Αρχείο 07/08/2017
Σάββατο πρωί προς μεσημέρι. Ο πόνος στο χέρι καθηλωτικός. Καμιά επιθυμία, καμιά έμπνευση. Προσπάθειες ενεργοποίησης για στοιχειώδη καθαριότητα του σπιτιού. Μαγείρεμα τα άκρως απαραίτητα. Όλα βέβαια με ενδιάμεσα διαλείμματα ανάπαυσης
Συναισθηματική κατάσταση ουδέτερη. Γέρνει ελαφρά προς τη δυσθυμία. Από τους διπλανούς το τιρμπουσόν ροκανίζει το μπετόν μαζί και τα μηνίγγια της.
Η ζέστη υποφερτή ακόμη. Σε μερικές ώρες θ’ ανάψουν τα πλακάκια. Το τσιγάρο κρέμεται στα δάχτυλα τ’ αριστερού χεριού. Με το δεξί με δυσκολία χειρίζεται το στυλό. Ακόμη να μάθει να γράφει στον υπολογιστή. Ροδάκινα φωνάζει ο μανάβης του διπλανού σούπερ μάρκετ στο έμπα του δρόμου. Το καναρίνι της από κάτω ακούγεται αμυδρά και ξεψυχισμένα. Μάλλον το έχει καταβάλει κι αυτό η ζέστη. Ο ιδρώτας ρέει νωχελικά στο μέτωπο και στο λαιμό. Κάθεται στις πτυχώσεις των ρυτίδων κάτω απ’ το πιγούνι. Ο γιός κοιμάται ακόμη. Έτσι κι αλλιώς η δουλειά ανύπαρκτη από καιρό. Η κόρη πέρασε το βράδυ στη φίλη της. Ο σύζυγος απ’ τις 8:30 στο Βιβλιοπωλείο κι ας μη περάσει ψυχή την ορθάνοιχτη πόρτα μέχρι να κλείσει. Πέρα από κάποιους φίλους βέβαια που ξέμειναν στην πόλη. Περνάν για μια καλημέρα ή κανέναν καφέ. Ανταλλάσσουν κουβέντες για τα αδιέξοδα της πολιτικής και της αριστεράς έτσι για να σκοτώσουν την ώρα τους. Ν’ αποφύγουν αισθήματα πλήξης και ανίας. Εκτός απ’ τον ιστορικό. Αυτός μιλά πάντα με ζέση και ύφος περισπούδαστο, λες και δίνει διάλεξη σε αμφιθέατρο πανεπιστημίου. Οι άλλοι μετά από λίγο το βάζουν στα πόδια. Ο σύζυγος όμως τον λούζεται αναγκαστικά. Μόνη άμυνά του η σιωπή. Ώσπου ο ιστορικός τελειώνει για την ώρα την ατέλειωτη αγόρευσή του και φεύγει.
Προσπαθεί να σηκωθεί ν’ αποτελειώσει κάπως το μαγείρεμα. Καταβάλει γενναία προσπάθεια να συμμαζέψει λίγο το σπίτι. Ίσως γαληνέψει λίγο βλέποντας το σπίτι τακτοποιημένο. Ψυχρός ώμος λέει καλοκαιριάτικα το ρημάδι. Την έπιασε πρώτα στο αριστερό. Την παίδεψε ένα χρόνο και τώρα μ’ αυτή τη ζέστη νιώθει κουλή απ’ το δεξί. Η Μισέλ κάπου κριμένη. Θα βρήκε κάποια δροσερή γωνιά μεσ’ τη ντουλάπα.
Ο πόνος της φέρνει δύσπνοια. Ξαπλώνει να ξεκουραστεί για λίγο. Να επανακτήσει όσο γίνεται κάποιες αναγκαίες δυνάμεις.
Ευτυχώς δεν έπιασε ακόμη η μεσημεριανή ζέστη. Τότε είναι ανυπόφορη η κατάσταση. Όπως όταν πέφτει πάνω της η ζέστη της εμμηνόπαυσης. Νιώθει ζεστό το πέλμα στο πάτωμα, τα δάχτυλα κρέμονται υποτονικά. Κούραση κι ανία. Υπέροχο καλοκαιριάτικο πρωινό κατά τα άλλα. Ελεύθερη απ’ τη δουλειά. Και η δουλειά του σπιτιού να κρέμεται στ’ άψυχο δεξί της χέρι.
Αύριο Κυριακή. Ο κόσμος λείπει διακοπές. Το επιβάλλει η ζέστη. Κυρίως η κοινωνική επιταγή. Που πήγατε διακοπές; …Δε φεύγετε ακόμη; Α…δε θα πάτε φέτος. Κρίμα. Εμείς μόλις επιστρέψαμε από Μύκονο. Ήταν υπέροχα. Αύριο φεύγουμε για το εξοχικό.
Ναι η κοινωνική επιταγή επιβάλει τις διακοπές περισσότερο από τη ζέστη. Απ’ την ανάγκη για ξεκούραση για ηρεμία. Για μια ανάπαυλα βρε αδερφέ. Ευτυχώς τώρα με την κρίση έχει αμβλυνθεί αρκετά η κοινωνική πίεση των διακοπών. Τώρα είναι τόσο πολλοί άλλωστε που δεν έχουν πια αυτό το προνόμιο. Να και κάτι ακόμη θετικό με τη συλλογική ανέχεια.
*
©Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη
φωτο©Στράτος Φουντούλης
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.