
Πίστη
Ξέραμε πως θα ’ρχόταν μια μέρα
Που θα φιλιόμασταν όλοι στους δρόμους
Που οι παπαρούνες θα σαλεύαν ελεύθερες στον άνεμο
Που τα βράδια θα πέφταν αργά γεμάτα καλοσύνη
Κι όμως η πίστη ποτέ δεν ξεφτούσε
Τις κατάμαυρες νύχτες
Κλεισμένοι στα σπίτια μας
Ακούγαμε τις τουφεκιές στους δρόμους
Να τρυμπανίζουν την παρθένα ερημιά
Και τ’ άγουρα παλικάρια
Μπροστά στις μπούκες που θα ξερνούσαν το θάνατο
Τραγουδούσαν έχε γεια καημένε κόσμε
Και πασπαλίζαν τα πρόσωπά μας
Οι στάχτες της καμένης Κλεισούρας
Και οι οιμωγές του Χορτιάτη
Και χαρίζαμε τις ελπίδες μας
Στους αξούριστους άντρες
Που με τα κοντάκια τους χτίζαν τη λευτεριά
Και γράφαμε τότε την παράφορη οργή μας στους τοίχους
Έτσι
Ο ήλιος φαινόταν άρρωστος
Τα μικρά παιδιά δεν γελούσαν
Οι φάμπρικες στέκαν θλιμμένες
Όμως εμείς ξέραμε καλά
Πως θα έφτανε η μέρα εκείνη
Που ελεύθερες θα σάλευαν οι παπαρούνες στον άνεμο
Από τη συλλογή Αναζήτηση-Αναμνήσεις μιας αμφίβολης εποχής (1949) [πρώτη δημοσίευση του ποιήματος στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα, τ. 17/31.8.19145]
Πηγή: Κλείτος Κύρου, Εν όλω / Συγκομιδή 1943-1997 (1997)
Σεμνά θα μας θρηνήσουν
Υπήρξαμε παράφοροι κι εμείς εραστές
Και δείχναμε στις άγουρες κοπέλες
Το ανήλιαγο τρικύμισμα της σάρκας
Στους όμορφους ίσκιους της οδού Ελιμίας
Βαδίζαμε χεραγκαλιά
Τα μαλλιά μας μπλεγμένα θανάσιμα
Και τα χείλια της τ’ άλικα
Στέλναν μηνύματα ριγηλά
Στις ομοιόμορφες οικοδομές και πάνω στις στέγες
Ήταν ψηλή
Και σειούνταν σαν τη λεύκα
Και μίλαγε με τον άνεμο
Κι εμείς ολόμαυροι σαν τη νύχτα
Στεγάζαμε και πνίγαμε τους πόθους της
Αποδήμησε
(Σκεφτήκατε ποτέ σας τι θα πει απαντοχή)
Ξενιτεύτηκε
(Συλλογιστήκατε πως η μνήμη μας είναι τόσο ευαίσθητη)
Κάτω από τοίχους στρωμένους χιλιόμορφη γνώση
Ξεφλουδίζαμε κορμιά τυλιγμένα σε απέριττα ρούχα
Και γευόμασταν τους κρυφούς τους καρπούς
Τώρα νιώθουμε τις παλάμες μας αδειανές
Και χτενίζουμε τις οδυνηρές μας ρυτίδες
Αντικρίζοντας θλιμμένα τ’ ωχρό μας πρόσωπο στον καθρέφτη
Στη σκληράδα της φετινής άνοιξης
Προτάσσουμε μια δέσμη νοσταλγίες
Και κάτι θαμπές αναζητήσεις
Μια μέρα θα μας κλάψουν οι αγριοδαμασκηνιές
Κι αυτή που μας αρνήθηκε
Αργά θα σαλέψει στον άνεμο
Λίγο φεγγάρι και λίγη θάλασσα και λίγη μουσική
Μες στην καρδιά
Και γύρω σου οι ομορφιές πληθαίνουν
Κι είναι τόσο σκληρή η έκφραση
Κι η οδός Ελιμίας καταποντίστηκε στο παρελθόν
Από τη συλλογή Αναζήτηση-Αναμνήσεις μιας αμφίβολης εποχής (1949)
Πηγή: Κλείτος Κύρου, Εν όλω / Συγκομιδή 1943-1997 (1997)
Αλίμονο
Το ξέρουμε πια πως δε θα γυρίσει
Εκείνη που θρυμμάτισε τα σπάνια ιδανικά μας
Και που μας άφησε στητούς
Κοντά στ’ ακροθαλάσσι
