Ιουλία Γεωργάκη, Τα δάχτυλα

Γνώρισα την Ελένη τυχαία. Καθόταν σ’ ένα καφέ της πλατείας έχοντας δίπλα  της ένα μεγαλόσωμο ήσυχο σκυλί . Την πλησίασα να χαϊδέψω το ζώο και πιάσαμε κουβέντα για το σκύλο. Μού άρεσε το ήρεμο χαμόγελό της και πρόσεξα πώς κοίταγε τα χέρια μου. Τά κοίταξα και εγώ μήπως είχαν κάτι και δεν το είχα δεί. Εκείνη χαμογέλασε πλατιά και μου ζήτησε συγνώμη αλλά ήταν κάτι ,είπε στο οποίο δεν μπορούσε να αντισταθεί. Της άρεσε να παρατηρεί τα χέρια των ανθρώπων. Τράβηξα μια καρέκλα και έκατσα ρωτώντας τη αν ενοχλώ , πιο πολύ για τους τύπους αφού ήδη είχα κάτσει συνεχίζοντας να χαϊδεύω το σκυλί της.

Αρχισε να μιλάει εξηγώντας μου την εμμονή της με τα χέρια και οι περιγραφές της με καθήλωσαν. Εμεινα να την ακούω με το ένα χέρι μου ακουμπισμένο στο κεφάλι του σκύλου. Είχε από τον καιρό που θυμόταν τον εαυτό της ένα ελάττωμα, το έλεγε έτσι όταν αυτό την οδηγούσε σε μπελάδες, και καλό, έτσι το ονόμαζε όταν αυτό γινόταν ασπίδα προστασίας ή όταν της έδινε πόντους στη δουλειά της.

Το σκανάρισμα.  Ετσι έλεγε την ισχυρή της   διαίσθηση και την ικανότητα  να παρατηρεί και να φιλτράρει σε κλάσματα δευτερολέπτου τα πάντα γύρω της. Ερμήνευε με ταχύτητα τις κινήσεις, τα βλέμματα ακόμα και τις σιωπές. Η παραμικρή αλλαγή ή μετακίνηση στο περιβάλλον έθετε σε συναγερμό όλες τις αισθήσεις της. Παρατηρητική από φύση εκτός του γενικού σκαναρίσματος στον περιβάλλοντα χώρο έδινε μεγάλη προσοχή  στα χέρια των ανθρώπων και συγκεκριμένα στα δάχτυλά τους. Μεγαλώνοντας μπορούσε να δεί τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου από τα δάχτυλά του.  Με τις γυναίκες ο χαρακτηρισμός ήταν λίγο πιο δύσκολος εξ΄αιτίας της περιποίησης , στους άντρες όμως δεν έπεφτε σχεδόν ποτέ έξω.

Ηταν πολύ λίγες οι περιπτώσεις που είχε αιφνιδιαστεί στη μέχρι τώρα ζωή της, κι αυτό είτε γιατί είχε στραμμένη την προσοχή της αλλού ,είτε γιατί όπου υπήρχε συναίσθημα , παντός τύπου, επέτρεπε στον εαυτό της να είναι χαλαρή κι αυτό την άφηνε εκτεθειμένη.

Με είχε εντυπωσιάσει  ο λόγος της και η προσοχή μου στράφηκε καθαρά στην αφήγησή της. Ηταν τόσο λεπτομερείς οι περιγραφές της για τα δάχτυλα και τα χέρια ανθρώπων που δεν γνώριζα που  όταν άλλαζε πρόσωπο στην αφήγηση ένοιωθα πώς ήδη γνώριζα το προηγούμενο.

