεν ήξερε ακόμη ποιος και γιατί τον τιμωρούσαν. Εδώ και καιρό, ήταν ερωτευμένος με μια πόρνη που συναντούσε μέσα στον μήνα αν και του άρεσε πιο πολύ να αυνανίζεται. Έτσι περνούσε ο καιρός. Ήταν 42 χρονών. Τον καιρό εκείνο μάθαινε την γλώσσα των μουγκών. Ο λόγος για την δραστηριότητα αυτή, η μικρή του πόρνη, που δεν μιλούσε ή πιο σωστά, έβγαζε μικρούς ήχους, και όμορφα νοήματα με τα δαχτυλάκια της, που τον άναβαν. Αυτά τα νοήματα πάσχιζε να μάθει. Εκεί που νόμιζε ότι η ζωή του έδειχνε σημάδια κάποιας αλλαγής, συνέβη το ατύχημα.
Ένα βράδυ, χειμώνας, ξερό κρύο, γύριζε στο σπίτι του με τα πόδια από την Πειραιώς στα Εξάρχεια, οι δρόμοι άδειοι. Εκεί γύρω στην Θεμιστοκλέους, ένα αυτοκίνητο με σβηστά φώτα, πέρασε με ταχύτητα να προλάβει το πράσινο. Ο Α, δεν το είδε και με μια φυσικότητα χορευτή, ξαπλώθηκε στις ρόδες του αυτοκίνητου που με μεγάλη προσπάθεια, πρόλαβε να γυρίσει το τιμόνι όλο αριστερά για να αποφύγει και να μη λιώσει τον περαστικό. Ο Α,μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο με σπασμένα τα δυο του πόδια και το ένα χέρι, το δεξί. Στο πλάι του όλες τις μέρες, το ζευγάρι που οδηγούσε το αυτοκίνητο. Σχεδόν ήθελε να τους ζητήσει συγγνώμη. Ναι, πίστευε ότι έφταιγε αυτός. Ήταν τόσο αφηρημένος. Από παιδί έτσι χανότανε σε συλλογισμούς.
Στο νοσοκομείο έμεινε ένα μήνα. Επιτέλους κάτι είχε συμβεί στην ζωή του. Κάποιο άνθρωποι τον φρόντιζαν. Το ήξερε, η ζωή του θα άλλαζε, λίγη υπομονή χρειάζονταν. Την είχε. Η μόνη ατυχία να σπάσει το δεξί χέρι. Για λίγο καιρό δεν θα είχε την μουγκή του πόρνη, ούτε θα μπορούσε να κάνει τον αυνανισμό που τόσο τον χαλάρωνε. Δεν είχε δοκιμάσει ποτέ με το αριστερό χέρι. Θα το δοκίμαζε τώρα.
*Fata viam invenient. Βιργίλιος -Αινειάδα.
✤
©Μαρία Πανούτσου 2020. Από την συλλογή διηγημάτων Ασκήσεις Μνήμης.
φωτο: Στράτος Φουντούλης
Διαβάστε ὀλα κείμενα της Μαρίας Πανούτσου →
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.