Η Tζένη Μανάκη για το βιβλίο του Κώστα Αρκουδέα, «Επικίνδυνοι συγγραφείς»

Από τις εκδόσεις Καστανιώτη

“ Η φωνή του συγγραφέα εξακολουθεί να ακούγεται και να διεγείρει συνειδήσεις, ενώ όσοι τον καταδίωκαν έχουν χαθεί στη λήθη” Αντρέ Μπρινκ.

 “ Το κράτος αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ότι ο διανοούμενος, και ειδικότερα ο συγγραφέας , είναι στην πραγματικότητα το όργανο που χρησιμοποιεί η κοινωνία στην ανάγκη του συνόλου  για αυτοκατανόηση”  Τζ.Μ.Κουτσύ

Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως παντεπόπτευση της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας, το επίπονο, έργο μεγάλης πνοής  με τίτλο: ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ,  του Κώστα Αρκουδέα.

Αναφέρεται στους όχι λίγους ενοχλητικούς συγγραφείς  για συντηρητικά ή επαναστατικά καθεστώτα που σέρνουν πίσω τους πολιτική λογοκρισία, κοινωνική υποκρισία, θρησκευτικό φονταμενταλισμό, τάσεις εκδίκησης  και κακώς εννοούμενους ηθικούς κανόνες. Το έργο του βασίζεται σε μία μεγάλη βιβλιογραφία, σε προσωπική αναγνωστική εμπειρία και στο συγγραφικό του ταλέντο με το οποίο εμπλουτίζονται τα κείμενα.

Πρόκειται για ένα ουσιαστικά ανένταχτο σε κάποια γνωστή κατηγοριοποίηση έργο, δεδομένου ότι εμπεριέχει σχεδόν όλη την ευρεία γκάμα απόπειρας γραπτού λόγου,  μια εσωτερική ιχνηλάτηση στον κόσμο της λογοτεχνίας με μορφή βιογραφίας, δοκιμίου, βιβλιοκριτικής αλλά και ποίησης,  και μυθιστορίας που συνδυάζει πολιτικό σχολιασμό, φιλοσοφική σκέψη, ιστορικά δεδομένα και ιστορία της τέχνης. Σε πολλά σημεία πλησιάζει το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ.  Παρά το πολύπλοκο και »πολυπρόσωπο» του εγχειρήματος, παρά τον μεγάλο του όγκο, το βιβλίο διαβάζεται με την ίδια διάθεση ανάγνωσης ενός μυθιστορήματος  χάρη στην εξαιρετική του δομή, που » τακτοποιεί » γεωγραφικά, θεματολογικά- αιτιολογικά ( κατά είδος λογοκρισίας) και  χρονικά, την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ύλη του, ώστε να μη χάνεται σε δαιδάλους ο αναγνώστης.

Ο συγγραφέας ανθολογεί βιογραφικά στοιχεία ή στιγμιότυπα των διωκόμενων συγγραφέων, λογοτεχνικά αποσπάσματα των βιβλίων τους,  που προκάλεσαν την μήνιν  καθεστώτων, διόγκωσαν την εκδικητικότητα θρησκειών ή κοινωνικών ομάδων. Επιπλέον προσθέτει την κριτική του ματιά στο σύνολο έργων και λόγων μεγάλων λογοτεχνών αλλά και προσώπων που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη Ιστορία και αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για αξιόλογους, πολυδιαβασμένους συγγραφείς. Σημαντικό ρόλο επίσης στο σύνολο του έργου αποτελεί η ανάδειξη της πνευματικής  αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων της διανόησης.

Και βέβαια ένα τέτοιο έργο δεν θα μπορούσε παρά να έχει ως πρόλογο εκείνον τον ουκ άνευ παραλογισμό του αστυνομικού οργάνου που ενέπνευσε τον Μπράντμπερυ- συγγραφέα του »Φαρενάιτ 451» να γράψει το αφήγημά του » Ο πεζός ».

Πρώτο μέρος  “ Οι σκανταλιές του μπακαντίρ”

    (μπακαντίρ είναι οι ήρωες της μεσαιωνικής ρωσικής μυθολογίας-γενναίοι αλλά και ξεροκέφαλοι)

     Ο Αρκουδέας αναφέρεται στους εκδιωχθέντες για το έργο τους συγγραφείς της προεπαναστατικής και μετεπαναστατικής Ρωσίας, αρχής γενομένης από τον μεγάλο όλων των εποχών Λέων Τολστόι.

“ ΄Αραγε πόσοι από εμάς γνωρίζουν ότι ακόμη και σήμερα ο Λέων Τολστόι είναι αφορισμένος; Και όχι μονάχα αυτό. Μια μερίδα της ρωσικής κοινής γνώμης στρέφεται κατά καιρούς με ιδιαίτερο μένος εναντίον του”

      “ Στο παρελθόν ο Τολστόι αποκλήθηκε “καθρέφτης της Επανάστασης” από τους ιθύνοντες Σοβιετικής ΄Ενωσης και οι προετοιμασίες για την επέτειο των πενήντα χρόνων από τον θάνατό του κράτησαν δύο ολόκληρα χρόνια. Στη συνέχεια όμως οι καιροί άλλαξαν. Το ίδιο και οι προτιμήσεις των πολιτικών […]

Οι κρατικοί αξιωματούχοι αρνήθηκαν έστω και την παραμικρή συμμετοχή στην ταινία Ο τελευταίος σταθμός, με θέμα τη ζωή του Τολστόι […]“Κάθε πολιτική εξουσία αποπειράται να προσαρμόσει τους μεγάλους άντρες στις ανάγκες της. Η σημερινή πολιτική εξουσία (Πούτιν) δεν το επιχειρεί, είτε γιατί δεν είναι αρκετά έξυπνη, είτε γιατί έχει τέτοια αυτοπεποίθηση, που νιώθει ότι δεν της χρειάζεται»  δήλωσε στους NY Times ο τρισέγγονός του Τολστόι Βλαντιμίρ.    

