Χουάν Γκοϊτισόλο, Οικογένεια Καρλ Μαρξ

Αρχείο 04/02/2011

Εκδόσεις Κέδρος

Τι γυρεύει ο Καρλ Μαρξ καλεσμένος στα παράθυρα του δελτίου ειδήσεων; Με τους παπαράτσι και τους πιστωτές να τον πολιορκούν σε κάθε του βήμα, ορδές Ανατολικοευρωπαίων να τον καταριούνται για τα δεινά τους, θρασύτατους δημοσιογράφους να τον ρωτούν ειρωνικά εάν στα θαύματα του κομμουνισμού συμπεριλαμβάνονται το γκουλάγκ, το Τσερνόμπιλ και το μαυσωλείο του Λένιν, Αλβανούς λαθρομετανάστες να τον χλευάζουν ζητωκραυγάζοντας God bless America!, τις φεμινίστριες να τον κατηγορούν ως πρότυπο φαλλοκράτη, αυτός, ο διάσημος φιλόσοφος, στριμωγμένος με την οικογένειά του σε ένα μίζερο διαμέρισμα του Λονδίνου, θέλει να αποκαταστήσει την αλήθεια για το όνομά του. Ποιός κρύβεται πίσω από αυτήν τη σκοτεινή συνωμοσία εναντίον του;

Ταξιδιώτης στο χρόνο, ο αποκηρυγμένος πατριάρχης της διανόησης αναπολεί το χθες και περιπλανιέται στο σήμερα, στους ναούς του χρήματος και στις συνοικίες μεταναστών, στη ζούγκλα του χρηματιστηρίου και της ελεύθερης αγοράς. Ανάμεσα σε αναρχοσυνδικαλιστές και πολιτικάντηδες, περιθωριακούς και νεόπλουτους, με τον Ένγκελς να τον στηρίζει, τον Μπακούνιν να τον υπονομεύει, τους Λαφάργκ και Λονγκέ να ερωτοτροπούν με τις κόρες του, έναν ανίδεο συγγραφέα να σκαρώνει βιβλίο για τη ζωή του κι ένα ασύλληπτο κινηματογραφικό συνεργείο να απαθανατίζει τις πιο προσωπικές του στιγμές… δύσκολοι καιροί για φιλοσόφους!

Ιδίως όταν είσαι ο Καρλ Μαρξ…

Ευφυές, άναρχο, ανατρεπτικό. Ένα σουρεαλιστικό μυθιστόρημα για τη ζωή του Καρλ Μαρξ – ένα σαρκαστικό σχόλιο για τους πολιτικούς μεσσίες της εποχής μας, από τον σπουδαίο Ισπανό μυθιστοριογράφο.

Η πτώση του τείχους του Βερολίνου έχει αποτελέσει ήδη πηγή έμπνευσης για πολλούς συγγραφείς• κανένας όμως δε μπόρεσε να μεταφέρει καλύτερα την πνευματική και πολιτική ατμόσφαιρα findesiecle αυτού του αιώνα απ’ ότι ο Γκοϊτισόλο στην Οικογένεια Καρλ Μαρξ. (Ιγνάσιο Ραμονέ)

Κριτική της Κατερίνας Σχινά στην «Καθημερινή»

Σε μια συνέντευξή του στην εφημερίδα El Pais το 1993, έναν χρόνο μετά την έκδοση της «Οικογένειας Καρλ Μαρξ», ο Χουάν Γκοϊτισόλο είχε προβεί ο ίδιος σε μιαν αποτίμηση του μυθιστορήματός του: «Δεν είναι ούτε μαρξιστικό ούτε αντιμαρξιστικό• είναι και μαρξιστικό και αντιμαρξιστικό», έλεγε τότε. «Το δίδαγμα που θα μπορούσε να αντλήσει ο αναγνώστης είναι ότι, ναι μεν ο μαρξισμός κατάντησε ένα δογματικό σύστημα που γέννησε ένα καταπιεστικό πολιτικό καθεστώς, αλλά σήμερα είμαστε στα πρόθυρα του να ζήσουμε μια παρόμοια κατάσταση από την ανάποδη. Η αγορά μάς παρουσιάζεται ως η μόνη δυνατότητα, την ίδια στιγμή που αφήνει στην τύχη τους χώρες ολόκληρες, κοινωνικές τάξεις ολόκληρες, ηπείρους ολόκληρες».

