Μαχμούντ Νταρουίς, τέσσερα ποιήματα -μετάφραση Ευαγγελία Μουρτζούκου

Αρχείο 29/04/2016

fav_separator

Ο εχθρός
Ήμουν εκεί πριν ένα μήνα. Ήμουν εκεί πριν ένα χρόνο. Ήμουν πάντα εκεί, σαν να υπήρχα μονάχα εκεί. Το έτος 82 του προηγούμενου αιώνα μας συνέβη κάτι απ’ αυτά που μας συμβαίνουν τώρα. Πολιορκηθήκαμε, σκοτωθήκαμε και αντισταθήκαμε σε ό,τι μας έφερε η κόλαση. Οι νεκροί / οι μάρτυρες δε μοιάζουν. Ο καθένας τους έχει συγκεκριμένο παράστημα και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, ενώ τα μάτια τους, το όνομα και η ηλικία είναι διαφορετικά. Αλλά οι δολοφόνοι είναι αυτοί που μοιάζουν μεταξύ τους. Είναι ένας, μοιρασμένος σε μεταλλικές συσκευές. Πατάει ηλεκτρονικά κουμπιά. Σκοτώνει και εξαφανίζεται. Μας βλέπει αλλά δεν τον βλέπουμε, όχι γιατί είναι φάντασμα, αλλά γιατί είναι το ατσάλινο προσωπείο μιας ιδέας. Χωρίς χαρακτηριστικά, χωρίς μάτια, χωρίς ηλικία, χωρίς όνομα. Αυτός… Αυτός είναι που διάλεξε να έχει ένα και μοναδικό όνομα: ο εχθρός!

fav_separator

Ο απών
Είμαι εδώ είκοσι χρόνια. Απόψε κάθομαι στο μικρό κήπο, σε μια πλαστική καρέκλα, και κοιτάζω τον τόπο, μεθυσμένος από την κόκκινη πέτρα. Μετράω τα σκαλιά που οδηγούν στο δωμάτιό μου, στο δεύτερο όροφο. Έντεκα σκαλοπάτια. Στα δεξιά, μια μεγάλη συκιά ρίχνει τον ίσκιο της σε μερικές μικρές δαμασκηνιές. Στα αριστερά, μια λουθηρανική εκκλησία. Δίπλα στην πέτρινη σκάλα, ένα παρατημένο πηγάδι και ένας σκουριασμένος κουβάς, λουλούδια απότιστα που ρουφάνε, σταλιά- σταλιά, το γάλα του σούρουπου. Είμαι εδώ, με σαράντα ανθρώπους, για να παρακολουθήσω μια παράσταση με σύντομους διαλόγους, για την απαγόρευση της κυκλοφορίας, σκορπίζονται οι ξεχασμένοι ήρωές της στον κήπο, στα σκαλιά και στην ευρύχωρη βεράντα. Παράσταση αυτοσχεδιασμού, υπό σύνθεση, όπως η ζωή μας. Κρυφοκοιτάζω το ανοιχτό παράθυρο του δωματίου μου και αναρωτιέμαι: «Είμαι εκεί;» Και μ’ αρέσει να αφήνω την ερώτηση να κατρακυλάει στα σκαλοπάτια, και την εντάσσω στον αυθορμητισμό της παράστασης: στο τελευταίο μέρος της, όπου όλα θα παραμείνουν όπως είναι… Η συκιά στον κήπο. Η λουθηρανική εκκλησία στην απέναντι πλευρά. Η Κυριακή στη θέση της στο ημερολόγιο. Το παρατημένο πηγάδι και ο σκουριασμένος κουβάς στη δική τους θέση. Ενώ εγώ, δε θα είμαι ούτε στο δωμάτιο μου, ούτε στον κήπο. Αυτό απαιτεί το κείμενο: πρέπει οπωσδήποτε να λείπει κάποιος για να αλαφρώσει το φορτίο του τόπου!