       Ο Αρκουδέας γράφει για τις αντιδράσεις όχι μόνο της πολιτικής ηγεσίας αλλά και της Εκκλησίας που προχώρησε στον αφορισμό του Τολστόι, ενοχλημένη από τα σπουδαία σημαίνοντα μέσα στα αθάνατα έργα του- κυρίως με αφορμή την  “ΑΝΑΣΤΑΣΗ” του-  και συνεχίζει με κριτικές επισημάνσεις στο έργο του εμπλουτισμένες με αποσπάσματα,  βιογραφικά ΟΑρκουδέας αναφέρεται στους εκδιωχθέντες για το έργο τους συγγραφείς της προεπαναστατικής και μετεπαναστατικής Ρωσίας, αρχής γενομένης από τον μεγάλο όλων των εποχών Λέων Τολστόι.

“ ΄Αραγε πόσοι από εμάς γνωρίζουν ότι ακόμη και σήμερα ο Λέων Τολστόι είναι αφορισμένος; Και όχι μονάχα αυτό. Μια μερίδα της ρωσικής κοινής γνώμης στρέφεται κατά καιρούς με ιδιαίτερο μένος εναντίον του”

      “ Στο παρελθόν ο Τολστόι αποκλήθηκε “καθρέφτης της Επανάστασης” από τους ιθύνοντες Σοβιετικής ΄Ενωσης και οι προετοιμασίες για την επέτειο των πενήντα χρόνων από τον θάνατό του κράτησαν δύο ολόκληρα χρόνια. Στη συνέχεια όμως οι καιροί άλλαξαν. Το ίδιο και οι προτιμήσεις των πολιτικών […]

Οι κρατικοί αξιωματούχοι αρνήθηκαν έστω και την παραμικρή συμμετοχή στην ταινία Ο τελευταίος σταθμός, με θέμα τη ζωή του Τολστόι […]“Κάθε πολιτική εξουσία αποπειράται να προσαρμόσει τους μεγάλους άντρες στις ανάγκες της. Η σημερινή πολιτική εξουσία (Πούτιν) δεν το επιχειρεί, είτε γιατί δεν είναι αρκετά έξυπνη, είτε γιατί έχει τέτοια αυτοπεποίθηση, που νιώθει ότι δεν της χρειάζεται»  δήλωσε στους NY Times ο τρισέγγονός του Τολστόι Βλαντιμίρ.

       Ο Αρκουδέας γράφει για τις αντιδράσεις όχι μόνο της πολιτικής ηγεσίας αλλά και της Εκκλησίας που προχώρησε στον αφορισμό του Τολστόι, ενοχλημένη από τα σπουδαία σημαίνοντα μέσα στα αθάνατα έργα του- κυρίως με αφορμή την  “ΑΝΑΣΤΑΣΗ” του-  και συνεχίζει με κριτικές επισημάνσεις στο έργο του εμπλουτισμένες με αποσπάσματα,  βιογραφικά στοιχεία και στιγμιότυπα της κοινωνικής, προσωπικής, ερωτικής  ζωής του συγγραφέα. Η καταληκτική  αντίδραση του οποίου  ήταν ένα είδος αναρχοπασιφισμού αφού με βιτριολική ειρωνεία καυτηρίασε την παρακμή της αστικής τάξης και την υποκρισία των εκπροσώπων του κλήρου. Η παθητική αντίσταση στο κακό έμελλε να βρει διάσημους αποδέκτες όπως ο Γκάντι, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και ο Νέλσον Μαντέλα.   

Ο Μιχαήλ Αφανάσιεβιτς Μπουλγκάκοφ  με το διάσημο έργο του Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα, είχε επίσης την ατυχία να εγκλωβιστεί στα δίχτυα της σταλινικής λογοκρισίας με αποτέλεσμα το έργο να κυκλοφορήσει, όπως η Σονάτα του Κρόυτσερ  του Τολστόι,  χέρι- χέρι. ΄Εντεκα χρόνια μέχρι τον θάνατό του ο συγγραφέας πέρασε γεμάτα ταπεινώσεις και στερήσεις αφήνοντας μια παράξενη διαθήκη.

Ο Μπόρχες χαρακτήρισε το έργο: “ το μοναδικό μυθιστόρημα που γράφτηκε τον 20ο αιώνα”. Η πρώτη μετάφρασή του στα αγγλικά έγινε ανάρπαστη.

Ο Αρκουδέας επισημαίνει: “ Δεν είναι τυχαίο που ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα γράφτηκε την εποχή που το πείραμα στη Σοβιετική ΄Ενωση είχε αρχίσει να στραβώνει. Το όνειρο για έναν κόσμο απαλλαγμένο από αδικίες και διακρίσεις είχε αρχίσει να μετατρέπεται σε εφιάλτη. Ο παραλογισμός του σταλινικού καθεστώτος παρουσιάζεται εδώ σε όλο του το μεγαλείο.” και συνεχίζει με μία συγκριτική κριτική στα έργα των προαναφερομένων, καταλήγοντας :  Στην πραγματικότητα χωρίζονται από το ερεβώδες φαράγγι της Οκτωβριανής Επανάστασης. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι το πριν και το μετά του τέλους του κόσμου”.

     “ Οι κοινωνικές διαφορές και οι ταξικοί ανταγωνισμοί ωχριούν μπροστά στον νέο διαχωρισμό του λαού σε φίλους και εχθρούς του λόγου: χωρίς υπερβολές σε αμνούς και ερίφια” είπε ο Μάλντεσταμ. “Αισθάνομαι μια σχεδόν σωματικά ακάθαρτη ανάσα εριφίου να εκπορεύεται από τους εχθρούς του λόγου”.

Ο Ρώσος ποιητής Οσίπ Μάλντεσταμ θύμα και αυτός της ανελέητης λογοκρισίας, απασχολεί τον Αρκουδέα με τα έργα και ημέρες του, ανάμεσα στα τεκταινόμενα της πολιτικής – κομματικής εξέλιξης, τους αρχηγούς και την πάλη για εξουσία στη μετεπαναστατική Ρωσία.

“ Η ιερή μας τέχνη υπάρχει χιλιάδες χρόνια. Με αυτήν φωτιζόταν ο κόσμος ακόμα και στις σκοτεινές εποχές. Κανείς ποιητής δεν είπε, όμως, ότι δεν υπάρχει η σοφία, ότι δεν υπάρχουν τα γερατειά, ότι ίσως δεν υπάρχει ούτε ο θάνατος”, ψιθυρίζει στον ποιητή η Αχμάτοβα, τραγικότερο από τα θύματα της ελευθερίας του λόγου.