Αγνάτια στ’ απροσμέτρητο το πέλαο να τηράμε
Μήπως φανεί λευκό πανί
Το ξέρουμε πως μάταια κι ανώφελα
Προσμένουμε ένα γυρισμό που δε θα τελεστεί
Γι’ αυτό σκληραίναμε τις θύμησες
Και σπάσαμε τους αισθηματισμούς Ξέρετε γυρισμό δεν έχει πια
Μας έλεγε τ’ αγέρι που βόγκαε στο σκοτάδι
Σαλπίσαμε τη νίκη μας
Και τυλιχτήκαμε απελπισμένα στην απόφασή μας
Χαράζοντας με υπολογισμό καινούργιες αυταπάτες
Με το διαβήτη της λησμονιάς
Και ασωτεύαμε τις μέρες μας
(Η μικρή αλυσίδα των Καρμελιτών
Έσφιγγε δυνατά το λαιμό μας)
Όμως πολλές φορές σκεφτόμαστε
Στις ώρες τις μικρές
Πως τάχατες δεν έσπασαν οι γέφυρες
Κι υπάρχει δρόμος ανοικτός
Στα περασμένα
(Οι παλιές γαζίες μοσχοβολούν ακόμα)
Από τη συλλογή Αναζήτηση-Αναμνήσεις μιας αμφίβολης εποχής (1949)
Πηγή: Κλείτος Κύρου, Εν όλω / Συγκομιδή 1943-1997 (1997)
*
Ο Κλείτος Κύρου (1921-2006) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και εργάστηκε ως τραπεζικός υπάλληλος (1951-1983). Από το 1974 ως το 1976 διετέλεσε γενικός γραμματέας του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1945 με τη δημοσίευση του ποιήματος Προσμονή στο περιοδικό Φοιτητής. Το 1949 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Αναζήτηση. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Ελεύθερα Γράμματα, Διαγώνιος (όπου δημοσίευσε πολλές λογοτεχνικές μεταφράσεις), Ο Αιώνας μας, Νέα Πορεία, Κοχλίας και Κριτική. Ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική μετάφραση (Λόρκα, Έλιοτ, Απολλιναίρ, Ώντεν κ.α.) και κινηματογραφική κριτική. Έργα του μεταφράστηκαν στα αγγλικά και πολωνικά. Ο Κλείτος Κύρου τοποθετείται στην λεγόμενη πρώτη μεταπολεμική γενιά των ελλήνων ποιητών. Ο ποιητικός του λόγος ξεκίνησε από νεοσυμβολιστικές επιρροές και διαρκή ανάκληση του παρελθόντος, που προέκυπτε από τα βιώματα του ποιητή και οδηγήθηκε σταδιακά σε μια φιλοσοφική ενατένιση της ιστορίας, η οποία εκφράστηκε μέσα από μια λιτή ποιητική γραφή. Το 1988 τιμήθηκε με το β΄ κρατικό βραβείο ποίησης, το οποίο αποποιήθηκε, και το 1994 με το α΄ κρατικό βραβείο μετάφρασης (για τους Τσέντσι του Σέλλεϋ). Πέθανε το 2006. 1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κλείτου Κύρου βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Κλείτος Κύρου», Η ελληνική ποίηση• Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.284-285. Αθήνα, Σοκόλης, 1982, Γεράνης Στέλιος, «Κύρου Κλείτος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Ζήρας Αλεξ., «Κύρου Κλέιτος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986 και «Κλείτου Κύρος», Who’ s who 1998• Επίτομο Βιογραφικό Λεξικό. Αθήνα, Μέτρον, 1998.