Τά χέρια της Χαράς , της φίλης μου έλεγε , είναι λεπτά, χωρίς κόμπους σε αρμονική συνέχεια των χεριών της με νύχια καθαρά, στρογγυλεμένα που λεπταίνουν στις άκρες. Όταν μιλάει τα χέρια της είναι ήρεμα και σταθερά δίπλα στο σώμα της και τα δάκτυλά της ακολουθούν. Αν την ήξερες , μου είπε θα καταλάβαινες ότι αυτή είναι. Λεπτή σε τρόπους και συμπεριφορά, ήρεμη γενικότερα, σταθερή , χωρίς ιδιαίτερους «κόμπους» με ειλικρινείς προθέσεις , που τις στρογγυλεύει στις άκρες όταν κάποιος χειρισμός το απαιτεί.

Η Μαρία μια γνωστή μου, έχει μέτρια αεικίνητα δάχτυλα με ελαφρά ορατούς κόμπους , με κοντά ταλαιπωρημένα νύχια. Τά  δάχτυλά της έχουν μια αέναη κίνηση, σαν να χορεύουν ανεξάρτητα από την παλάμη της παρ’ όλο που είναι συνέχειά της, σαν να παλεύουν ν απελευθερωθούν, να πάρουν άλλο δρόμο. Τά χέρια της πότε ακολουθούν τα δάχτυλά της κι άλλες φορές το σώμα της που είναι πιο σταθερό.  Μπορεί να βρεί το δρόμο της μπορεί και όχι σχολίασε.

Η αδελφή μου είπε λυπημένα, έχει μακριά δάχτυλα ,αρμονική συνέχεια των μακριών χεριών της που κινούνται  απότομα και νευρικά. Τα δάχτυλά της είναι όμορφα και μακριά με πολλούς κόμπους. Τά δάχτυλά της όταν μιλάει παίζουν πιάνο, συνθέτουν μελωδίες ανάλογα με τη διάθεσή της . Αλλοτε μουσική δωματίου κι’ άλλες φορές hard rock. Κρίμα είπε κοιτάζοντας μακριά. Θα μπορούσε αν έλυνε τους κόμπους της να ήταν μια καλή πιανίστα.

Η Ελπίδα μια άλλη φίλη μου έχει ίσια μέτρια δάχτυλα , στερεωμένα σε μια παλάμη που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με τον λεπτό καρπό της, με μεγάλα τετράγωνα νύχια. Όταν μιλάει κουνάει τα χέρια της και συμπαρασύρει τα δάχτυλά της σ’ ένα ρυθμό που υπαγορεύουν οι λέξεις που χύνονται από το στόμα της. Πότε αργά και ήρεμα κι άλλες φορές νευρικά και με πάθος σ’ένα χορό με τη ζωή.  Ισως αν στρογγύλευε λίγο τα νύχια της να ήταν πιο ήρεμη η ζωή της σχολίασε πάλι.

Οι  άντρες είπε μετά κουνώντας το κεφάλι. Οι άντρες είναι τα δάχτυλά τους. Οι ίδιοι κομπάζουν με περηφάνεια για τα μακριά ή  χοντρά τους δάχτυλα  συγκρίνοντάς τα με το πέος τους. Ισως να είναι κι έτσι. Αλλά το ότι τα δάχτυλά τους φανερώνουν τον χαρακτήρα τους και τη ζωή τους δεν το ξέρουν , κι αν το ξέρουν δεν το παραδέχονται.

Ο Χριστόφορος , ο εραστής της ένα φεγγάρι, είχε μακριά πανέμορφα δάχτυλα, συνέχεια των μακριών ερωτεύσιμων  χεριών του με γυμνασμένα μπράτσα και δυνατούς καλοσχηματισμένους πήχεις. Ομορφα παιχνιδιάρικα δάχτυλα που τελείωναν σε άσχημα νύχια, κακοκομμένα ,φαγωμένα  και μερικές φορές πιο μακριά απ’ το συνηθισμένο και βρώμικα. Όταν μίλαγε τα χέρια του ήταν παθητικά και άτονα κρεμασμένα στο πλάι του σώματός του με έντονες φλέβες να τα χρωματίζουν.  Γι’ αυτό «ήταν» συμπλήρωσε. Αυτός ήταν. Εδειχνε δυνατός και κατέληγε στα νύχια.