“ Αυτό που περάσαμε  εμείς – ναι,ναι, όλοι εμείς, γιατί το μαρτύριο απειλούσε τον καθένα! – δεν το έχει συλλάβει καμία λογοτεχνία.[…] Τα σαιξπηρικά δράματα – όλο αυτό το θεαματικό κακό, τα πάθη, οι μονομαχίες, είναι μικροπράγματα, παιδικά παιχνίδια, αν συγκριθούν με τη ζωή καθενός από μας. Για αυτά που έζησαν οι εκτελεσμένοι ή οι καταδικασμένοι δεν τολμώ να μιλήσω. Δεν υπάρχουν λέξεις”.

                                   […] ΄Ενα πικρό καινούργιο πουκάμισο
                                          Έραψα για τον αγαπημένο μου
                                         ‘Αγαπάει πολύ το αίμα η ρώσικη γη

γράφει όταν εκτελούν τον άντρα της.

Και μετά τον γιο της :

[…]  ………………………….Σαν εικόνισμα στα χείλη σου ψυχρά,
                                         Θανάτου ιδρώτας στο μέτωπο… Πώς να ξεχάσω…
                                         Κάτω από τους πύργους του Κρεμλίνου πια
                                         Σαν τις γυναίκες των στρελτσί θα ουρλιάζω

“ Το 1979 η ΄Ενωση Συγγραφέων αριθμούσε εφτά χιλιάδες συγγραφείς, τη στιγμή που η Κεντρική Διεύθυνση Λογοτεχνικών Υποθέσεων και Δημοσιεύσεων (το περιβόητο Γκλάβιτ) απασχολούσε περίπου εβδομήντα χιλιάδες προσωπικό. Η αντιστοιχία ήταν δέκα λογοκριτές για κάθε συγγραφέα”.

Δεύτερο μέρος “ Ευχαριστώ τη ζωή”  

Ο Αρκουδέας ασχολείται με την πολιτική λογοκρισία που ασκήθηκε σε συγγραφείς της Λατινικής Αμερικής αρχής γενομένης από τον Πάμπλο Νερούδα, “ που το έργο του υπήρξε το εφαλτήριο πάνω στο οποίο  πάτησε η νέα γενιά των Νοτιοαμερικανών συγγραφέων προσφέροντας μια λογοτεχνία ανοιχτών οριζόντων.”

       Ο Νερούδα δεν υπέστη απλή δίωξη, εκπατρίστηκε αλλά η αγάπη για την πατρίδα τον γύρισε  από το Παρίσι, πίσω στη Χιλή, για να υποστηρίξει έναν ηγέτη, τον Βιδέλα, που προέβαλε ανθρωπιστικά συνθήματα μιλώντας για δικαιοσύνη και αναδιανομή του πλούτου  και άλλαξε πορεία μετά την κατάκτηση της εξουσίας.

Ο Νερούδα ως αντιτιθέμενος στην αλαζονική εξουσία καταδιώκεται ανηλεώς μέχρι να  εγκαταλείψει τη χώρα.

Στον Παναμά συναντήθηκαν οι δαίμονες
Εκεί έγινε το σύμφωνο των τρωκτικών

***

        Εκεί έγραψε το περίφημο έργο του “ Κάντο Χενεράλ”, ένα τεράστιο έργο όπου αφηγείται την πορεία της Λατινικής Αμερικής με όλες τις διαμάχες και σπαραγμούς της.

Ο Αρκουδέας επιστρατεύει το συγγραφικό του ταλέντο για να περιγράψει τον αδιάπτωτο, ανελέητο διωγμό του ποιητή μέχρι να καταλήξει στην αίθουσα του Παρισιού, όπου διεξαγόταν το Παγκόσμιο Συνέδριο για την Ειρήνη, να αναφερθεί στις σχέσεις που ανέπτυξε με τους ανθρώπους της Ευρωπαϊκής διανόησης, να αποτυπώσει στιγμιότυπα της πρότερης και μετέπειτα ζωής του, της γεμάτης περιπλάνηση, τις βραβεύσεις ( Βραβείο Νόμπελ- Βραβείο Λένιν), αλλά και τη σχέση του με τις λέξεις:

   “ […] οι λέξεις είναι αυτές που τραγουδάνε. Πέφτω στα πόδια τους και τις προσκυνώ,τις λέξεις. Τις αγαπάω, τρέχω στο κατόπι τους, τις φτάνω, τις αγκαλιάζω, τις δαγκώνω, τις εξαντλώ από έρωτα.”

      Χρονικά παρεμβάλλεται ο Ισπανικός Εμφύλιος και η αναπόφευκτη αναφορά στον  μεγάλο Ισπανό ποιητή, τον Λόρκα που δέχεται έναν άλλου τύπου διωγμό. Κυριότερη κατηγορία που του προσάπτουν η ομοφυλοφιλία του. Ο ίδιος εξομολογείται:

“ Η ιδέα του θανάτου με κάνει να τρέμω. Δεν τρέμω τι θα γίνει αργότερα, δεν με νοιάζει. Αλλά νιώθω φρίκη στην ιδέα ότι θα πρέπει να αποχαιρετήσω τον εαυτό μου. Σιχαίνομαι τους αποχαιρετισμούς”.

Επαναφορά στη Λατινική Αμερική και αναφορά στην αλληγορική νουβέλα του Ρομπέρτο Μπολάνιο Τελευταία νύχτα στη Χιλή”.

“ Ο συγγραφέας σχολιάζει με δηκτικό τρόπο την υποκριτική στάση των διανοουμένων όχι μονάχα της χώρας του μα ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής που άφησαν στρατοκράτες τύπου Πινοσέτ στη Χιλή και Βιδέλα στην Αργεντινή να αλωνίζουν […] Τα βέλη του Μπολάνιο στοχεύουν κυρίως συγγραφείς σαν τον Χούλιο Κορτάσαρ που έζησαν  μακριά από τα καζάνια της κόλασης, γράφοντας φυσικά, αλλά χωρίς να καίγονται…”

        Μ΄αυτήν την εισαγωγή ο Αρκουδέας μας εισάγει στη ζωή του μεγάλου συγγραφέα  Χούλιο Κορτάσαρ με πρώτη αναφορά στο έργο του “ Το βιβλίο του Μανουέλ” για να φθάσει στο υπέροχο πασίγνωστο “ Κουτσό”.