Θα έτεινε κανείς να βαφτίσει τον συγγραφέα προφητικό – αλλά βέβαια δεν ήταν παρά διορατικός. Με το να φανταστεί ότι ο Καρλ Μαρξ δεν πέθανε το 1883 αλλά συνεχίζει να ζει, πλάι στους φίλους και στην οικογένειά του, τους πιστωτές του και τους παπαράτσι, τους εχθρικούς δημοσιογράφους που του καταλογίζουν τον εκφυλισμό της θεωρίας του σε εφαρμοσμένο διά της σπάθης ολοκληρωτισμό και τις φεμινίστριες που τον κατηγορούν ως φαλλοκράτη, τους Αλβανούς πρόσφυγες που προσπαθούν να διαφύγουν από τον μαρξιστικό-λενινιστικό «παράδεισο» και τον χλευάζουν κραυγάζοντας «God bless America», τους φιλοχρήματους εκδότες και τους ανεκδιήγητους νεόπλουτους –όλον αυτόν τον εξωφρενικό θίασο που συνιστά τη σύγχρονη πραγματικότητα του καπιταλισμού–, ο Γκοϊτισόλο διατυπώνει ένα καταλυτικό κοινωνικο-οικονομικό σχόλιο στην παρακμή της Δύσης.

Οξύτατη αίσθηση της ιστορίας διαπερνά όλα τα βιβλία του Γκοϊτισόλο• η ματιά του διαθέτει εντυπωσιακή πολιτική αμεσότητα. Φύση ανυπότακτη και φλογερή, γονιμοποιημένη από τον μαρξισμό, αντίπαλη κάθε θεσμού που ακυρώνει την ανθρώπινη αυτονομία (ενάντια στη δικτατορία του Φράνκο, ενάντια στην ισπανική Καθολική Εκκλησία, ενάντια στις συμβάσεις της αστικής κοινωνίας, ενάντια στην αλαζονεία της Δύσης και την αποικιοκρατική της στάση απέναντι στην ετερότητα) υπήρξε διά βίου διεκδικητής της προσωπικής ελευθερίας και του δικαιώματος «να μιλά και να κρίνει». Στην «Οικογένεια Καρλ Μαρξ», ωστόσο, δεν σαρκάζει απλώς ανελέητα την εποχή του, αλλά επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά την εικονοκλαστική τόλμη της γραφίδας του: αναμειγνύει αριστοτεχνικά τα είδη (βιογραφία, παστίς, παρωδία), παραφράζει αποσπάσματα από τα έργα του Μαρξ και του Ενγκελς, χρησιμοποιώντας υλικό από την προσωπική αλληλογραφία του Μαρξ και των οικείων του, ενοφθαλμίζει στην αφήγηση αναφορές μαρξιστών θεωρητικών, βιογράφων και μελετητών, ερωτοτροπεί με την κινηματογραφική γλώσσα (ένα κινηματογραφικό συνεργείο απαθανατίζει τις πιο προσωπικές στιγμές της οικογένειας και οι σχετικές περιγραφές έχουν τη δομή σεναρίου), αποτολμά αναρχικές σχεδόν υφολογικές ακροβασίες. Υφαίνοντας έναν πλούσιο ιστό από μαρξιστικά γραπτά και κινηματογραφικές αναφορές (ο Φελίνι έχει την τιμητική του), τον ενσωματώνει σε μια μεταμυθοπλαστική δομή που παρωδεί την αναζήτηση της «αλήθειας» για τη ζωή ενός προσώπου, τόσο σύμφυτη με το παραδοσιακό αίτημα της βιογραφίας.

Επιδιώκοντας να εκθέσει την αδιάκριτη και εν πολλοίς ηδονοβλεπτική διάθεση μελετητών και κοινού απέναντι στο βιογραφούμενο πρόσωπο, δημιουργεί έναν παντεπόπτη αφηγητή, έναν συγγραφέα που προτίθεται να γράψει τη βιογραφία του Μαρξ, αλλά μάλλον αρκείται στο να παίρνει μάτι την καθημερινότητα ολόκληρης της οικογένειας και δη των θυγατέρων του φιλοσόφου. Κι έτσι διερευνώντας τα όρια μυθοπλασίας και πραγματικότητας, αμφισβητεί τη βάση της ιστορικής γνώσης, αποκαλύπτοντας τον ουσιώδη σχετικισμό της.

[«Καθημερινή»]

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_30/01/2011_430332