Πέτρος Γκολίτσης, ποίηση (προδημοσίευση)

Από το υπό δημοσίευση, δεύτερο ποιητικό βιβλίο του Πέτρου Γκολίτση με τίτλο «Το τριβείο του χρόνου» (εκδ. Μανδραγόρας, 2013)

Balthus, 1945

Η επιστροφή

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς εισάγεται στο φρενοκομείο της 
Κέρκυρας το 1888. Παραμένει έως το 1902

Θεραπευμένος γύρισα στο πατρικό το σπίτι μου
κατόρθωσα σιγά-σιγά πρόβατα λίγα ν’ αποκτήσω
τα βόσκω μοναχός στην εξοχή
τ’ αρμέγω, τα κουρεύω
τα σαλαγάω, τα χαίρομαι
τους έχω δώσει ονόματα: Μαρία, Μαριγώ, Ειρήνη…

Κανέναν δεν συναναστρέφομαι
(στους ζωντανούς εξάλλου δεν με λογαριάζουν)
η “Μήδεια” ανολοκλήρωτη με βασανίζει

Η μάνα μου το σπίτι κάθε μέρα θυμιατίζει
και καταστρέφει κάπου-κάπου τα έργα μου
«αυτά φταίνε γι’ όλα», λέει
και βγαίνω έξω βουρκωμένος στην αυλή
προσπαθώ να μη με δει
που κλαίω και μαλώνω με τις πέτρες
Στο τέλος κατεβαίνω στο εργαστήρι

Πουλάει κανά πρόβατο
και μου το κρύβει
μου λέει, «Χάθηκε»
και τότε παίρνω να γυρίζω
τρέχω από ʼδω, τρέχω από ʼκεί
φωνάζω «Μαριγώ!..», φωνάζω «Ειρήνη!..»

μες στις βαθιές χαράδρες του μυαλού μου
χορτάριασαν τα αγάλματα

μα πάλι ξάφνου λάμπουν

###

Εδουάρδος Σακαγιάν και παξιμάδι ή Καντ

Ι
Ανακατεύεις ολίγον Bacon με Chagall
και παίρνεις έναν Σακαγιάν
στο βάθος αχνοφέγγει κι ο Hopper
καθώς ο Klimt παραμιλά
μην είναι του Balthus τούτη η γειτονιά
μα όχι, όλα κοινά, το λέει ο Dali
καθώς κι ο Σακαγιάν
παραπαπάμ, παραπαπάμ

ΙΙ
Το πράγμα καθ’ αυτό είναι απροσπέλαστο
έλεγε ο Καντ
καθώς ο Φίχτε νεαρός
παραμιλούσε –εντός του–
«κούνια που σε κούναγε
γέρο ξερέ σαν παξιμάδι»

Τώρα γυρίζουν και των δύο τα οστά
γυρίζουν γύρω-γύρω με τη γη
γυρίζουν γύρω-γύρω
όλοι
για λίγο στον κόσμο

*

Έχω πένθος
δεν φορώ μαύρη κορδέλα
στο μπράτσο
σάρκα φορώ
και το μάτι γυαλίζει από θλίψη
το κρέας μου σφίγγει
το κόκκαλο και με πάει

*
Τα μάτια μου σαρώνουν το χαρτί
βότσαλα ακούγονται που πέφτουν στο νερό
νεκρά πουλιά τα μάτια μου
ραμφίζουν το κενό

###

Διαβάστε:
«Ο Πέτρος Γκολίτσης απαντά στο ερωτηματολόγιο του Προυστ» στο Ιδεόστατο.

Ποιο είναι το κυρίαρχο γνώρισμα του χαρακτήρα σας; Ποιος ρωτάει; Ο «Προύστ»; Το «Ιδεόστατο»; Από πού; Πότε; Δεν μπορώ να γνωρίζω πραγματικά. Ωστόσο κρίνοντας έστω απ’ την αυθόρμητη πρώτη μου αντίδραση θα έλεγα η απόσταση. Όχι ως κατόρθωμα φυσικά αλλά ως μια τάση «φυσική» και αυθόρμητη. Ή αλλιώς η «ανοικείωση» ή «απο-οικειοποίηση», η ξενότητα. Η μη προσαρμογή. Μια διαρκής αίσθηση απορίας, για τα ίδια μου τα χέρια που τώρα γράφουν, για εμένα που απαντώ, σε τι, προς τι; Σε ποιον; Επίσης λέτε το «κυρίαρχο» γνώρισμα. Δεν στηρίζεται ή δεν σχετίζεται και με άλλα σε μια σχέση δυναμική… «Γνώρισμα»; Κατά το «σε γνωρίζω από την όψη…»; Τα υπόλοιπα; Το ρηγματώδες του ανθρώπινου ψυχισμού; Το μεταβλητό της πρόσληψης; Το μια ενιαίο, το αποσπασματικό; Τέλος, λέτε «χαρακτήρας»; Ας μην το «αναπτύξω» κι αυτό. Σε ποια πλαίσια, ιστορικο-κοινωνικά ή για να φύγουμε και πιο «πάνω», σε ένα χρόνο βιολογικό και γιατί όχι και γεωλογικό. Το υποκείμενο, συνοψίζω κατά κάποιον τρόπο, ένα προχθεσινό ιστορικό αποτέλεσμα, αν όχι κατασκεύασμα… Ο χαρακτήρας, μια πολυτέλεια, σε μια εποχή ψευδο-αυξομειούμενης αφθονίας.
Ποια αρετή ζηλεύετε σ’ έναν άντρα; Εύχομαι να φύγουμε απ’ τους προσωποκεντρισμούς και να κινηθούμε σε μια «υποκαταστασιμότητα» των προσώπων σίγουρα στους κρατικούς και τους υπερκρατικούς μεταβαλλόμενους σχηματισμούς, τους επιστημονικούς και ίσως (γιατί όχι; από μια οπτική γωνία) στους καλλιτεχνικούς αλλά και τους ερωτικούς. Νιώθω σαν δέντρο αν όχι σαν πέτρα, άρα ίσως κινούμαι προς μια κατακτημένη ακινησία (όχι βέβαια πως είναι ακριβώς αρετή) που προϋποθέτει όμως και ένα διεθνές πλαίσιο το οποίο δεν υφίσταται ούτε για αστείο την ιστορική τούτη στιγμή και «λογικά» δεν θα συμβεί καθότι έχει καταρρεύσει, μεταξύ άλλων, οριστικά η όποια ιδέα προόδου (απ’ την άλλη, αν το σκεφτεί κανείς, μια τέτοια κατάρρευση θα λειτουργούσε ως αναγκαία, αλλά όχι φυσικά και ως ικανή συνθήκη για μια τέτοια πραγμάτωση).

Διαβάστε τη συνέχεια….