        Στο μεταξύ με γλαφυρό τρόπο αφηγείται περιστατικά της ζωής του Αργεντίνου συγγραφέα παρεμβάλλοντας ρήσεις του, κριτική του έργου μαζί με αποσπάσματά του, μέσα από μία μακρά πορεία στη λογοτεχνία, τη μουσική, τους αγώνες κατά του πολέμου και του ρατσισμού.

“ Η αγάπη είναι στίβος για τον Κορτάσαρ. Με αγώνες ταχύτητας, αντοχής, και ημιαντοχής, με ακοντισμούς και ρίψεις, με άλματα κάθε είδους. Δεν λείπουν φυσικά οι τραυματισμοί, ανώδυνοι και επώδυνοι. Δεν λείπουν ακόμη και οι θάνατοι.

       Το μήνυμα που στέλνει ο Αργεντίνος συγγραφέας συνοψίζεται στο εξής: ό,τι πιο δύσκολο σε αυτή τη ζωή είναι η ευτυχία. Μια ευτυχία ου δεν περιορίζεται σε στιγμές, αλλά έχει ρυθμό, διάρκεια, ζωντάνια, παλιρροϊκή δύναμη- και το κυριότερο δεν τη διαδέχεται το βάραθρο της απόγνωσης”.

      Ακολουθεί μία αναφορά στα σημαντικά γεγονότα της εποχής που ο Κορτάσαρ έγραφε το έργο του  “Το βιβλίο του Μανουέλ”,  ο πόλεμος του Βιετνάμ, οι φοιτητικές εξεγέρσεις εναντίον του, η μουσική που απαιτούσε το τέλος του, οι μπίτνικ ποιητές, ο Μπομπ Ντύλαν και η Τζόαν Μπαέζ με τους στρατευμένους στίχους που κινητοποιούσαν τα πλήθη, ο Τζον Λένον και το  “ Givepeace a chance”, “ Woman is the nigger of the worldκαι τοPower to the peopleμε το οποίο ο Λένον έγινε καρφί στο μάτι της λογοκρισίας, με την αστυνομία της Αμερικής να προβαίνει σε κατασχέσεις άλμπουμ, ραδιοσταθμούς να αρνούνται να παίξουν τα τραγούδια του.

Το Καλοκαίρι του ’70 κυκλοφόρησε το Ιmagine με την υπέροχη μελωδική μουσική και στίχους με την μεγαλύτερη, όπως αποδεικνύεται, ουτοπία,  για έναν κόσμο ειρηνικό. Ο Λένον μπαίνει στη λίστα των διωκόμενων, η Ειρήνη δεν ήταν λέξη politicalcorrect εκείνη την εποχή, με τις γνωστές συνέπειες.

Ο κινηματογράφος αλλά και συγγραφείς όπως ο Κέρουακ με το περίφημο έργο του “Στον δρόμο” : “ Πάντρευε τον μποέμικο υπόκοσμο της Νέας Υόρκης, και κατ΄επέκταση της Αμερικής, με τον ανατολίτικο μυστικισμό και τη βουδιστική έννοια του σατόρι- μια υπερβατική κατάσταση όπου ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται την αληθινή φύση των πραγμάτων. ΄Ηταν λες και έλουζε έναν άστεγο με υπερκόσμιο φως”.

Το 1973 ενώ ο Κορτάσαρ ολοκλήρωνε το » βιβλίο του Μανουέλ» ο Αλιέντε ανατράπηκε από τον Πινοσέτ – αναφορά στην μεγάλη προδοσία- ο οποίος αργότερα πέρα από τα δεινά που επέφερε στην πατρίδα του πρωτοστάτησε στην επιχείρηση Κόνδωρ που έφερε τα επάνω κάτω σε αρκετές χώρες της Λατινικής Αμερικής, υπό τις ευλογίες του βραβευθέντος με Νόμπελ Ειρήνης (τι ειρωνεία!)  Χένρυ Κίσσινγκερ.

Μέγα θύμα της όλης αναταραχής και των διωγμών που ακολούθησαν και ο γνωστός συγγραφέας Λουίς Σεπούλδεβα, (ανήκε στη νεολαία του Σοσιαλιστικού κόμματος επιφορτισμένος με τη φύλαξη του Αλιέντε)  στην προσπάθειά του να παραπέμψει τον δικτάτορα σε δίκη όσο ακόμη ήταν στη ζωή.

Νερούδα, Μπολάνιο, Κορτάσαρ, Σεπούλδεβα και γύρω τους Ερνέστο Σάμπατο, Οκτάβιο Πας, Χουάν Ρούλφο εμπνέουν με τα έργα του τον Μάρκες να γράψει το μεγάλο μυθιστόρημα “ Εκατό χρόνια μοναξιάς”.

     Εξαιρετικές οι αφηγήσεις του Αρκουδέα γύρω από τα έργα και ημέρες των συγγραφέων που κλείνει το κεφάλαιο με την Μερσέντες Σόσα  που ερμήνευσε μοναδικά το “ Gracias a la vidaόταν το δικτατορικό καθεστώς της Αργεντινής κλονιζόταν από τον πόλεμο των Φώκλαντ.  

Τρίτο μέρος “ Λίγο πάνω από το έδαφος     

Ο συγγραφέας των »Επικίνδυνων συγγραφέων» ασχολείται με την κοινωνική λογοκρισία που αναπτύχθηκε κυρίως στη Νότια Αφρική στις αρχές της δεκαετίας του ’60.  Ο παραλογισμός της κοινωνικής ανισότητας είχε βαθύτερες ρίζες. Ο μαύρος πληθυσμός θεωρούνταν από την κοινωνία των λευκών και τους νόμους κατώτερης στάθμης. Η υποβάθμιση που έκανε δύσκολη και την απλή κυκλοφορία του μαύρου πληθυσμού  πυροδότησε κινητοποιήσεις ενάντια στον κυνισμό του Απαρχάιντ. Ακολούθησε σφαγή με μεγάλο αριθμό θυμάτων. Η 21η Μαρτίου1960 καθιερώθηκε από τον ΟΗΕ ως ημέρα εξάλειψης των φυλετικών διακρίσεων, της μισαλλοδοξίας, της ξενοφοβίας. Την ίδια ημέρα ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ξεκίνησε την ειρηνική του πορεία που διαλύθηκε δυο φορές από την αστυνομία, χωρίς να ανακόψει το σκοπό του.

