Αθηνά Χ. Λαζαρίδου, τέσσερα ποιήματα

Αρχείο 01/06/2016

fav-3

Άτιτλο

Στη Μήδεια και στη Μαρία

Προτού γεννηθώ, σε μολυβόθωρη σκιά,
χέρια ενώσαμε σ’ ένδειξη συμφωνίας.
Θηλυκό πρόσημο για μερική λευτεριά
και το φόρεμα του φύλου της εντεκνίας.

Κι ήρθε ο καιρός του πολέμου των συμβόλων,
τότε που ξεσπάθωσαν οι διχογνωμίες.
Φιγούρα ένδοξη εγείρει αξιώσεων,
δικαιώνεται κοινωνικώς με μαγείες.

Η υπέραγνη με νουθετεί να τη θύσω,
απ’ το κοινωνικό σώμα θ’ αυτομολήσω,
λέει, εάν παράφορα φιλοδοξήσω.

Στον καθρέφτη ξύπνια τα βράδια ίσως να δω,
αν τύχει, τα όνειρά μου να παίζουν κρυφτό,
τότε μαζί με τα σύμβολα πικρογελώ.

fav-3

Ανεμοδίνη

Και γλυκά ήλθε το βράδυ
ανέφελες οι σκέψεις,
στο καντήλι καίει λάδι
προσευχές λόγω έξης.
Τ’ ανομολόγητα τα σκέπασες καλά;
Και νιώθω ένα αεράκι,
ζάρωσα απ’ το κρύο
στα κρυμμένα το χαλάκι
για καλύτερο βίο.
Τ’ ανομολόγητα τα σκέπασες καλά;
Και συνήθισα το κρύο,
κρύβω σκέψεις στα μαλλιά,
φανερώθηκε το θείο,
μα δεν είμαι σ’ εκκλησιά.
Τ’ ανομολόγητα τα σκέπασες καλά;

Ανακάτωσε μαλλιά,
πέταξε και το χαλάκι,
τα μυστικά είναι πολλά,
μόνο πιάσε το καπάκι,
λέω και ξανασιωπώ,
ήλθε επιφάνεια,
“Όχι, είναι τ’ αερικό”,
κράζει μου μ ’αγένεια.
Μήπως είναι ο γιατρός;

Να τον τρατάρεις κατιτί,
δεν έχεις ακόμη παντρευτεί,
ίσιωσε και τα μαλλιά,
άνοιξαν τα τυχερά.

Αγαπώ μ’ υποκρισία,
μοιάζει και μ’ ηθοποιό,
ξένη τούτη η παρρησία
άγνωστο τ’ αερικό.
Να αντισταθείς στο ξένο.
Φοβάμαι ό,τι άγνωστο,
θυμίζει τον Στρατιώτη,
ξεστόμισα άνοστο
ήρωα, γραμμή πρώτη.
Να αντισταθείς στο απ’ αλλού φερμένο.
Έχω κακία μέσα μου,
φέρνει τσιγγάνο μάγο
ξένη η ακρίβεια μου,
νομίζω ‘γω τον άγω.
Γιατί σε κάλεσα αερικό;
Μόνη μου μιλώ;

Γλυκά ήλθε η αυγή,
κοπάζει και ο αέρας,
στα μαλλιά μου η αρχή,
κι ησύχασε το τέρας.

fav-3

Αροθυμία ή το Ω

Φορές φορές τα βράδια με σβηστά μάτια θα δεις
κοίτη τ’ αλησμόνητα και τα λησμονημένα
Ίρι του ποταμού, που φαίνεται στο φως λαδής,
και την Αμάσεια με νια να γίνεται ένα.

Απ’ του χαμόγελού της την άκρη γαντζώθηκαν
κειμήλια, τάφοι κι ένας νεκρός πατέρας,
σπίτια – Φαντάσματα και Ψυχές, που σπιλώθηκαν,
αθύρματα του Χάρου και Λεβάντες αγέρας.

Γνέφει να σιμώσεις κι ανακάθεται στο χώμα.
Καθισμένοι στο συρματόπλεγμα με την πλάτη
αιχμηρές λεπίδες πληγώνουν γλυκά το σώμα.

Μα ξάφνου σβήνει το γέλιο της από τα χείλη.
Σκύβει την κεφαλή και ξεμακραίνουν οι μνήμες,
δεσμά στα σύρματα μοιάζουν τα μαλλιά στο δείλι.

fav-3

Εκείνη η άλλη

Τα βράδια μόν’ έρχεται στον ύπνο μου,
εκείνη η άλλη στο όνειρο ζει.
Μιλά ίδια γλώσσα και μ’ ίδια φωνή,
η άλλη, πλάσμα φύσεως άτρομου.

Περπατά καμαρωτή σαν σπουδαία,
ρήτορας δεινή με μικρή ανοχή,
θα ‘λεγες, σε κανέναν υποκριτή.
Φορά ρούχα φανταχτερά κι ωραία.

Άλλοι κρύβουν το γέλιο με το χέρι,
ενώ κείνη χασκογελά ιταμά,
χορεύει και φάλτσα La Foule τραγουδά,
στην Plaza de la Provincia με φέρει.

Πριν γλυκοχαράξει τρέχει να μου πει,
άρωμα στα μαλλιά και θα ξαναρθεί.

*

©Αθηνά Χ. Λαζαρίδου

vintage_under2

Στηρίξτε την προσπάθειά μας με ένα απλό like στο facebook. Ευχαριστούμε