Αρχείο 19/04/2016
Στην ουσία,
μόλις που είμαστε τοπίο
Ν. Πάρρα, Χιλή.
Το παλιό θέατρο
Λίγο πριν το καλοκαίρι μεγάλα φορτηγά κάναν την εμφάνισή τους στην πόλη. Ακολουθούσαν σχεδιασμένες διαδρομές φορτωμένα ξυλεία, σίδερο και χώμα. Φορτώνοντας κατά δεκάδες στα οχηματαγωγά και μας αποχαιρετούσαν. Βαθμιαία η όψη της πόλης μετεβλήθη, ακριβώς όπως πριν από χρόνια ο ρυθμός αυτού του κόσμου. Το τμήμα της πόλης με την επικρατέστερη, ιστορική αξία απέκτησε μια όψη μυθολογική. Πριν το καλοκαίρι είχαν κιόλας αναπαλαιωθεί τα εμβληματικά μέγαρα και είχε παραχωρηθεί στην πολιτεία μας και πάλι ο τίτλος της πρώτης ανάμεσα στις πόλεις. Η βιβλιοθήκη, η ακαδημία, η πινακοθήκη άστραφταν τώρα έχοντας κερδίσει και πάλι τη νεότητά τους. Καθώς περνούσες τα προπύλαια της πόλης αναγνώριζες στα πιο απλά σημάδια την παλιά αίγλη. Έξω απ΄τα μουσεία ανέμιζαν τεράστια πανώ με αντίγραφα των έργων του Θεοτοκόπουλου. Και έτσι καθώς εμπρός σου ανοιγόταν το παλιό Τολέδο, πίσω απ΄τα καλλιτεχνικά αυτά παραβάν η ιστορία του νεοκλασικισμού έσφυζε από ζωή. Ακόμη και οι πεζές διελεύσεις απαγορεύτηκαν και δόθηκαν μόνο λίγες ώρες τα πρωινά της Κυριακής για να λάβει το πλήθος μια γεύση απ΄την φαντασμαγορία που προετοιμαζόταν πυρετωδώς, πολύ βαθιά στα σκηνικά δωμάτια.
Ανάλογες δραστηριότητες συνέβαιναν και στα νησιά. Μάλιστα εδώ οι εργασίες ήταν γενικευμένες. Πάει να πει πως σε μια νύχτα γεννιόταν μια πλατεία που ποτέ δεν υπήρξε, ένα μουσείο μ΄άγνωστα εκθέματα, παλιά σπίτια μ΄ ανακαινισμένες προσόψεις και φροντισμένα προφίλ, που κρατούνταν μυστικά. Ελήφθησαν μέτρα συντηρήσεως των έργων και θεσπίστηκαν ειδικά κλιμάκια προκειμένου η επίβλεψη να διεξάγεται προγραμματισμένα και με συνέπεια. Παντού στήνονταν εργοτάξια για άγνωστες κατασκευές ευρείας κλίμακας, διακοσμήσεις, αναπαλαιώσεις, επεμβάσεις χωροταξικής φύσεως ολωσδιόλου απαραίτητες για την εύρυθμη λειτουργία των πόλεων κατά τους μήνες της αιχμής. Έτσι ονομαζόταν επισήμως αυτή η φρενήρης περίοδος των έργων και των επεμβάσεων που άλλο σκοπό δεν είχε παρά να συγκρατήσει η πόλη τον χαρακτήρα της, δίχως να μειωθεί στο ελάχιστο η ευλογημένη σύμπραξη τόσων και τόσων δυτικών ρευμάτων.