Μόνο η αγάπη μπορεί να σταθεί απέναντι στο μίσος. Μην επιτρέψετε να εξομοιωθείτε μαζί τους” ήταν η προτροπή του Κινγκ, ο οποίος εμπνεύστηκε από τον Μαχάτμα Γκάντι και την στάση του απέναντι στα ρατσιστικά καθεστώτα της Ινδίας και της Νότιας Αφρικής.

Ο Αρκουδέας αφιερώνει πολλές σελίδες στους ήρωες της απελευθέρωσης των μαύρων πληθυσμών  Μάρτιν Λούθερ Κινγκκαι Νέλσον Μαντέλα και τις τραγικές ιστορίες τους.

“Αφιέρωσα τον εαυτό μου στον αγώνα του αφρικανικού λαού. Πολέμησα κατά της κυριαρχίας των λευκών. Πολέμησα όμως και κατά της κυριαρχίας των μαύρων” Νέλσον Μαντέλα.

Μεγάλοι συγγραφείς, όπως η Ναντίν Γκόρτιμερ, η Ντόρις Λέσινγκ  ο Αντρέ Μπρινκ τάχθηκαν κατά του Απαρχάιντ με προσωπικές παρεμβάσεις αλλά και με το έργο τους. Σε όλους αυτούς ο Αρκουδέας δεν φείδεται αναφορών, αναλύσεων και κριτικών που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως εξάλλου ολόκληρο το πολυσέλιδο βιβλίο!

Το μυθιστόρημα του Αντρέ Μπρινκ “ Μια ξερή λευκή εποχή” τρόμαξε το καθεστώς του Απαρτχάιντ καθώς η αντίθεση του συγγραφέα με τις πρακτικές που επέβαλε το καθεστώς ήταν ολοκληρωτική.

Τη μέρα που έπεσε το ρατσιστικό καθεστώς στη Νότια Αφρική, οι τίτλοι των απαγορευμένων βιβλίων έφταναν τους είκοσι χιλιάδες”.

       Ενδιαφέρων ο συσχετισμός που κάνει ο Μπρινκ με την Αντιγόνη του δύσκολη και την απλή κυκλοφορία του μαύρου πληθυσμού  πυροδότησε κινητοποιήσεις ενάντια στον κυνισμό του Απαρχάιντ.  Ακολούθησε σφαγή με μεγάλο αριθμό θυμάτων. Η 21η Μαρτίου1960 καθιερώθηκε από τον ΟΗΕ ως ημέρα εξάλειψης των φυλετικών διακρίσεων, της μισαλλοδοξίας, της ξενοφοβίας. Την ίδια ημέρα ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ξεκίνησε την ειρηνική του πορεία που διαλύθηκε δυο φορές από την αστυνομία, χωρίς να ανακόψει το σκοπό του.

Μόνο η αγάπη μπορεί να σταθεί απέναντι στο μίσος. Μην επιτρέψετε να εξομοιωθείτε μαζί τους” ήταν η προτροπή του Κινγκ, ο οποίος εμπνεύστηκε από τον Μαχάτμα Γκάντι και την στάση του απέναντι στα ρατσιστικά καθεστώτα της Ινδίας και της Νότιας Αφρικής.

Ο Αρκουδέας αφιερώνει πολλές σελίδες στους ήρωες της απελευθέρωσης των μαύρων πληθυσμών  Μάρτιν Λούθερ Κινγκκαι Νέλσον Μαντέλα και τις τραγικές ιστορίες τους.

“ Αφιέρωσα τον εαυτό μου στον αγώνα του αφρικανικού λαού. Πολέμησα κατά της κυριαρχίας των λευκών. Πολέμησα όμως και κατά της κυριαρχίας των μαύρων” Νέλσον Μαντέλα.

Μεγάλοι συγγραφείς, όπως η Ναντίν Γκόρτιμερ, η Ντόρις Λέσινγκ  ο Αντρέ Μπρινκ τάχθηκαν κατά του Απαρχάιντ με προσωπικές παρεμβάσεις αλλά και με το έργο τους. Σε όλους αυτούς ο Αρκουδέας δεν φείδεται αναφορών, αναλύσεων και κριτικών που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως εξάλλου ολόκληρο το πολυσέλιδο βιβλίο!

Το μυθιστόρημα του Αντρέ Μπρινκ “ Μια ξερή λευκή εποχή” τρόμαξε το καθεστώς του Απαρτχάιντ καθώς η αντίθεση του συγγραφέα με τις πρακτικές που επέβαλε το καθεστώς ήταν ολοκληρωτική.

Τη μέρα που έπεσε το ρατσιστικό καθεστώς στη Νότια Αφρική, οι τίτλοι των απαγορευμένων βιβλίων έφταναν τους είκοσι χιλιάδες”.

       Ενδιαφέρων ο συσχετισμός που κάνει ο Μπρινκ με την Αντιγόνη του Σοφοκλή, η συνείδηση της οποίας επαναστατεί εν ονόματι της αλήθειας, και η παράθεση της σκέψης του ΄Οργουελ στο 1984,  σχετικά με τους σκοπούς της εξουσίας. Ο συγγραφέας πραγματοποιεί μία αναλυτική επισκόπηση γύρω από αυτά τα ζητήματα που διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, και συνεχίζει με την αφήγηση της περιπέτειας του Μαντέλα στη φυλακή και έξω από αυτήν.

Τέταρτο μέρος  Μάθε να ουρλιάζεις αθόρυβα

Ο Αρκουδέας καταπιάνεται με τη θρησκευτική λογοκρισία, μέγα θύμα ανθρωποκυνηγητού της οποίας υπήρξε ο γνωστός συγγραφέας Σαλμάν Ρούσντι, με το βιβλίο του  Οι σατανικοί στίχοι, που θεωρήθηκε βλάσφημο κατά του Ισλάμ, του Προφήτη και του Κορανίου. Ο πνευματικός ηγέτης του Ιράν Χομεϊνί με θανατικό διάταγμα (φετφά) ζήτησε από όλους τους μουσουλμάνους να τον εκτελέσουν όπου τον βρουν. Ο Ρούσντι έπαιζε κρυφτούλι με τους διώκτες του και τελικά κατόρθωσε να τους ξεφύγει. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι που ενεπλάκησαν στην έκδοση και τη μετάφραση του βιβλίου έχασαν τη ζωή τους ή τραυματίστηκαν σοβαρά.

