✤
Δεν είμαι – Είμαι
Δεν είμαι η αποτυχία
μιας παράστασης
που κατέβηκε άρον άρον
ούτε οι κατηφείς ηθοποιοί
που μείναν άνεργοι
ούτε το θέατρο που έβαλε λουκέτο.
Είμαι τ’ ανεστραμμένα γράμματα
του τίτλου στη μαρκίζα
είμαι ο άνεμος που τα χτυπά
το ένα πάνω στ’ άλλο
είμαι κι αυτός που τα βαστάει
να μην πέσουν.
*
Γλεντοκόπι
Εμπρός, ας τρυπηθούμε με τ’ αγκάθια των ρόδων
κι ας γεμίσουμε τις κούπες κρασί,
να κομματιάσουμε το στερέωμα και να
ρίξουμε νέα θεμέλια.
Αν οι καιροί επιστρατεύσουν τη θλίψη για να χωρίσουν
τους εραστές,
θα συμμαχήσω με τον οινοχόο για να τους τρέψουμε
σε φυγή,
Παλιέ μου φίλε, παίξε το όμορφο τραγούδι μας με τις χορδές
του λαούτου σου,
για να τραγουδήσουμε χτυπώντας τα χέρια
και να χάσουμε το μυαλό μας χορεύοντας,
όσο τα ποδοβολητά μας οργώνουν την έρημο
γι’ αυτούς που έρχονται να σπείρουν.
*
Το χρέος
Θα έρθουν όλα
όπως τα ‘χω λογαριάσει.
Πριν απ’ την ύστατη στιγμή
θα το ‘χω σκάσει
κι ο θάνατος θα ντροπιαστεί.
Την κάσα μου
θα κουβαλούν οχτροί,
οι φίλοι μου αλλού θα μπεκροπίνουν,
ο κότσυφας παπάς θα οριστεί,
δυο κουρούνες ψάλτες μου θα γίνουν.
Πίσω η μπάντα
θα φαλτσάρει νυσταλέα
μια φούγκα από υλακές σκυλιών,
σαν στόμα λιμασμένων επαιτών
ο λάκκος μου θα χάσκει στην αλέα .
Και τα χρυσά
που αιώνες πριν είχα δωρίσει
στης Βενετιάς τον άξιο ζωγράφο,
θα θυμηθεί και θα φιλοτεχνήσει
ένα Παλάτσο στο φτωχό μου τάφο.
*
Ηλιοτριβείο
Στο λιοτρίβι του ήλιου
ένας τρελός ρυθμός
περιστρεφόμενων δερβίσηδων
ζεσταίνει γέρικα κόκαλα στο παγκάκι
ανοίγει τα χείλη των λουλουδιών
μοιράζει στα πουλιά τ’ αυγινά τους τραγούδια.
Μ’ έναν καημό παραμάσχαλα
και μια οχιά κεντημένη στο δέρμα
σαν δέντρο ξερό αρπάζω φωτιά.
Καίγομαι άρα υπάρχω.
*
Παλίρροια
Κουβάλησα το γέρο μου στην πλάτη
απ’ τα χωράφια
ως το αντικρινό ακρογιάλι.
Βάραινε όσο ένα ξερακιανό πουλί –
πετσί και φαγωμένο κόκαλο.
Έφυγε με τη θάλασσα στα μάτια
μα κάθε που γυρίζουν τα νερά
σκάβει το πρόσωπό μου
σαν τον παράκτιο βράχο.
Χρόνο το χρόνο παίρνω τη μορφή του
και η μάνα μου με φωνάζει με τ’ όνομά του.
*
Ανάνευσις
στον B. Λαλιώτη
Κρέμασε το δρεπάνι σου ω θεριστή.
Ιδού τα στάχυα μου αλωνάρη!
Βαδίζοντας στο μυαλό μου
αποτεφρώνεται το δάσος του Μπέρναμ
καθώς απεγκλωβίζω αγρίμια
που τρέχουν τσουρουφλισμένα
με τις ουρές τους να φλέγονται
όπως τα λάβαρα των ηττημένων.
Μια καρδιά (ανάθεμα κι αν ξέρω ποια),
χτυπά ανάποδα το χρόνο στα μηνίγγια μου
κι απ’ της ζωής τους ανοιχτούς μηρούς
ακούγεται πλησίστιο το πρώτο μου το κλάμα.
* * *
Ίδια η άβυσσος από παντού με βλέπει
καθώς βουτώ στου ίλιγγου τις δίνες.
Πυκνή και στέρεη ψυχή θέλει ο ίμερος
όχι ανεμοσκόρπια. Με στομωμένα λόγια
χαρακώνομαι και τα πετώ στους υπονόμους
ως κάποια νύχτα να μ’ αρπάξει το φιλί
χαροντυμένου έρωτα που κρύβει
το δρεπάνι μεσ’ στα σκέλια του.
Ιούνιος 2017
*
Επίχειρα
Δεν θα λησμονηθείς.
Στις ουλές σου ένα αιμάτινο ρόδο
αύριο θα βυζαίνει τον ήλιο.
Τίναξε απ’ τα μαλλιά σου τις στάχτες
περιφρόνησε τα πρόσφορα ψεύδη
που μοιράζονται στην έξοδο
ως αντίδωρα κι έπειτα
– τρέμοντας μα όχι ικέτης –
κατέβασε τις εικόνες
και θεού απόντος
προσευχήσου στον τοίχο.
Δεν θα λησμονηθείς.
Θα είσαι το βέλος
που μένοντας καρφωμένο στο σώμα
παρατείνει αδιάφορα τη ζωή.
*
©Δημήτρης Νικηφόρου
φωτο: Στράτος Φουντούλης
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.