Καθ΄ όλη τη διάρκεια της θερινής περιόδου η πόλη διατήρησε στο ακέραιο την όψη της. Μια μεγαλοπρεπέστατη Αθήνα, γεμάτη φωτοσκηνοθεσίες, μνημεία, πηγές και μοντέρνες κρήνες στο όνομα των μεγαλύτερων προσωπικοτήτων της δύσης. Αργότερα όταν πια ξύπνησαν εκείνες οι πρώτες μέρες του φθινοπώρου και παραδοθήκαμε στις αιώνιες μεταβάσεις των εποχών, φάνηκαν ξανά οι εργάτες. Αυτή τη φορά τα συνεργεία εκτελούσαν τις εργασίες τους με απαράμιλλη ταχύτητα. Αφαιρούσαν, γκρέμιζαν, κουβαλούσαν και φόρτωναν ξανά τα μεγάλα πανώ στις καρότσες των αγροτικών αυτοκινήτων τους, καταχωρώντας τον Ελ Γκρέκο σ΄εκείνη τη μεγάλη επετηρίδα των άπιαστων πνευμάτων αυτού του κόσμου. Αφαιρούσαν μεγάλα κομμάτια του αττικού ουρανού, διόρθωναν τους τεχνητούς λόφους, έριχναν τα γύψινα εκμαγεία των θεών, συνέτριβαν την ιστορία σελίδα τη σελίδα. Τα ίδια φορτηγά που κάποτε αναχωρούσαν για τις αιγαιακές μας πολιτείες τώρα επέστρεφαν, κάπως πιο γερασμένα, δίχως φορτία, βαλμένα πρόχειρα μες στα λυπημένα οχηματαγωγά. Νησιά και ήρωες της εντόπιας μυθολογίας εισέρχονταν στον κόλπο του Πειραιά, μεταφέροντας κάτι ασύνδετες πληροφορίες για τα μέρη που επισκέφτηκαν. Οι σημαίες αφαιρέθηκαν, διπλώθηκαν απ΄τις κυρίες των κατά τόπους συνεταιρισμών και αφαιρέθηκαν όλα εκείνα τα ονόματα και οι διευθύνσεις που αποκωδικοποιούν το βάθος της πόλης. Έτσι, δίχως τίποτε να θυμίζει την παλιά χώρα, μ΄όλα τα στοιχεία της να έχουν πια για πάντα αφαιρεθεί σβήστηκαν τα ονόματά και οι ζωές μας και επέστρεψαν οι παλιές συνθήκες που εμείς οι ίδιοι εκφράζαμε.
Εμείς δεν είμαστε χώρα, είμαστε ένα τοπίο μυθικό, κάτι ανεπανάληπτο που κάθε τόσο το ανασύρουμε σπαραχτικά απ΄τις πιο παλιές κοιτίδες. Εμείς αποτελούμε τους δωρητές αυτού του τόπου, οι πράξεις μας θα κριθούν εις τους αιώνες.
Ο ομιλητής, ένας άνθρωπος για τον οποίο κανένα στοιχείο ή χαρακτηριστικό δεν σώζεται πια, αποχώρησε απ΄το έδρανο και αυτό σήμανε την παύση κάθε εργασίας από πλευράς τεχνικών κλιμακίων. Κάπως έτσι αυτό το αρκαδικό και γι΄ αυτό ίσως και φανταστικό τοπίο, έπαψε ν ΄αποτελεί ένα απ΄ εκείνα τα σύνολα που η γλώσσα και η ιστορία προσδιορίζει ως χώρες. Έτσι κάπως, γυρίσαμε ήσυχα στην παλιά μας ζωή που είναι πικρή και γεμάτη στάχτες. Σβήσαμε τα μέσα μας φώτα, το ελληνικό μας όνειρο τέλειωσε. Οι συντεχνίες τέλος αποφάσισαν. Κήρυξαν την παύση των εργασιών για λόγους ασφαλιστικών συμφερόντων και έτσι αυτό το τοπίο απέμεινε χώρα μισή, ένα όνειρο όπως τα πελοποννησιακά του ποιητή. Εμείς, υπάκουοι και άναυδοι καθώς πάντα, παραμερίσαμε τις σωρούς των υλικών, ανοίξαμε μυστικά την πόρτα που πάντα κρατούμε στις καρδιές μας για παρόμοιες συγκυρίες και εξήλθαμε του πλατώ. Πίσω μας σβήσαν όλα τα φώτα και συγκρατημένα χαρούμενοι υποσχεθήκαμε πως θ΄ ανταμώσουμε ξανά το καλοκαίρι, σε τούτο το ίδιο θέατρο. Ωστόσο απ΄ την Ελλάδα των πλατώ και των καλοκαιρινών συγκινήσεων τίποτε δεν κρατούμε.
Μες στο υλικό μιας καμέας, στην πορεία του πιλότου των Κυκλάδων και στ΄ αδικοχαμένα χέρια της Αφροδίτης που πνίγηκε, μάθε το, για χιλιοστή φορά στ΄ ανοιχτά της Μήλου κοιμάται για πάντα η δική μας πατρίδα.
*
©Απόστολος Θηβαίος
φωτο©Στράτος Φουντούλης, Επίδαυρος, Αύγουστος 2008
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.