Δεν θεωρώ ότι το βιβλίο μου είναι ιδιαίτερα επικριτικό απέναντι στο Ισλάμ. Αν ήξερα πως οι θρησκευτικοί του ηγέτες συμπεριφέρονται με τέτοιο τρόπο θα έγραφα κάτι περισσότερο αιχμηρό”.  

Ενδιαφέροντα βιογραφικά στοιχεία του Ρούσντι καλύπτουν τις επόμενες σελίδες  ενώ γίνεται αναφορά και στο βραβευμένο με Μπούκερ μυθιστόρημά του  “Τα παιδιά του μεσονυκτίου”.

Η πολιτική κατάσταση στο Ιράν η μετάβαση στον ολοκληρωτισμό του θεοκρατικού  καθεστώτος  και οι διαφορές μεταξύ σουνιτών και σιιτών που κατά καιρούς ελάμβαναν εκρηκτικές διαστάσεις προσελκύουν επίσης την προσοχή του αναγνώστη, όπως και ο επαναπροσδιορισμός της πνευματικής παραγωγής των περασμένων αιώνων με άξονα το ισλαμικό στοιχείο.

“ Ωστόσο η τέχνη έχει την ικανότητα να υπερβαίνει τα σύνορα, να φτάνει παντού, ακόμα και στις πλέον απομακρυσμένες περιοχές. Οι Πέρσες ποιητές και δη οι μυστικοί εξακολουθούν να διαβάζονται σε όλον τον κόσμο”, βεβαιώνει ο Αρκουδέας και αναφέρεται ονομαστικά σε μια πλειάδα Περσών συγγραφέων και ποιητών, πραγματοποιώντας μια στάση στον Ομάρ Καγιάμ, για τον οποίο ο Τ.Σ.΄Ελλιοτ – που διάβαζε σε νεαρή ηλικία τα ρουμπαγιάτ του- δήλωσε ότι τον συντάραξαν: “΄Ηταν σαν ξαφνικός προσηλυτισμός. Ο κόσμος φανερώθηκε μπροστά μου νέος, βαμμένος με φωτεινά, απολαυστικά αλλά επώδυνα χρώματα”.

Επίσης, οι διώξεις των γυναικών καλλιτεχνών και όχι μόνον,  που τολμούν να προβάλλουν αντίσταση στο σημερινό Ιράν είναι συνεχείς. Η σκιτσογράφος Ατενά Φαργκαντανί καταδικάστηκε σε δώδεκα ετών φυλάκιση για ένα σκίτσο, ενώ και άλλες γυναίκες και άντρες βρίσκονται μέχρι σήμερα πίσω από τα κάγκελα της φυλακής.

Μια καθηγήτρια που εισάγει τις φοιτήτριές της στην ανάγνωση της απαγορευμένης λογοτεχνίας  επιχειρεί μία σύγκριση του καθεστώτος με τον εμμονικό ήρωα του Ναμπόκοφ στη  Λολίτα .Είναι κατά τη γνώμη της, ένα βιβλίο που αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό στο σημερινό Ιράν. Δείχνει πως μια ολόκληρη χώρα μπορεί να γίνει η φαντασίωση κάποιων εμμονικών και παράλληλα πώς αναπτύσσεται μια διεστραμμένη οικειότητα ανάμεσα στον θύτη και το θύμα, ανάμεσα στον φύλακα και τον φυλακισμένο”. Πρόκειται για ένα συναρπαστικό, θα έλεγα, κεφάλαιο του βιβλίου. Η ίδια καθηγήτρια μιλάει για προγενέστερη εποχή, τότε που επιβλήθηκε η  μαντίλα.  Παρά τις σφοδρές αντιδράσεις,  σήμανε το ότι η γυναίκα είχε τη μισή αξία από τον άντρα.

Η ίδια άρχισε να διδάσκει τον Μεγάλο Γκάτσμπι του Φιτζέραλντ  τη στιγμή που διαδηλωτές έξω από την αίθουσα φώναζαν “θάνατος στην Αμερική”. Τα μαρτύρια των Ιρανών ανθρώπων του πνεύματος  δεν έχουν τέλος. Ακόμη και ο Ρούσντι σε κάποια στιγμή αδυναμίας υπέγραψε ένα κείμενο αναθεώρησης των όσων πίστευε, με παραδοχή της πίστης του στο Ισλάμ,  για το οποίο μετάνιωσε την επομένη της δημοσίευσής του. Ωστόσο δεν υπήρξε άρση της φετφά, επικηρύχθηκε για δύο εκατομμύρια δολάρια.

Η για θρησκευτικούς λόγους  λογοκρισία,  δεν είχε εξαιρέσει μια σειρά από λογοτέχνες πρώτης γραμμής όπως ο Θερβάντες, ο Βολταίρος, ο Οσκαρ Ουάιλντ, η Τζέην ΄Ωστεν, ο Ντε Σαντ, ο Χένρυ Τζέημς,  ο Τζέημς Τζόυς, η Βιρτζίνια Γουλφ, ο Σωλ Μπέλοου, ο Ζαν Ζενέ, μαζί με τον Ναμπόκοφ.

Πέμπτο μέρος :΄Ενα φίδι κρύβεται στα χόρτα

 Ο συγγραφέας σε εισαγωγικό σημείωμα τονίζει ότι οι επιλογές του δεν αφορούν φυσικά το σύνολο των επικίνδυνων συγγραφέων και των λογοκριμένων ή απαγορευμένων κειμένων τους, αλλά τις κατά την άποψή του χαρακτηριστικές περιπτώσεις.                                          

       Στο πέμπτο μέρος αναφέρεται στην ηθική λογοκρισία. Ο τίτλος του κεφαλαίου τούτου, αν υπήρχαν τίτλοι, θα ήταν “Από τον Οβίδιο στον ΄Οσκαρ Ουάιλντ” καθώς αμφότεροι κατηγορήθηκαν για προσβολή των δημοσίων ηθών.

