Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Σχόλιο πάνω στις βλαβερές συνήθειες του καπνού

©GettyImages

Πριν από όλα, ετούτο το σημείωμα που γεννιέται από το τίποτε της καταστροφής, οφείλει να παραδεχτεί την τρομερή μου έξη στον καπνό. Βλέπετε, συνιστώ έναν από τους τελευταίους εκεί έξω που ούτε στιγμή δεν συλλογίστηκα πως θα έπρεπε να διακόψω την βλαβερή συνήθεια, την ολότελα ανθυγιεινή. Ο καιρός φέρνει μηνύματα από κάθε πλευρά, η επιστήμη ορίζει σαν άλλοτε το καλό και το παραδεκτό. Ένας αιώνας λογικής μας περιμένει εκεί έξω, δαιμονιώδης, ξέφρενός, ένας αιώνας που κατορθώνει και εξηγεί τόσα πολλά. Κάποτε θα σφίξω τα δόντια, εμπρός μου θα προσμένει η μεγάλη απόφαση, ένα δίλημμα ή μια αφορμή για την τελική νίκη. Είμαι βέβαιος πως θα κατορθώσω να δώσω ένα τέλος στην φριχτή μου συνήθεια. Οι γύρω μου θα χαρούν και το υλικό της ζωής θα επιστρέψει στο πρόσωπό μου. Μια επιλογή που φαντάζει λογική κερδίζει εύκολα την πολυπόθητη δικαίωση. Κάπως έτσι κανείς μπορεί να κάνει κομμάτια εκείνα τα φλιτζάνια του θανάτου που περιμένουν επίμονα στο τραπέζι, στίχοι παντοτινοί του Μίλτου Σαχτούρη, πράγματα ποιητικά, όπως ένα γεφύρι, ένα φιλί, η Βερόνα και τα μεσημεριάτικα χωριά του ιταλικού νότου. Είναι βέβαιο τότε πως στο μαγαζί που πουλά τον χρόνο ο καταστηματάρχης θα με τραβήξει στην πίσω πλευρά του καταστήματος. Ανάμεσα στους ανθρώπους που πωλούνται και αγοράζονται, θα μου χαρίσει εκείνον τον πολύτιμο χρόνο που τόσο επόθησα. Τότε λοιπόν, θα έχω τακτοποιήσει οριστικά μια επικίνδυνη εκκρεμότητα και η σχέση μου με τις στάχτες θα πάρει ένα τέλος, αν εξαιρέσει κανείς τον Πιερ Πάολο και όσα ανήκουν στον Γκράμσι.

Ωστόσο, σαν από κάποιο παιχνίδι της μοίρας, επάνω στην στιγμή που κατόρθωνα να εκπληρώσω τον σκοπό μου βρέθηκα μες σε μια φριχτή δίνη του υλικού που πάσχιζα να αποκλείσω από την ζωή μου. Εξώστες, παράθυρα, τοίχοι, άνεμοι όλα κουβαλούσαν τις στάχτες μιας άλλης βλαβερής συνήθειας. Τι και αν απαντάται τους μήνες του θέρους, αυτή η τρομερή μαρτυρία συνδέεται κατά κάποιον τρόπο με την αδυναμία μιας εποχής να διακρίνει μες στις ιαχές την λαγαρή φωνή της αθωότητας. Αναρωτήθηκα για μια στιγμή την προέλευση του υλικού που ειρωνευόταν τόσο σκληρά τις φιλότιμες προσπάθειές μου. Η τηλεόραση που ούρλιαζε με έκτακτα ανακοινωθέντα, δίνοντας έναν τόνο τραγικό στα ασύλληπτα γεγονότα δεν άφηνε περιθώρια για αμφιβολίες. Μια τρομερή, δασική πυρκαγιά ευθυνόταν για αυτό το φοβερό τοπίο, το γεμάτο από φθόγγους καπνού και σημαίες και καμένα κοπάδια και αγροικίες που ποτέ δεν θα παλιώσουν. Αυτές οι στάχτες δεν είναι άλλο από μνήμη, για αυτό και όταν αντικρίζω τα πιο σκοτεινά από τα ανθρώπινα έργα, διαλέγω να σκύψω το κεφάλι, τίποτε να μην πω, τίποτε να μην αγγίξω από όσα φέρνει το απόγευμα έξω από την πόρτα μου. Επειδή ανάμεσα σε εκείνες τις στάχτες σκορπούν τα ψεύτικα θεωρήματα, τα παλαιά αντικείμενα, η ωραία περιπέτεια της ζωής, μια βιογραφία, ένα δράμα ισάξιο με την λαϊκή ιστορία. Οι στάχτες δεν φλυαρούν, μονάχα χτίζουν ένα μολυβένιο σύννεφο καπνού , σηματοδοτούν έναν φθαρμένο για πάντα χρόνο, μια οπτική εμποτισμένη από την αιωνιότητα του Σαγκάλ και την θλίψη του άστεως. Μα δεν υπάρχουν τρόποι για να περιγράψει κανείς την τραγικότητα των πραγμάτων, έξω από αυτές τις στάχτες, αυτούς τους στίχους της πιο πένθιμης προσευχής. Κοιτάζω τις στάχτες, βλέπω τα ζώα που τρέχουν, τους ακαταμάχητους όγκους του δάσους, τα θαύματα μιας νύχτας, βλέπω τους μονολόγους του βουνού, το σκούρο, τ΄άρρωστο χρώμα του.

