Θόδωρος Θεοδωρίδης, Υπεύθυνος υποκλυσμών ―από την Τασούλα Γεωργιάδου

Θόδωρος Θεοδωρίδης, «ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΥΠΟΚΛΥΣΜΩΝ», εκδ. Μετρονόμος, Αθήνα 2019

ΤΟ ΣΠΑΝΙΟΝ ΤΟΥ ΕΥΘΥΜΟΥ

Το γέλιο και η η χαρούμενη διάθεση είναι ζωογόνα για την ύπαρξή μας, ευφραίνουν την ψυχή. Μας τρέφουν, μας κάνουν παραγωγικούς στην καθημερινότητά μας. Κι όμως, παρά την οικονομική ευημερία και την αλματώδη τεχνολογική πρόοδο των τελευταίων χρόνων, το εύθυμο στοιχείο στις εκφάνσεις της ζωής παρατηρούμε να ελαττώνεται διαρκώς. Αντιθέτως είχαμε εξαιρετικά πεζογραφήματα  με εύθυμο ύφος, ακόμη και μέσα στην Κατοχή από τον Δημ. Ψαθά, και σχεδόν παράλληλα από τον Νικ. Τσιφόρο τις δεκαετίες ’50-’60. Από αυτά προέκυψαν πλήθος από θεατρικές/κινηματογραφικές κωμωδίες που έγιναν κλασικές και τις αναζητούμε διακαώς στις τηλεοπτικές επαναλήψεις τους, οι δε ατάκες τους διαιωνίζονται από τις νεότερες γενιές. Αναζητώντας τίτλους στην αγορά βιβλίου πέφτεις κυρίως σε επανεκδόσεις των δεξιοτεχνών του ευθυμογραφήματος. Τα σύγχρονα σπανίζουν. Κι ας ζούμε στην χώρα του Αριστοφάνη και του Αισώπου.

Με αυτό το σπάνιο είδος καταπιάστηκε ο πολυσχιδής Θόδωρος Θεοδωρίδης. Βιβλιοπώλης / πράκτορας τύπου στο παρελθόν, δημοσιογράφος στην εφημερίδα Πρωινή, εκδότης τοπικών εντύπων, συγγραφέας τουριστικών, αρχαιολογικών και ιστορικών Οδηγών της  Καβάλας και ιδιαίτερα αγαπημένος τραγουδοποιός, πέρασε και στο ευθυμογράφημα. Αφού μας έδωσε το 2016 την εξαιρετική νουβέλα «Ισορροπιστής Αεροσκαφών» που την απολαύσαμε δραματοποιημένη από τον Θοδωρή Γκόνη, στην απογειωτική απόδοση του ήρωα από τον Δημήτρη Πιατά, έρχεται να μας ψυχαγωγήσει – με την κυριολεξία του όρου – με το νέο έργο του που φέρει τον ευρηματικό τίτλο «Υπεύθυνος Υποκλισμών».

Μια εύθυμη ιστορία ενός ιδιόρυθμου χαρακτήρα με πολλά κουσούρια κι αδυναμίες, σε πολλά φαιδρά επεισόδια, συνερεύσεις σε επίπεδο ψυχικού (ορισμένως σε ροζ φόντο), και πολλά ευτράπελα περιστατικά κατά την άσκηση των καθηκόντων του, κυρίως του καταληκτικού της σταδιοδρομίας του λειτουργήματος του υγειονομικού υπαλλήλου σε υπεύθυνο πόστο.

Ο υποκλυσμός είναι ο ίδιος για όλους. Πρέπει να το ξεκαθαρίσω αυτό. Δίκαιοι και άδικοι, πλούσιοι και πένητες, αφέντες και δούλοι, βασιλείς και υπήκοοι… όλοι θα σταθούν οι μπροστά μου. Θα απαλλάξω από τα υλικά βάρη άντρες, παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένους, χωρίς διακρίσεις, χωρίς θυμό ή λύπη. Κυρίες και κύριοι, ο μεγάλος εξισωτής είναι εδώ και δεν κρατάει δρεπάνι. Κρατάει κλύσμα και είναι licensed to use it

Τελευταία πράξη, «έστι δίκης οφθαλμός ός τα πανθ’ ορά», ο ήρωας γεύεται το κρύο πιάτο της εκδίκησης του επαγγελματικού διώκτη του:

”Kατεβάστε την πυτζάμα και το εσώρουχο σας, κύριε” πρόσταξα “ανοίξτε τα πόδια και σκύψτε”.

Υπάκουσε. Ο «πολύς» κύριος Χατζηδαμιανός μπροστά μου σ’ αυτήν τη στάση! 

Δεν ήθελα τίποτε άλλο. Είχα μόλις καταγάγει μία μνημειώδη νίκη, έναν μοναδικό ανεπανάληπτο θρίαμβο. Μία εποποιία δίκαιης εκδίκησης.

Τον άφησα έτσι σκυμμενο να περιμένει με τα κωλομέρια ανοιχτά για αρκετά δευτερόλεπτα και έπειτα, προφασιζόμενος ότι δεν είχα πάρει τάχα τα σωστά σύνεργα, έφυγα λέγοντας ότι επιστρέφω αμέσως. Δεν επέστρεψα ποτέ…

Ο λόγος του Θεοδωρίδη είναι άμεσος, ζωντανός, διαυγής, δημοσιογραφικός (δεν θα μπορούσε να το αποφύγει ως συνεπής επαγγελματίας του είδους). Οι εικόνες είναι γλαφυρές και χαρακτηρίζονται από κινηματογραφικό ρυθμό. Ολοζώντανο με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση με ταξίδεψε …στην Ιταλία, μου έβγαζε Commedia dell’arte. Ο παρηγορητής των αναξιοπαθουσών γυναικών έπαιρνε τη μορφή μια του Ούγκο Τονιάτσι, μια του Τζιανκάρλο Τζιανίνι ή καλύτερα του Ρομπέρτο Μπενίνι. Σαν να αναζητούσε τη Λίνα Βερτμίλερ να το κάνει φαρσοκωμωδία εποχής όπως αυτές που βλέπαμε στη δεκαετία του ‘70. Σαν να φωνάζει «είμαι σενάριο» Το κείμενο ρέει τόσο φυσικά και μαγνητίζει τον αναγνώστη που παρακολουθεί με ενδιαφέρον τη δράση. Ο ήρωάς του  κινείται σε ρεαλιστικό περιβάλλον πάντα, προσγειωμένα πράγματα, όχι του ονείρου. Διαβάζεται απνευστί, γλωσσικά άψογο με επιτυχημένες επιτάσεις στην καθαρεύουσα. Το ύφος του ξεχωριστό σηματοδοτεί έναν ευφυή συγγραφέα με πολλή διάθεση αυτοσαρκασμού.

Ευρηματική η ιδέα των ξεχασμένων και παρωχημένων υποκλυσμών. Δημιουργεί ένα πρόσθετο ενδιαφέρον για αναζήτηση της διαδικασίας στους νεότερους που δεν έβλεπαν τον κυλινδρικό δοχείο, τα πουάρ και τον καουτσουκένιο σωλήνα στο μπάνιο του σπιτιού τους. Ψυχαγωγεί αφάνταστα και, φυσικά, θέλεις… κι άλλο! Μικρό σε έκταση, ως αντίδωρο που δεν σε χορταίνει μετά τη νηστεία. Σε προκαλεί να το διαβάσεις τουλάχιστον άλλη μια φορά. Χαλαρώστε και απολαύστε το. Εξάλλου το αποτέλεσμα είναι ανακουφιστικό.

*

©Τασούλα Γεωργιάδου