       Ο Αρκουδέας εκτείνει την αφήγησή του από την περίοδο της Αρχαίας Ρώμης μέχρι αυτή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας με ενδιαφέρουσες πληροφορίες, σχετικά με τη Λογοτεχνία που αφορά τον έρωτα και συναφείς “παρεκτροπές” συγγραφέων, που εννοείται η πολιτεία δεν θα άφηνε ατιμώρητες. Ο Οκταβιανός εξορίζει τον Οβίδιο, μετά τη μεγάλη επιτυχία που είχαν τα ερωτικά του δίστιχα. Ο  Χριστιανισμός εξυψώνει την εγκράτεια σε ύψιστη αρετή, ο Ιουστινιανός και η Θεοδώρα επιβάλλουν  αυστηρή λογοκρισία, θεωρώντας πρόστυχο και παρακμιακό οτιδήποτε ερωτικό και εν συνεχεία η Ιερά Εξέταση ρίχνει στην πυρά κάθε τι ερωτικό, που  όμως με τρόπο υπαινικτικό κατάφερε να διατηρηθεί στην Ιαπωνία μέσα από την τρυφερή γυναικεία ματιά που κυριάρχησε στη λογοτεχνία για δύο περίπου αιώνες .

Το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου  ήταν απαγορευμένο  στις αγγλοσαξωνικές χώρες.

Η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία συνέταξε Δείκτη Απαγορευμένων βιβλίων, αρχικώς εκείνων που θεώρησε αιρετικά και στη συνέχεια όσων προσέβαλαν τη δημόσια αιδώ. Η Γαλλία αντιστάθηκε, δημιουργώντας ένα πνεύμα ελευθεροφροσύνης. Ωστόσο ο Βοναπάρτης έριξε στη φυλακή τον μαρκήσιο ντε Σαντ, τα έργα του οποίου κυκλοφορούσαν ελεύθερα στην Ευρώπη.  Περίοπτη θέση στον Δείκτη των απαγορευμένων  κατείχε ο Λακλό με το έργο του “Επικίνδυνες Σχέσεις”Ανήθικα θεωρήθηκαν τα “ Φύλλα Χλόης” του Ουίτμαν, η “ Μαντάμ Μποβαρύ” του Φλωμπέρ, οι νουβέλες του Γκυ ντε Μωπασάν, η Νανά του Ζολά. ΄Ενας μεγάλος απαγορευμένος υπήρξε και ο Τζέημς Τζόυς με τον » Οδυσσέα» να καταλαμβάνει πολλές από τις σελίδες του βιβλίου. Στη συνέχεια   ΄Εζρα Πάουντ, Χένρυ Τζέημς και Τόμας Χάρντυ  μιλούν με τα πλέον επαινετικά σχόλια για το μνημειώδες έργο του Τζόυς και μόνο η Βιρτζίνια Γουλφ βρίσκει ακατανόητη την αφηγηματική του.

Ο Ναμπόκοφ δεν θα έλειπε από αυτή την κατηγορία,  με την Λολίτα του να είναι κόκκινο πανί για τους ηθικολόγους. Ο ίδιος ο Ναμπόκοφ διατείνεται ότι η Λολίτα συμβολίζει την παιδική του ηλικία και ο τερατώδης μέντοράς της Χάμπερτ όλους εκείνους που του την στέρησαν με βίαιο τρόπο.

“ Δεν ήταν μόνον οι μπολσεβίκοι που ξεσπίτωσαν τους Ναμπόκοφ. ΄Ηταν και οι εθνικιστές που δολοφόνησαν τον φιλελεύθερο πατέρα του, διακεκριμένο νομικό, λόγιο και πολέμιο του αντισημιτισμού. ΄Ολοι εκείνοι που οδήγησαν την οικογένειά του σε μαρασμό και τον ίδιο στην εξορία” ,μας πληροφορεί μεταξύ άλλων ο Αρκουδέας, πραγματοποιώντας ένα τεράστιο γεωγραφικό άλμα στη συνέχεια προς Αυστραλία και τους εκεί κατατρεγμένους του ρατσισμού. της συντήρησης,  και όχι μόνον.

Ακολουθεί ένας μεγάλος κατάλογος γνωστών συγγραφέων διαφόρων εθνοτήτων, μεταξύ των οποίων ο ΄Αλντους Χάξλευ με τον “Θαυμαστό καινούργιο κόσμο”,  ένας σατυρικός σχολιασμός των σύγχρονων πολιτικών  καθεστώτων και της σχέσης τους με την ηθική, κείμενα που κρατούν αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, με τις ιστορικές, πολιτικές, πολιτισμικές και λογοτεχνικές αναφορές.

Το παρόν βιβλίο, είναι ένα ιδιαιτέρως απαιτητικό, αξιόλογο πόνημα, και αναφέρομαι στο σύνολο του έργου, που αξίζει πραγματικά να διαβαστεί από συγγραφείς που δεν έχουν το μέγεθος της αναγνωστικής εμπειρίας του συγγραφέα του, από επίμονους αναγνώστες, αλλά και φοιτητές όχι μόνον της Λογοτεχνίας αλλά και της Νομικής και των Πολιτικών επιστημών.

Ο Επίλογος αφορά τον Φραντς Κάφκα που αυτολογοκρινόμενος έκαψε ένα μεγάλο μέρος του έργου του.

Η Λογοτεχνία χρωστά χάρες στον φίλο του συγγραφέα Μαξ Μπροντ που διαφύλαξε ένα μεγάλο μέρος του, που έγινε κτήμα ολόκληρης της ανθρωπότητας. Αναλύεται το συμβολικό έργο του  “ Η Μεταμόρφωση” και υπάρχουν εκτενείς αναφορές σε στοιχεία βιογραφίας και στιγμιότυπα της προσωπικής ζωής του μεγάλου συγγραφέα. Για τον Μαξ Μπροντ,  ο Κάφκα υπήρξε ένας άνθρωπος που έχει αγιοποιήσει ως Γκάρτα (Κάφκα) σε βιβλίο του,  σε αντίθεση με τον ποιητή Γκούσταβ Γιάνους που τον παρουσιάζει αρκετά τολμηρό στις εξόδους τους και στις σχέσεις με γυναίκες ελευθερίων ηθών.  Κατά τον Αρκουδέα έχουν καταρριφθεί  από το σύνολο σχεδόν των βιογράφων του Κάφκα ως αναξιόπιστες αυτές οι πληροφορίες του Γιάνους. Δεν γνωρίζω αν έχει αμφισβητηθεί και σχετική αναφορά του Κούντερα (στις Προδομένες Διαθήκες) του οποίου η άποψη για τον Κάφκα δεν ταυτίζεται απλά με του Γιάνους αλλά παρουσιάζεται ακόμη πιο διογκωμένη, πράγμα βέβαια που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία επειδή στους μεγάλους της τέχνης μετράει βασικά το έργο τους και λιγότερο έως καθόλου η προσωπική τους ζωή.