Οι στάχτες έντυσαν τα πράγματα. Τραπέζια, καρέκλες, φυτά, όλα τα χρώματα πνιγήκανε σε αυτό το σκοτεινό φαινόμενο. Αν οι θεολόγοι ορίζουν για πάντα την αιωνιότητα, οι στάχτες μου που ταξιδεύουν πολύ μακρύτερα από εμένα, αυτές οι κατάμαυρες πεταλούδες, ίδιες με την μοναδική μαύρη πεταλούδα του μοναστηριού του Πόρου, καθορίζουν το μέγεθος της καταστροφής. Μες στο παρανάλωμα, μες στους κόλπους της πόλης που ονειρεύεται χάλυβα και ατομική ενέργεια και αρέσκεται στα ψίχουλα ενός πολιτισμού, οι καθεδρικοί των βουνών γκρεμίζονται. Όσα κάποτε αγάπησε ο Πετράρχης, πουλιά, πέτρες, σονέτα, δεν έχουν πια καμιά θέση μες σε αυτόν τον κόσμο. Κάτι που μισονιώθουμε που μισομαντεύουμε, το κοιμισμένο εντός μας κτήνος, ο άγγελός μας που ξυπνά, γνωρίζει πως ετούτο το καλοκαίρι δεν σημαίνει τίποτε λιγότερο από ένα είδος σκοτεινού, σκηνοθετικού θεάτρου, μια μικρή εικόνα της ακουαρέλας, χρωματισμένη με τις πιο μελανές αποχρώσεις και όλη αυτήν την απουσία που διαθέτει την στέρεη θέση της μες στην τηλεοπτική φιλολογία των ημερών.

Τελικά την απόφασή μου θα την αναβάλλω. Όπως εδώ και δεκαετίες η Βερόνα προσμένει μια ολοκληρωτική αναπαλαίωση , έτσι και η βλαβερή μου συνήθεια θα παραμείνει ολοζώντανη. Μες στις στάχτες, μες στον πάτο της εικόνας που πεθαίνει πάντα η Ελλάδα και πάντα το μέλλον της, κόντρα στον άνεμο που χτίζει την ευφράδεια μιας καινούριας βιομηχανικής επανάστασης, πάντα εγώ και πάντα οι στάχτες μου. Η φωτιά τώρα είναι ορατή από κάθε πλευρά τούτης της πολιτείας. Είναι αλήθεια πως η τραγωδία περιμένει στο τέλος, πάντα αναπόφευκτη, όπως ακριβώς το είπε ο Γιώργος Σεφέρης.

*

©Απόστολος Θηβαίος

Διαβάστε τα κείμενα του Απόστολου Θηβαίου→