Προχθές , μου είπε, επισκέφτηκα ένα συνεργάτη από τη δουλειά μου. Τον έβλεπα για πρώτη φορά , ήταν μεγαλύτερος από μένα και ήμουν παραπάνω από το κανονικό μου ευγενική  μέχρι που το βλέμμα μου πήγε στα χέρια του. Κοντά .χοντρά, με κόμπους σε απόλυτη αντίθεση μ’ αυτά που έλεγε.  Μπερδεύτηκα. Το σκανάρισμα του χώρου ήταν απογοητευτικό. Ακαταστασία ίδια με αυτή του γραφείου του. Ξανακοίταξα τα δάχτυλά του. Χοντρά , κοντά με καλοκομμένα νύχια. Ημουν σίγουρη ότι τα χέρια αυτά ανήκαν σ’ ένα άνθρωπο καταπιεσμένο με πολλά κόμπλεξ που για να ισορροπήσει τη ζυγαριά θα μίλαγε συνέχεια δίνοντας περισσότερο στόμφο απ’ ότι έπρεπε σε ανούσια γεγονότα. Ηξερα ότι κόλλαγε στις λέξεις και χανόταν εξηγώντας τες δίνοντας δικές του ερμηνείες.  Με επιβεβαίωσε μετά από λίγο ανοίγοντας ένα κλασέρ στο οποίο είχε ταξινομημένα μέιλ  με υπογραμμισμένες τις λέξεις που κατά τη γνώμη του είχαν γραφεί με φανταστικές προθέσεις. Μίλαγε ακατάπαυστα με έπαρση και αποθήκευα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου αυτά που έλεγε προσπαθώντας να καταλάβω.  Παρέμεινα ήρεμη και ευγενική αν και σκεφτόμουν πώς θα  ήθελα να έχω μαζί μου ένα σφυρί.  Με φανταζόμουν να το βγάζω από την τσάντα μου και με απόλυτη ικανοποίηση να του σπάω μ αυτό τα απαίσια δάχτυλά του. Ηθελα να του σπάσω το δήθεν ύφος του. Είμαι τρελή σκέφτηκα. Τι μου έκανε ο άνθρωπος εμένα?

Την επόμενη μέρα ο Κύριος μπαστούνι ήρθε στο δικό μας γήπεδο. Κι εκεί αποδείχτηκε πώς κακώς μπερδεύτηκα. Ο κύριος ήταν δική του φαντασίωση, που την έπαιζε καλά στον δικό του πνιγηρό χώρο του. Ηταν μικρός (κοντός) σαν κόκκος άμμου, με εμφάνιση καλοκομμένων νυχιών. Τίποτα άλλο.  Σιγουρεύτηκα λοιπόν ότι ήταν ακόμα ένας ευνουχισμένος σύζυγος που πάλευε να αποδείξει στον εαυτό του ότι ήταν άντρας.

Κατάλαβες κορίτσι μου; με ρώτησε. Τά δάχτυλά μας είναι εκτεθειμένα σε κοινή θέα. Η φυσική διαδρομή τους οδηγεί στην καρδιά και στο μυαλό μας. Δίνουν στοιχεία του χαρακτήρα μας που ούτε κάν τα είχαμε φανταστεί.  Αρχισε να μαζεύει το τηλεφωνο και τα τσιγάρα της δίνοντας το σήμα της αναχώρησης.  Σηκώθηκα και γώ απρόθυμα αλλά είχα πάρει το μήνυμα. Χάρηκα που τα είπαμε είπε. Και τότε κοίταξα τα δάχτυλά της.

Ομορφα, ίσια, μέτριου μεγέθους δάχτυλα με περιποιημένα τετράγωνα νύχια.

*

©Ιουλία Γεωργάκη

❇︎