Το σοβαρό και ιδιαίτερα αξιόλογο έργο του ο Αρκουδέας, το κλείνει με ένα παράρτημα που το ονομάζει: Η περίπτωση της Ελλάδας. 

Αναφέρεται στα πάλαι ποτέ απαγορευμένα ρεμπέτικα,  στον αγώνα για την “νομιμοποίησή” τους και στην πορεία τους στο χρόνο μέσα από γεγονότα που αμαύρωσαν την πρόσφατη Ιστορία της Ελλάδας.

Η παγκοσμια αναγνώριση του ρεμπέτικου ως μέρος της ΄Αυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας θα χαροποιούσε αφάνταστα έναν άνθρωπο που αγωνίστηκε, όσο ζούσε, να ανασύρει τα τραγούδια αυτά από την αφάνεια και να τα κάνει γνωστά το ευρύ κοινό. Πρόκειται για τον Ηλία Πετρόπουλο, τον ανατρεπτικό διανοούμενο που ασχολήθηκε με τους ανθρώπους του ελληνικού περιθωρίου. Στο βιβλίο του Ρεμπέτικα Τραγούδια γράφει: “΄Εχτισα το παρόν βιβλίο σαν να έχτιζα χεληδονοφωλιά, προς χάριν του ισόβιου φίλου μου Τσιτσάνη. Την εγκαρτέρηση εδιδάχθην από τα ρεμπέτικα”. Ο Πετρόπουλος χάρη στην έρευνά του ήρθε σ΄επαφή μ΄έναν κόσμο που τον τρόμαξε αλλά και τον γοήτευσε. ΄Εναν κόσμο που η κοινωνία υποκρινόταν ότι δεν υπήρχε. “Μας κυβερνούν οι πλαστές ιδέες που εμπορεύονται τα πανεπιστήμιά μας”.έλεγε ο Πετρόπουλος εκφράζοντας την αντιπάθειά του στον συμβατικό τρόπο σκέψης.

Με την πάροδο του χρόνου τα ρεμπέτικα άρχισαν να παίρνουν τη θέση που τους άξιζε στην ελληνική κοινωνία. Ο Μάνος Χατζηδάκις σε ομιλία του στο θέατρο Κουν το 1949 τόνισε μεταξύ άλλων: “ Ποια από τις καλές τέχνες στον τόπο μας σήμερα μπορεί να περηφανευτεί ότι κράτησε τη μοναδική άξια κληρονομιά που έχουμε στα χέρια μας για τη σύνθεσή της; Ποια μουσική μπορεί να ισχυριστεί σήμερα ότι βρίσκεται πέρα από το βυζαντινό μέλος, πέρα από το δημοτικό τραγούδι και στη χειρότερη περίπτωση πέρα από τις σπασμένες κολώνες του Παρθενώνα και του Ερέχθειου; Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι γνήσια ελληνικό”.

          Ο Πετρόπουλος μέσα από την επίμονη έρευνα του, καθώς συχνωτιζόταν ολοένα και περισσότερο με τον κόσμο του περιθωρίου, εκεί απ΄όπου πήγαζε το ρεμπέτικο τραγούδι, είχε αποκτήσει τις ιδιαίτερες συνήθειες, ακολουθούσε τους δικούς του κανόνες ζωής, είχε γίνει ρεμπέτης χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει. Το αποτέλεσμα της έρευνάς του ήταν ένα έργο ορόσημο με τίτλο Ρεμπέτικα Τραγούδια, που κυκλοφόρησε το 1968 και θεωρήθηκε η πρώτη σοβαρή εργασία για τη μουσική των τεκέδων και των μαχαλάδων.

Στο βιβλίο του ο Πετρόπουλος παρουσιάζει διεξοδικά την πορεία του ρεμπέτικου. Τις απαρχές του ως δημοτικό και κλέφτικο τραγούδι, τη μετεξέλιξή του σε λαϊκό τραγούδι των φτωχότερων συνοικιών του Πειραιά και την τελική του μορφή μετά την καταστροφή της Σμύρνης, μέσα από την πρόσμειξη με τα αμανετζήδικα τραγούδια του Βοσπόρου και της Μικράς Ασίας”, σχολιάζει ο Αρκουδέας. Στη συνέχεια του παραρτήματος με τίτλο Η περίπτωση της Ελλάδας ασχολείται με τις απαγορεύσεις κυκλοφορίας πολλών έργων του πνευματικού κόσμου  όχι μόνον της Ελλάδας, που επιβλήθηκαν διαδοχικά από το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά,από το καθεστώς της Κατοχής, και από το δικτατορικό καθεστώς της χούντας, κλείνοντας το πολυσέλιδο έργο του με ιδιαίτερης σημασίας ιστορικά ντοκουμέντα και γλαφυρές αφηγήσεις.

Οφείλω να ευχαριστήσω και να συγχαρώ θερμά τον Κώστα Αρκουδέα γι αυτό το γοητευτικό και συγκλονιστικό συγχρόνως ταξίδι στην παγκόσμια Λογοτεχνία!      

*

©Τζένη Μανάκη, συγγραφέας  

*

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Κώστας Αρκουδέας ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1986 τη συλλογή ιστοριών Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϋ να περιμένει. Έκτοτε καταπιάστηκε με όλες τις κλιμακώσεις της πρόζας (μυθιστόρημα, νουβέλα, διήγημα, ακόμη και μικροϊστορίες) που αποτυπώθηκαν σε δεκαοχτώ (18) συνολικά τίτλους. Προσφάτως εξέδωσε τα βιβλία Το χαμένο Νόμπελ – Μια αληθινή ιστορία (2015), Τα κατά Αιγαίον πάθη σε ανανεωμένη επανέκδοση (2017) και Επικίνδυνοι συγγραφείς (2019).