Johnny Droga, ποίηση

Αρχείο 09/02/2012

Σαν πας να γράψεις κάτι
που καιρό τώρα σε πνίγει
κολλάς.
Και μένεις σαστισμένος
να κοιτάς μια εσένα και μια το χαρτί.
Μια το χαρτί
και μια εσένα.
Σηκώνεις το κεφάλι
βαρύ από τη σκέψη,
τα ‘πρέπει’ και τα ‘μη’
διστάζεις
μα τελικά ανοίγεις τα βλέφαρα,
μαζί και την καρδιά σου,
κοιτάς γύρω σου,
γύρω απ’ το περίφημο ‘εγώ’ σου,
βλέπεις τσιμέντο και σίδερο,
κεραίες και μπουγάδες να στάζουν,
βλέπεις όνειρα στριμωγμένα
σε υπόγεια, ταράτσες και δυάρια.
Τα βλέπεις;
Μυρίζεις απορρυπαντικό και καυσαέριο.
Μυρίζεις και το γιασεμί
από τον κήπο της γλυκιάς γιαγιάς
απέναντι
που πάντα χαμογελά
κοιτώντας μια εσένα και μια τον ήλιο.
Μια τον ήλιο
και μια εσένα.
Βλέπεις και μυρίζεις αγάπη.
Σχεδόν την αγγίζεις.
Αγάπη ωμή.
Σαν αυτή που ζωγράφισε
τις ψυχές όλων πριν από εσένα.
Αγάπη που σε έκανε να χαμογελάς
σε στιγμές σιγής και σκοτεινιάς.
Αγάπη σαν αυτή που πάντα
αντηχούσε στα αυτιά σου
σαν μια αλλόκοτη μελωδία.
Αγάπη σαν αυτή που σε έκανε να γράφεις.
Κοιτάς ξανά απέναντι
και δεν βλέπεις τίποτα άλλο
παρά άσπρους τοίχους και σίδερα,
μπουγάδες και κεραίες.
Όμως εσύ να λες πως βλέπεις κάτι άλλο.
Βλέπεις τα βουνά του ορίζοντα
που γεύονται το χλιαρό χάδι ενός χειμωνιάτικου ήλιου.
Βουνά που έστεκαν πάντα εκεί
ενώ εσύ ερωτευόσουν,
αγαπούσες,
έκλαιγες
και ξαναερωτευόσουν.
Βλέπεις έναν ήλιο να ανατέλλει αργά αργά
μιας και ξέρει πως τον παρακολουθείς.
Ξέρει ότι δεν είναι απλά ο ήλιος
αλλά κάτι πολύ περισσότερο.
Κάθε ηλιακτίδα που χάνεται
ένα σκίρτημα στην καρδιά σου
και μια σιγή γλυκιάς μελαγχολίας απλώνεται τριγύρω.
Μα δεν σε πειράζει γιατί ξέρεις
πως κοιτάς απλά έναν άσπρο τοίχο
και ανακουφισμένος στέκεσαι
πάλι αντίκρυ στο χαρτί
με τις πρώτες λέξεις να ανατέλλουν
όπως ο χειμωνιάτικος ήλιος
και το μολύβι σου
να αρχίζει να κινείται δειλά
χαράζοντας ηλιακτίδες,
όνειρα και αγάπη
σε ένα χαρτί
που θα έλεγες
πως μοιάζει με εκείνον τον άσπρο τοίχο.

***
Copyright©Johnny Droga