fav_separator

Σαν να κοιμόταν
Ξύπνησε από τον ύπνο μονομιάς. Άνοιξε το παράθυρο στο θαμπό φως, στον καθαρό ουρανό, στον εξαγνισμένο αέρα. Ψηλάφισε το σώμα του, μέλος προς μέλος, και το βρήκε υγιές. Κοίταξε το μαξιλάρι και δεν είδε καμία τρίχα, πεσμένη κατά τη διάρκεια της νύχτας. Κοίταξε το σεντόνι του και δεν είδε αίμα. Άνοιξε το τρανζίστορ και δεν άκουσε κανένα νέο για καινούριους νεκρούς στο Ιράκ, στη Γάζα, στο Αφγανιστάν. Νόμιζε ότι κοιμόταν. Έτριψε τα μάτια του μπροστά στον καθρέφτη και αναγνώρισε με ευκολία το πρόσωπό του. Αναφώνησε: «Ζω». Πήγε στην κουζίνα για να φτιάξει καφέ. Έβαλε ένα κουτάλι μέλι σε ένα ποτήρι γάλα χωρίς λιπαρά. Είδε στο μπαλκόνι έναν επισκέπτη, ένα καναρίνι, να κάθεται στη ζαρντινιέρα που είχε ξεχάσει να ποτίσει. Είπε στο καναρίνι: «Καλημέρα» και σκόρπισε γύρω του ψίχουλα από ψωμί. Πέταξε το καναρίνι, έκατσε στο κλαδί ενός θάμνου και κελάηδησε. Για άλλη μια φορά σκέφτηκε ότι ακόμη κοιμόταν. Κοιτάχτηκε ξανά στον καθρέφτη και είπε: «Εγώ είμαι αυτός». Άκουσε προσεκτικά το νέο δελτίο ειδήσεων. Δεν υπήρχαν καινούριοι νεκροί πουθενά. Χάρηκε με αυτό το ασυνήθιστο πρωινό. Η χαρά τον οδήγησε στο γραφείο, και στο μυαλό του είχε μια αράδα: «Είμαι ζωντανός, παρόλο που δεν αισθάνομαι πόνο». Ήταν γεμάτος πάθος να τραγουδήσει για κάποια κρυστάλλινη διαύγεια, η οποία έπεσε επάνω του από κάποιον τόπο μακρινό: απ’ αυτόν εδώ τον τόπο, τον δικό του. Και όταν κάθισε στο γραφείο του, βρήκε την αράδα γραμμένη σε λευκό χαρτί: «Είμαι ζωντανός, παρόλο που δεν αισθάνομαι πόνο». Αυτή τη φορά δε σκέφτηκε ότι μπορεί να κοιμόταν. Ήταν πια σίγουρος γι’ αυτό!

fav_separator

Το υπόλοιπο μιας ζωής

Αν κάποιος μου πει: Θα πεθάνεις εδώ το απόγευμα
τί θα κάνεις, λοιπόν, το χρόνο που σου απομένει;
-Θα κοιτάξω το ρολόι μου
θα πιω ένα ποτήρι χυμό
θα δαγκώσω ένα μήλο
και θα παρατηρήσω για ώρα ένα μυρμήγκι που βρήκε το μερίδιό του απ’ την τροφή…
Έπειτα θα κοιτάξω το ρολόι μου:
υπάρχει ακόμη χρόνος για να ξυρίσω τα γένια μου
και να βουτήξω στο νερό/ συλλογιέμαι :
«Είναι απαραίτητο να βάλει κανείς τα καλά του για να γράψει,
ας είναι τα ρούχα μπλε…»
Θα καθίσω μέχρι το μεσημέρι, ζωντανός, στο γραφείο μου
δε θα βλέπω το ίχνος του χρώματος στις λέξεις
λευκό, λευκό, λευκό…

Θα ετοιμάσω το τελευταίο μεσημεριανό
Θα βάλω κρασί σε δύο ποτήρια: για ‘μένα
και για όποιον έρθει απροειδοποίητα.
Ύστερα θα πάρω έναν υπνάκο ανάμεσα σε δύο όνειρα
αλλά θα με ξυπνήσει ο ήχος του ροχαλητού μου…
Έπειτα θα κοιτάξω το ρολόι μου:
απομένει ακόμη χρόνος για να διαβάσω
Θα διαβάσω ένα κεφάλαιο απ’ το Δάντη και μισό μουάλακα[1]
και θα δω πώς η ζωή μου πηγαίνει από εμένα
στους άλλους, και δε θα αναρωτιέμαι ποιος
θα γεμίσει το κενό της
-Έτσι;
-Έτσι.
-Μετά τί;
-Θα χτενίσω τα μαλλιά μου
και θα πετάξω το ποίημα: αυτό το ποίημα
βρίσκεται στο καλάθι των αχρήστων
Θα φορέσω τα πιο καινούρια ιταλικά πουκάμισα
Και θα με κατευοδώσω με συνοδεία ισπανικών βιολιών
έπειτα
θα περπατήσω
προς το νεκροταφείο!

fav_separator

Μετάφραση ©Ευαγγελία Μουρτζούκου

*

Βιογραφικό
Ο Μαχμούντ Νταρουίς γεννήθηκε το 1941 στην Παλαιστίνη και πέθανε στο Τέξας των Η.Π.Α. το 2008. Διώχθηκε για τη δράση του από το κράτος του Ισραήλ. Υπήρξε δημοσιογράφος, εκδότης και πολυγραφότατος ποιητής, έχοντας εκδώσει πολυάριθμες ποιητικές συλλογές, αλλά και πεζά έργα. Το τελευταίο έργο που δημοσίευσε ο ίδιος, από τις εκδόσεις Riad El-Rayyes, είναι η συλλογή «Το φαινόμενο της πεταλούδας». Στα ελληνικά έχουν δημοσιευθεί, κατά καιρούς, διάφορα ποιήματά του, καθώς και μια ολοκληρωμένη ποιητική συλλογή, η «Κατάσταση Πολιορκίας», από τις εκδόσεις Μαΐστρος, σε μετάφραση από τα αραβικά της Αγγελικής Σιγούρου.


[1] Συλλογή επτά προϊσλαμικών ποιημάτων, χρονολογούμενα από τον 6ο αιώνα μ.Χ. (http://www.britannica.com/topic/Al-Muallaqat-Arabic-literature)