Τασούλα Γεωργιάδου, Σκηνές του κάμπιγκ στο απομεσήμερο

Η φουντωτή ελιά είναι στη μέση το φαρδιού διαδρόμου και ο όποιος αέρας έρχεται από κάθε κατεύθυνση. Εκεί επιλέγει να βάζει την ξαπλώστρα του αυτήν την ώρα.  Όλοι πιάνουν τις σκιές και τα περάσματα του αέρα για τη σιέστα τους. Οι πιο νέοι τη βγάζουν παρά θιν αλός μπαινοβγαίνοντας στο νερό, μιας κι αντέχουν στη λειψή σκιά που δίνουν οι ομπρέλες παραλίας. Άλλοι πάλι κλείνονται στα κλιματιζόμενα τροχόσπιτα αυτές τις δύσκολες ώρες.Το κονσέρτο των τζιτζικιών φτάνει σ’ ένα μεγαλειώδες κρεσέντο τις ζεστές ώρες του απομεσήμερου. Η ορχήστρα τους έχει εγκατασταθεί στο πυκνό φύλλωμα το φορτωμένο από τις ακόμη αχαμνές ελιούδες. Δεν διακρίνεται εύκολα όπως είναι καλά καμουφλαρισμένη. Τζ, τζ, τζ, τζ, αυτή η μονοτονία του θερινού μουσικού χαλιού τον νανουρίζει. Έχει στραμμένο το βλέμμα του στο ασημοπράσινο του κάτω μέρους των φύλλων του ευλογημένου δέντρου, έτσι όπως σειούνται ελαφρά από το ευεργετικό μελτεμάκι

Μετά από τον ελαφρύ υπνάκο ξαναπιάνει το αθόρυβο σταυρόλεξο. Στον πάτο του αναποδογυρισμένου κουβά έχει αποθέσει τον καθιερωμένο ελληνικό που πίνει χειμώνα καλοκαίρι στις πέντε. Όταν ξυπνήσουν όλοι θα παίξει κάνα τάβλι με τον Πέτρο, να πάρει το αίμα του πίσω από την πρωινή χασούρα.

Έρχεται και η συμβία του στη σκιά με την μπέμπα στην αγκαλιά. Ξύπνησε η εγγόνα και ζεσταίνεται. Θέλει να μπουσουλήσει να πάει παντού, αλλά πού; Το έδαφος δεν βοηθά. Της δίνουν ένα πλαστικό λεμόνι από τη συλλογή των φρουτοπαιχνιδιών. Το περιεργάζεται, εξασκεί την αφή της χαϊδεύοντας τη πορώδη μαλακή υφή. Το φέρνει στο στόμα. Έτσι όπως δοκιμάζουν τα μωρά ό,τι πέσει στα χέρια τους σ’ αυτήν τη φάση.  Το παιχνίδι ξεκινά σιωπηλό. Το οκτάμηνο μωρό πετά το λεμόνι στο γρασίδι και ο παππούς το ξαναδίνει, το ξαναπετά ο παππούς το επαναφέρει και πάει λέγοντας, δίκην βρεφικού βόλεϊ μπολ. «Μπράβο στο μωρό μου!» του λέει η νενέ και κείνο χαμογελά και κτυπάει παλαμάκια με τις μικρούλες παλάμες του. Είναι ευτυχισμένο. Τα κατάφερε!

«Νενέ» ακούγεται το τρίχρονο που ξεπροβάλλει μαχμουρλίδικο στο παράθυρο  τρίβοντας τα ματάκια του. Κάθε μεσημέρι πέφτει κατάκοπο από τα ατελείωτα παιχνίδια στην παραλία με την παρέα των συνομηλίκων του. Είναι η ώρα για το απογευματινό του. Ρυζόγαλο, κρέμα, ό,τι τέλος πάντων έχει φτιάξει η γιαγιά. Ή μήπως σήμερα έχει παγωτό; Για να δούμε, θα τον επιβραβεύσει ως καλό παιδί; Σήμερα δεν την «τυράννησε» όταν τον ξέπλενε στο ντους. Ρίχνει μια κλεφτή ματιά παραδίπλα, καιροφυλακτεί. Όχι, ο γείτονας δεν σηκώθηκε ακόμη, διαβάζει κάτι στο τάμπλετ του. Πρέπει, λοιπόν, να συνεχίσει να κάνει ησυχία.

Στις έξι θα αρχίσει το πότισμα ο επίμονος Ολλανδός. Πασχίζει να κρατήσει πράσινο το γρασίδι μες στο ελληνικό κατακαλόκαιρο, κάτω από έναν ήλιο ανηλεή που τσουρουφλίζει την πλάση. Έτσι, σα να θέλει να κρατήσει ζωντανή την εικόνα από τα εκτενή λιβάδια της πατρίδας του που ευδοκιμούν πολύχρωμες τουλίπες. Του κάνει χρέη βοηθού κηπουρού ο μικρός. Καταβρέχει και καταβρέχεται συστηματικά με το λάστιχο κάθε απόγευμα. Τι απόλαυση διακρίνεις στη μορφή του σαν τσαλαβουτά και πιτσιλιέται με τα νερά! Η απόλυτη ευχαρίστηση.

Σαν πέσει αρκετά ο ήλιος και δροσίσει θα καβαλήσουν οι πιτσιρικάδες τα ποδήλατα. Θα πάρουν το κεφάλι των μεγάλων με τις φωνές τους προσομοιάζοντας αγώνες μοτοκρός. Στο πρόγραμμα ρουτίνας και ο περίπατος καροτσάδα του μωρού, να γεμίσουν τα ματούδια του καινούριες εικόνες. Οι τέττιγες, με τη σειρά τους, θα σιωπήσουν δίνοντας φινάλε στην πολύωρη συναυλία τους.

*

Η  ©Τασούλα Γεωργιάδου είναι επίτιμη Σχολική Σύμβουλος Φυσικών Επιστημών. Αφού παίδεψε επί τριανταπέντε χρόνια μαθητές και καθηγητές με τη Χημεία και τη Διδακτική της, προσπαθεί να καταπιαστεί με τον πεζό λόγο. Έχει δημοσιεύσει διηγήματα/αφηγήσεις/ χρονογραφήματα σε λογοτεχνικά έντυπα και ιστοτόπους ποικίλης ύλης...