Ανταποκρίσεις Απόστολου Θηβαίου: Tonique Francais

|..εκείνο το ψωμί, παιδεία, ελευθερία που δεν κατορθώθηκε ποτέ…|

Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση διαθέτει πια ένα αξιόπιστο πρόσωπο. Η γαλλική προεδρεία απολαμβάνει επιτέλους του κύρους που αποτέλεσε πόθο διακαή και πύρινο. Ένας άνθρωπος, ένας άνθρωπος μονάχος επωμίζεται αγόγγυστα, ολοκληρωτικά το όραμα της Ευρώπης που είναι κοινή, σύσσωμη, συλλογική, με μια συνείδηση απόλυτα καθιερωμένη, σφυρηλατημένη μες στους πολέμους και τις επαναστάσεις. Προς το παρόν αναμετράται με τον δέκτη, τον χωρίζει από την Ειρήνη όρη Ουράλια. Μα δεν το βάζει κάτω, υψώνει πίσω του όλα τα λάβαρα της ενωμένης Ευρώπης, βάζει τους ανθρώπους του να χρωματίσουν τις γκρίζες ζώνες, να σβήσουν τις σφαίρες της επιρροής, να πανηγυρίσουν με όλη την χάρη του διαφωτισμού εμπρός στο σθένος του ηγέτη. Ο πρόεδρος δεν μασάει τα λόγια του, ένας στρατός πίσω του φορά τις πανοπλίες. Τι και αν άργησε, τώρα ο σκοπός πια δικαιώνει την στάση του. Η Ευρώπη φορά τα πολεμικά της, φιλιέται σταυρωτά σε σταθμούς και τρίστρατα και οδεύει προς τον τελευταίο, μεγάλο πόλεμο. Η ολοκλήρωση φθάνει πιο εύκολα από ποτέ και οι εραστές που μέχρι πρότινος αδυνατούσαν να φέρουν εις πέρας μια πράξη ερωτική, τώρα σαλεύουν όλο νεότητα και σφρίγος. Ο πρόεδρος χτυπά το χέρι του στο τραπέζι σε στυλ Λουβοδίκου του 16ου, το τραπέζι σείεται, το ψωμί μεμιάς φτηναίνει, τα σπίτια παγώνουν, ο δέκτης χάνει και κερδίζει το σήμα, ο αντίπαλος επαναλαμβάνει σε άπταιστη, ξύλινη γλώσσα τους όρους του. Ο πρόεδρος σκληραίνει, η Ευρώπη που σε άλλους μύθους έτρεξε για να ξεφύγει τώρα υποκύπτει θεληματικά στην γοητεία της στιγμής. Και όλοι εμείς, που μες στα αστικά μας τα σαλόνια βάζουμε αρχηγούς κρατών και πρόσφυγες και φονιάδες, εμείς, νιώθουμε πως κάτι αλλάζει, πως ετούτος ο πόλεμος μας αγγίζει διαφορετικά και άμεσα, κάτι σαν μουσική από τα μεγάφωνα της Αποκριάς που σώπασαν. Μέσα μας ηχεί η μουσική από τον χορό του Βάρταν, έτσι πικρή θα΄ναι για πάντα η δόξα μας. Ο πρόεδρος διατάσσει και τα πλοία βάζουν εμπρός τους πυρηνικούς τους κινητήρες, ο πρόεδρος υπογράφει διατάγματα, διεξάγει εκλογές, γυρεύει ρίμες για να συμπληρώσει εκείνο το ψωμί, παιδεία, ελευθερία που δεν κατορθώθηκε ποτέ.

Μα την ίδια στιγμή οι εκτοπισμένοι περνούν μέσα από το χολ του σπιτιού, κουβαλούν στην αγκαλιά τους παιδιά και τιμαλφή και ανάμνηση. Δεν στέκουν, τίποτε δεν έχω να τους φιλέψω, τίποτε για να τους πω. Μαζί τους αντικρίζω το δικό μου παιδί, την δική μου γυναίκα, βάζω μια φωνή μα την πνίγει ο πρόεδρος που ακούγεται παντού πιο καθαρά από τους λαούς. Έπειτα είναι και εκείνο το νεοελληνικό σαββατόβραδο με τα λαϊκά στην διαπασών, θαρρείς και κάποιος γυρεύει να σβήσει τα ουρλιαχτά πάνω από το κεφάλι μας.

Ο πρόεδρος θα δώσει, λένε ακόμη μια μάχη. Αύριο, την ίδια ώρα, πίσω από το χαράκωμα των εξήντα ιντσών που γίνηκε ο δικός του, ο πραγματικός ο κόσμος.

Στο Παρίσι, το Λονδίνο, την Αθήνα, την Ρώμη τα φώτα χαμηλώνουν. Γερμανικά τραγουδάκια ακούγονται και ο πρόεδρος βάζει τα κλάματα στην αγκαλιά του πλήθους που σήμερα τρέμει τον άνθρωπο και τα έργα του. Ο πόλεμος έχει κιόλας τους νικητές του.

*

©Απόστολος Θηβαίος

φωτο: Στράτος Φουντούλης

Διαβάστε τα κείμενα του Απόστολου Θηβαίου→